Οταν το 2011 η Κυπριακή Δημοκρατία έβρισκε, επιβεβαιωμένα, ποσότητες φυσικού αερίου στο Οικόπεδο 12 («Αφροδίτη») της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) της, συνέβησαν δύο σοβαρές εξελίξεις: H μία, σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, συνοδεύθηκε από μια υπερβολική αντίδραση. Ξαφνικά η Κύπρος θα μετατρεπόταν σε… Ντουμπάι, όλα τα προβλήματα θα εξαφανίζονταν και όλοι θα γινόμασταν πλούσιοι. Ακόμη και στα προγράμματα σπουδών των ιδιωτικών πανεπιστημίων φύτρωσαν ξαφνικά τμήματα «Oil & Gas Industry» και όλοι έγιναν, εν μια νυκτί, ειδικοί επί της γεωπολιτικής και των… υδατανθράκων – όπως συχνά το σχετικό σαρδάμ βαφτίζει τους υδρογονάνθρακες. Η δεύτερη εξέλιξη ωστόσο ήταν πιο ουσιαστική: Η Κυπριακή Δημοκρατία, παρά τις πάγιες απειλές της Τουρκίας να μην προχωρήσει με το γεωτρητικό της πρόγραμμα, κατόρθωσε να βρει ποσότητες φυσικού αερίου (όπως παλαιότερα κατάφερε και εισήλθε στην Ευρωπαϊκή Ενωση – ΕΕ) και η προοπτική να καταστεί η ενέργεια καταλύτης εξελίξεων στο Κυπριακό και γεωπολιτικής αναβάθμισης του νησιού στην Ανατολική Μεσόγειο γέμιζε άπαντες με ρεαλισμό, αυτοπεποίθηση και αισιοδοξία.
Δέκα χρόνια μετά, η Κυπριακή Δημοκρατία έχει μείνει – αναφορικά με επιβεβαιωμένα κοιτάσματα – στα (περίπου) 4,5 τρισεκατομμύρια κυβικά πόδια (tcf) της «Αφροδίτης» και μετά το 2018 η κατάσταση στην ΑΟΖ της «έχει παγώσει». Η Τουρκία έχει προχωρήσει σε πέντε έκνομες γεωτρήσεις εντός και εκτός αδειοδοτημένων, από την Κυπριακή Δημοκρατία, οικοπέδων. Και παράλληλα, στο νησί, ο λογαριασμός του ηλεκτρικού ρεύματος παραμένει εκ των ακριβότερων της Ευρώπης – τη στιγμή που η τελευταία στρέφεται, εξ ολοκλήρου πλην των Γερμανών του Nord Stream, στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και γενικότερα στην πράσινη ενέργεια.
Η προσπάθεια της περιόδου 2014-2017 να καταστεί το φυσικό αέριο καταλύτης συνεργασίας δεν απέδωσε, το Κυπριακό – όπως το γνωρίσαμε ιστορικά ως άλυτο ζήτημα διεθνών σχέσεων – εισέρχεται, ανεπιστρεπτί, σε μια νέα δύσκολη περίοδο και όλοι μάθαμε για τον «Πορθητή», το «Barbaros» και τους χάρτες του Τσαγκαπτάι Ερτζιγες. Ταυτόχρονα, ούτε το γαλλικό αεροπλανοφόρο «Charles De Gaulle» ούτε «η ψήφος εμπιστοσύνης των εταιρειών-κολοσσών στην κυπριακή ΑΟΖ» αλλά ούτε και το διαβόητο «πολιτικό και οικονομικό κόστος στην Τουρκία» για τις παράνομες γεωτρήσεις της στην κυπριακή ΑΟΖ που θα προκαλούσαμε απέτρεψαν την Τουρκική Κρατική Εταιρεία Πετρελαίου (ΤΡΑΟ) από το να τρυπά εντός του «Οικοπέδου 6» – κυριολεκτικά απέναντι από τη Λεμεσό. Η ΕΕ ασχολείται με το αν ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προσέβαλε την επικεφαλής της Κομισιόν και ουχί με το να εντάξει το προσωπικό του «Yavuz» σε κατάλογο κυρώσεων.
Σταδιακά, το ζήτημα της ενέργειας στην Κύπρο κατέστη, συχνά με έναν τρόπο που δεν αντιλαμβάνεται στην πληρότητά του ο μέσος ελλαδίτης ακαδημαϊκός, αναλυτής ή δημοσιογράφος, ένα διαπραγματευτικό κεφάλαιο του Κυπριακού – όπως ακριβώς το περιουσιακό και το εδαφικό, με το αφήγημα της Τουρκίας «περί αποκλεισμού των Τουρκοκυπρίων από τις αποφάσεις για το φυσικό αέριο» να βρίσκει πρόσφορο έδαφος και ευήκοα ώτα στο εξωτερικό. Με τον τρόπο αυτόν προσδίδεται μια «κυπριοποιημένη» προέκταση στο ζήτημα της πολιτικής ισότητας – ενός τεράστιου κεφαλαίου, μαζί με την ασφάλεια και τις εγγυήσεις, για την ελληνοκυπριακή και την τουρκοκυπριακή πλευρά, την Αγκυρα, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Αθήνα.
Δέκα χρόνια μετά το 2011, το ζήτημα της ενέργειας στο Κυπριακό δεν αφορά μόνο την Κύπρο και το εθνικό μας θέμα αλλά και ολόκληρο το αναδυόμενο υποσύστημα της Ανατολικής Μεσογείου – στο επίκεντρο του οποίου η αναθεωρητική ατζέντα της Τουρκίας του Ερντογάν, εν όψει μάλιστα του 2023 (της επετείου των 100 ετών από την ίδρυση της σύγχρονης Τουρκίας), αποτελεί ένα σύνθετο ζήτημα με πολλαπλές προεκτάσεις και προκλήσεις για την Λευκωσία και την Αθήνα. Η Κύπρος και η Ελλάδα κατόρθωσαν να διατηρήσουν ενεργητική διπλωματική παρουσία στην περιοχή και να χτίσουν πάνω στα σχήματα των τριμερών συνεργασιών, χωρίς ωστόσο να επιλύσουν το Κυπριακό και τις ελληνοτουρκικές διαφορές και, κυριότερα, χωρίς να ισχυροποιήσουν τη θέση τους έναντι της Τουρκίας ενώπιον τρίτων. Η Ανατολική Μεσόγειος πάντως θα μας απασχολήσει έντονα τα επόμενα χρόνια. Αυτό είναι το μόνο σίγουρο.
Στο διάστημα 27-29 Απριλίου στη Γενεύη της Ελβετίας το Κυπριακό θα ξαναβρεθεί στο επίκεντρο της επικαιρότητας. Ολα δείχνουν πως περιθώρια για μεγάλη αισιοδοξία δεν υπάρχουν. Το φυσικό αέριο, δέκα χρόνια μετά, έμεινε στα βάθη του… υφαλοπρανούς της κυπριακής ΑΟΖ και το υπαρκτό σενάριο της οριστικής διχοτόμησης στην Κύπρο πρέπει όλους να μας συνεφέρει. Μόνο ενωμένοι, σε Ελλάδα και Κύπρο, και μονιασμένοι μπορούμε να διαχειριστούμε κάτι τέτοιο. Και κυριότερα με θάρρος, λιγότερη υπερβολή και περισσότερο ρεαλισμό.
*Ο κ. Γιάννης Ιωάννου είναι διεθνολόγος και συνιδρυτής του Geopolitical Cyprus