Δεκατέσσερις μήνες κοντά από το πρώτο κρούσμα στη χώρα μας και σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες για την πορεία της πανδημίας, αυτό που μπορεί να διαπιστώσει κανείς είναι ότι η μάχη με τον κορωνοϊό δύσκολα θα τελειώσει.
Αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς, η πανδημία δεν έχει ορατό τέλος, παρά τη μεγάλη – ίσως μόνη – ελπίδα του μαζικού εμβολιασμού του πληθυσμού, που, δυστυχώς για εμάς, ακόμη δεν έχει επιτευχθεί ούτε στην Ευρωπαϊκή Ενωση ούτε στην Ελλάδα.
Αντίθετα, αυτό που φαίνεται να ριζώνει είναι η αβεβαιότητα για την αυριανή ημέρα, την επόμενη εβδομάδα, το Πάσχα, το καλοκαίρι, για όλη τη χρονιά.
Και πώς να μη ριζώσει η αβεβαιότητα όταν ο Σωτήρης Τσιόδρας, ανάμεσα σε επτά διακεκριμένους λοιμωξιολόγους, διαφωνεί με το άνοιγμα των σχολείων που μέχρι τώρα ανοιγοκλείνει ανεπιτυχώς η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως;
Πώς να μη ριζώσει όταν οι οδηγίες για τις παρενέργειες του εμβολίου της Οξφόρδης έχουν δημιουργήσει στους περισσότερους τη διαταραχή της εποχής, το «άγχος-Zeneca» – όπως το λέμε -, που συνδέεται με τον κίνδυνο να πεθάνεις από το εμβόλιο κι όχι από τον κορωνοϊό;
Κι αν όλα αυτά θεωρηθούν υπερβολή, πώς να κλείσεις τα μάτια στους αριθμούς της πανδημίας, πώς να κλείσεις τα αφτιά στους επιστήμονες που υποστηρίζουν ότι «βρίσκονται σε μια άνιση μάχη»; Οταν χάνεται το 60% των ασθενών που μπαίνουν στις ΜΕΘ, όταν τους βλέπεις σοκαρισμένους μετά τις υπερ-24ωρες κοπιώδεις βάρδιες στις Εντατικές να βιώνουν την κατάρρευση υγιών μέχρι πρότινος οργανισμών και στο τέλος τον θάνατο ασθενών όλο και νεότερων ηλικιών;
Τις ριζωμένες πια αμφιβολίες για την άγνωστη πορεία της πανδημίας τις διακρίνεις πλέον στο βλέμμα και στις δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών που καταφεύγουν σε κλισέ για να προσπεράσουν τις δύσκολες απαντήσεις στα καθημερινά ερωτήματα για την πορεία της και τις αποφάσεις που τη μια παίρνουν και την άλλη ακυρώνουν.
Με όλα αυτά πώς μπορείς να προσπεράσεις το σύνθημα που γέμισε τους τοίχους της Αθήνας και απευθύνεται προφανώς στην κυβέρνηση: «Καραντίνα ή κανονικότητα, τι… πουλάμε σήμερα;».