Αντιγράφω από «ΤΑ ΝΕΑ» (4/4) τα ακόλουθα από αποκαλυπτικό κείμενο της εκλεκτής συναδέλφου Πέπης Ραγκούση:
«Την εβδομάδα που πέρασε ανακοινώθηκε το οριστικό κλείσιμο του εργοστασίου της Πίτσος και η μεταφορά του εκτός Ελλάδας (στην Τουρκία). Πέρα από την οικονομική διάσταση του θέματος, η αναφορά της συγκεκριμένης εταιρείας προκαλεί συνειρμούς που παραπέμπουν σε ένα άλλου είδους θαύμα που συντελέστηκε αυτά τα 200 χρόνια. Επίσημα λέγεται εκβιομηχάνιση της χώρας. Στα απλά, πρόκειται για την πραγμάτωση του οράματος κάποιων ανθρώπων. Και τα οράματα δεν τρέφονται μόνο από μεγάλες ιδεολογίες αλλά και από μικρές ιδέες που, τελικά, καλυτερεύουν τη ζωή ενός λαού πιο άμεσα απ’ όσο υπόσχονται οι πρώτες – όπως συνέβη, για παράδειγμα, στα ελληνικά σπίτια όταν το ψυγείο αντικατέστησε την παγωνιέρα. Αλλωστε και οι Πίτσοι, που ξεκίνησαν το 1865 από ένα μαγαζάκι στην οδό Περικλέους, παγωνιέρες, «φανάρια», φαράσια και τα συναφή πουλούσαν πριν φτάσουν στα ψυγεία, στις ηλεκτρικές κουζίνες, στις ηλεκτρικές σκούπες. Ανήκαν σε αυτή την τάξη των νοικοκυραίων που άρχισε να συγκροτείται τον 19ο αιώνα, έβγαλε την Ελλάδα από τα κατσάβραχα, συμβάλλοντας στην αναβάθμιση της καθημερινότητας, και τόσο άστοχα χλευάζεται σήμερα…
Με τρύπια παπούτσια ήρθε από τη Θήβα στην Αθήνα ο Παναγιώτης Δράκος που το 1930 ίδρυσε την Ιζόλα. Η Μαρία Παπαδοπούλου ήταν μια νοικοκυρά στην Κωνσταντινούπολη που έφτιαχνε ωραία μπισκότα βουτύρου και όταν την εγκατέλειψε ο άνδρας της – και ζόρισαν, το ’22, τα πράγματα με τους Τούρκους -, πήρε τα τρία αγόρια της και μπήκε, άφραγκη, σ’ ένα καράβι για τη Μασσαλία. Στο πέρασμα από τον Πειραιά κατέβηκε να ξεμουδιάσει και εκεί, σε ένα καφενείο, διαπίστωσε ότι οι Ελληνες δεν ήξεραν ούτε τι σημαίνει μπισκότο. Κατέβασε από το πλοίο τα παιδιά και σε μια κουζίνα, στα προσφυγικά της Αλεξάνδρας, έστησε το πρώτο εργαστήριο των μπισκότων Παπαδοπούλου. Και οι Σουραπάδες, έξι πάμφτωχα αδέλφια από την Τρίπολη ήταν και τα τέσσερα από αυτά έφυγαν μετανάστες στην Αμερική… Στο Σικάγο δούλεψαν σε ιταλούς παγωτατζήδες και όταν έμαθαν την τέχνη, γύρισαν στην πατρίδα και το 1934 ίδρυσαν την ΕΒΓΑ… Και ο Παυλίδης, που άνοιξε ένα «γλυκισματοποιείον» στην Αθήνα του 1843, επένδυσε όλα του τα χρήματα σε ταξίδια και μηχανήματα για να γνωρίσει στους Ελληνες την άγνωστη έως τότε σοκολάτα.
Αυτοί και πάρα πολλοί άλλοι μοιάζει σαν να πήραν την Ελλάδα από το χέρι και να την οδήγησαν από το χύμα στη συσκευασία, από τα τσουβάλια στα ράφια, από τα κάρβουνα στα αγαθά του ηλεκτρισμού, από τη Ψωροκώσταινα στην Ελλαδέξ. Και έχω την εντύπωση ότι, στον τομέα τους, τα κατάφεραν καλύτερα απ’ ό,τι οι πολιτικοί στον δικό τους» καταλήγει η Πέπη Ραγκούση
Και εγώ οφείλω να μνημονεύσω Στράτους και Κατσάμπα, που δημιούργησαν την κολοσσιαία Πειραϊκή Πατραϊκή, και τον κορυφαίο όλων Μποδοσάκη Αθανασιάδη, πρωτοπόρο στην εκβιομηχάνιση της Ελλάδας, δημιούργημα του οποίου και η ΠΥΡΚΑΛ.
Στο τεράστιο οικόπεδό της ανακοινώθηκε ότι θα μεταφερθούν εννέα υπουργεία και η όλη εγκατάσταση αποφάσισε η κυβέρνηση να φέρει το όνομα του στελέχους της Ανανεωτικής Αριστεράς, δημάρχου Υμηττού Ανδρέα Λεντάκη, αντί του δημιουργού της πρώτης πολεμικής βιομηχανίας της Ελλάδας Μποδοσάκη. Τι ντροπή…