Πολλά εναλλακτικά σχέδια δηλώσεων φέρεται να είχε προετοιμάσει το επιτελείο του Νίκου Δένδια ώστε να διασφαλίσει ότι θα απαντήσει επαρκώς και αναλόγως με όσα θα έλεγε δημοσίως ο Μεβλούτ Τσαβούσογλου στην «επεισοδιακή», όπως εξελίχθηκε, συνέντευξη Τύπου της περασμένης Πέμπτης, μετά το πέρας των συναντήσεων των δύο υπουργών Εξωτερικών, αλλά επίσης του κ. Δένδια με τον τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Η λεκτική αντιπαράθεση των επικεφαλής της ελληνικής και της τουρκικής διπλωματίας δεν προσέθεσε τίποτα νεότερο σε όσα είναι ήδη ευρέως γνωστά σχετικά με τις διαφορές που υπάρχουν στις διμερείς σχέσεις.
Ωστόσο, η τοποθέτηση του κ. Δένδια και το ξεκαθάρισμα των «κόκκινων γραμμών» λειτούργησε και ως «βαλβίδα αποσυμπίεσης». Εδειξε ότι η Αθήνα δεν έχει λόγο «να παίζει άμυνα» στις τουρκικές αναθεωρητικές διεκδικήσεις – ενώ ικανοποίησε και σημαντικό κομμάτι της κοινής γνώμης. Κατέδειξε επίσης ότι η Αθήνα δεν κινείται με την αφέλεια ότι απλώς «θα γυρίσει ο διακόπτης» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις και όλα θα εισέλθουν σε μια κανονικότητα.
Δύσβατος δρόμος για ομαλοποίηση
Η άποψη ότι ο δρόμος για την ομαλοποίηση είναι δύσβατος αποτελεί κοινό τόπο τόσο στο Μέγαρο Μαξίμου όσο και στο υπουργείο Εξωτερικών. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Νίκος Δένδιας είχαν άλλωστε εις βάθος συνομιλία τόσο πριν όσο και μετά την επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών στην τουρκική πρωτεύουσα, ευρισκόμενοι σε απόλυτο συντονισμό και ευθυγράμμιση. Δεν πρέπει επίσης να αγνοείται ότι οι δυσκολίες προόδου έχουν καταδειχθεί στους τελευταίους δύο γύρους των διερευνητικών επαφών με την Αγκυρα να προσέρχεται σε αυτούς με άκρως μαξιμαλιστικές θέσεις. Παράλληλα, επιμένει να θέλει να αλλάξει τη φύση και τον χαρακτήρα των συνομιλιών, επιμένοντας να ονομάζει τις διερευνητικές (exploratory) επαφές ως «συμβουλευτικές» (consultative) με σκοπό να τις πολιτικοποιήσει για να διευρύνει το περιεχόμενό τους. Ωστόσο, η Αθήνα εμφανίζεται έτοιμη να προωθήσει μια διμερή θετική ατζέντα – υπό όρους – με έμφαση στο οικονομικό πεδίο. Η άποψη τόσο του Πρωθυπουργού όσο και των στενών συνεργατών του είναι ότι αυτή η ατζέντα είναι αμοιβαία επωφελής και μπορεί να προχωρήσει.
Η πρόσκληση Ερντογάν
Η αιφνίδια κίνηση της τουρκικής πλευράς να προτείνει συνάντηση του κ. Δένδια με τον κ. Ερντογάν – την οποία μετέφερε ο τούρκος πρέσβης στην Αθήνα Μπουράκ Οζουγκεργκίν – το απόγευμα της Τετάρτης προς τον γενικό γραμματέα του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, πρέσβη Θεμιστοκλή Δεμίρη, προβλημάτισε αρχικά την ελληνική πλευρά, αλλά όχι σε σημείο που να μεταβάλει τους σχεδιασμούς της. Η εκτίμηση που υπάρχει στην κυβέρνηση είναι ότι στην τρέχουσα συγκυρία η Τουρκία επιδιώκει μία πολυδιάστατη αναδίπλωση και επανατοποθέτηση στον γεωπολιτικό χάρτη της περιοχής και η Αθήνα θα πρέπει να το εκμεταλλευθεί. Η απόπειρα επαναπροσέγγισης με την Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) – με ορίζοντα τον Ιούνιο – έχει ξεκάθαρη στόχευση για την Αγκυρα. Η δυσχερής οικονομική κατάσταση απαιτεί ορισμένα «καλά νέα» και η ανακοίνωση περί αναβάθμισης της Τελωνειακής Ενωσης θα ήταν ένα καλό σημάδι για τις αγορές. Η Τουρκία θα επιθυμούσε να διαχειριστεί τα ευρωτουρκικά ανεξάρτητα από τα ελληνοτουρκικά, εξ ου και η αναφορά του κ. Τσαβούσογλου ότι «η αναζήτηση λύσεων με τη συμμετοχή τρίτων δεν είναι η σωστή προσέγγιση». Ωστόσο, η Ελλάδα είναι αποφασισμένη να αξιοποιήσει τους μοχλούς που διαθέτει, και η ΕΕ είναι ένας από αυτούς. Το «μπρα-ντε-φερ» θα είναι δύσκολο.
Η εμμονή με τη μειονότητα
Οπως «Το Βήμα» πληροφορείται, η συνάντηση του κ. Δένδια με τον τούρκο πρόεδρο πραγματοποιήθηκε σε θετικό κλίμα και πήγε αρκετά καλά. Δεν υπήρξε κάτι που να εκπλήξει τον έλληνα υπουργό Εξωτερικών, συγκρατείται όμως η επίμονη επανάληψη του τούρκου προέδρου των θέσεων και των απόψεών του για τη μειονότητα της Θράκης. Αυτός ήταν, εκτιμάται, ο λόγος που λίγο αργότερα ο κ. Τσαβούσογλου ανέδειξε με έμφαση τα περί των «τούρκων ομοεθνών» ήδη από την πρωτολογία του – με αποτέλεσμα να προκαλέσει την ευθεία απάντηση του κ. Δένδια που επικαλέστηκε τη Συνθήκη της Λωζάννης περί μουσουλμανικής μειονότητας.
Η επιμονή του κ. Ερντογάν στο ζήτημα της μειονότητας εντάσσεται πλήρως στο αφήγημά του για την προάσπιση των δικαίων των απανταχού μουσουλμάνων και του ηγετικού ρόλου που διεκδικεί στον μουσουλμανικό κόσμο η Τουρκία – ένα αφήγημα που έχει μεθοδικά οικοδομήσει ο Ιμπραχίμ Καλίν, ο στενότερος σύμβουλος και εξ απορρήτων του τούρκου προέδρου. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι την Παρασκευή, μία ημέρα μετά τη συνάντησή του με τον κ. Δένδια, ο κ. Ερντογάν επανέφερε το θέμα της εκλογής μουφτή στη Δυτική Θράκη, εξισώνοντας τον θεσμό με αυτόν του Οικουμενικού Πατριάρχη και μιλώντας ουσιαστικά με «αρχιμουφτή» που θα εκπροσωπεί όλους τους μουσουλμάνους στην Ελλάδα. Είναι όμως προφανές για τους γνώστες του παρασκηνίου ότι ο τούρκος ηγέτης επιμένει στο σημείο αυτό να επικαλείται τη Συνθήκη των Αθηνών του 1913 και να αγνοεί, επιμελώς, τη Συνθήκη της Λωζάννης που ακολούθησε 10 χρόνια αργότερα.
Οι διαφωνίες παραμένουν
Ο κ. Τσαβούσογλου επανέλαβε ότι η Αγκυρα επιθυμεί έναν διάλογο άνευ όρων και προϋποθέσεων. Οι προθέσεις του τούρκου υπουργού Εξωτερικών είχαν διαφανεί, ως φαίνεται, από την κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον κ. Δένδια, όταν ξεδίπλωσε όλη τη σκληρή τουρκική ατζέντα με έμφαση στην αποστρατιωτικοποίηση και σε θέματα κυριαρχίας νήσων. Το ζήτημα του διαλόγου άνευ όρων είναι κάτι με το οποίο η Αθήνα κάθετα διαφωνεί και ήταν ένα από τα «αγκάθια» που δεν επέτρεψαν ποτέ να προχωρήσει ουσιαστικά η γερμανική διαμεσολάβηση μέσω της «τριμερούς του Βερολίνου». Τότε, η Τουρκία είχε αρνηθεί να δεχθεί ένα μορατόριουμ αδειοδοτήσεων, ερευνών και γεωτρήσεων στην Ανατολική Μεσόγειο – πριν «κρυφτεί» πίσω από την υπογραφή της ελληνοαιγυπτιακής συμφωνίας οριοθέτησης Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) για να υπαναχωρήσει από την επανάληψη των διερευνητικών επαφών τον περασμένο Αύγουστο και ενώ διατηρείτο ανέπαφο το τουρκολιβυκό Μνημόνιο. Ολα τα παραπάνω ώθησαν τον κ. Δένδια να θέσει όχι μόνο το «casus belli» και τις υπερπτήσεις ελληνικών εδαφών, αλλά επίσης την ανάγκη σταθερής αποκλιμάκωσης και να προτάξει τον σεβασμό της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS) ως βάση των συνομιλιών για τις θαλάσσιες ζώνες.
Τα 15+8 μέτρα που μπορούν να φέρουν πιο κοντά Αθήνα – Αγκυρα
Ενα σημείο που δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο είναι ότι η Αθήνα θέλει, παράλληλα, να διερευνήσει τις πιθανότητες επαναφοράς μιας θετικής ατζέντας στις διμερείς σχέσεις – φυσικά υπό όρους. Ο «παίκτης»-κλειδί από ελληνικής πλευράς θα είναι ο υφυπουργός Εξωτερικών, αρμόδιος για την οικονομική διπλωματία Κώστας Φραγκογιάννης, που συνόδευε τον κ. Δένδια στην Αγκυρα, με σημείο-επαφής από την τουρκική πλευρά τον υφυπουργό Εξωτερικών Σεντάτ Ονάλ (που ηγείται και της τουρκικής αντιπροσωπείας στις διερευνητικές επαφές). Η Αθήνα κατέθεσε έναν κατάλογο 15 μέτρων που θα μπορούσαν να προωθηθούν. Ορισμένα από αυτά χρονίζουν από τη δεκαετία του 1970 και άλλα έχουν τεθεί στους διαδοχικούς κύκλους διαπραγματεύσεων μέχρι σήμερα. Η τουρκική πλευρά προσέθεσε άλλα οκτώ μέτρα προς συζήτηση.
Διπλωματικές πηγές αναφέρουν ότι οι εν λόγω πτυχές συνεργασίας επικεντρώνονται, μεταξύ άλλων, στην επανενεργοποίηση διαφόρων κοινών επιτροπών και ομάδων εργασίας που στόχο έχουν την ενίσχυση και διευκόλυνση του διασυνοριακού εμπορίου (οδικώς, σιδηροδρομικώς και διά θαλάσσης), τη συνεργασία στον τομέα του τουρισμού, του περιβάλλοντος, των τηλεπικοινωνιών, καθώς και την εν γένει επιχειρηματική συνεργασία. Η υπόθεση της δεύτερης γέφυρας των Κήπων, η ακτοπλοϊκή σύνδεση Σμύρνης – Θεσσαλονίκης και η σιδηροδρομική σύνδεση Κωνσταντινούπολης – Θεσσαλονίκης είναι ορισμένα ειδικότερα μέτρα που αναμένεται να εξεταστούν.