Για μια χώρα μεγάλη, αλλά με την εξωτερική της πολιτική πάντα να χαρακτηρίζεται από μια προσπάθεια προσεκτικών βημάτων, ο υπουργός Εξωτερικών της Κίνας Γουάνγκ Γι είναι ένας ιδιαίτερα δραστήριος άνθρωπος.
Πριν από λίγο καιρό είχε στην Αλάσκα την πρώτη του συνάντηση με το Αμερικανό ομόλογό του Άντονι Μπλίνκεν σε μια συνάντηση που κατέληξε σε έντονη φραστική αντιπαράθεση. Λίγες μέρες μετά συναντήθηκε με τον Ρώσο ΥΠΕΞ Σεργκέι Λαβρόφ και καταδίκασαν από κοινού την τάση των δυτικών κυβερνήσεων για κυρώσεις και για ανάμειξη στα εσωτερικά άλλων χωρών.
Μετά πήγε στην Μέση Ανατολή, όπου επισκέφτηκε και χώρες που παραδοσιακά κατατάσσονται στις παραδοσιακές συμμαχίες των ΗΠΑ, ανάμεσά τους τη Σαουδική Αραβία και την Τουρκία.
Και βέβαια επισκέφτηκε και το Ιράν, όπου υπέγραψε μια μεγάλης κλίμακας συμφωνία επενδύσεων και συνεργασίας.
Εάν συνδυάσουμε αυτή την κινητικότητα με την ομιλία που απηύθυνε ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ, με την ευκαιρία της παράδοσης άλλης μιας παρτίδας κινεζικών εμβολίων, αλλά και τις δηλώσεις του ότι η Κίνα θα εργαστεί για να αναβαθμίσει τις σχέσεις της με τη Βόρεια Κορέα, καταλαβαίνουμε ότι την ώρα που οι ΗΠΑ κλιμακώνουν τον «Νέο Ψυχρό Πόλεμο» και την πίεση προς την Τουρκία, ιδίως με το ζήτημα των Οιγούρων, η Κίνα απαντά με την διεκδίκηση ενός ολοένα και πιο αναβαθμισμένου διεθνούς ρόλου.
Μια ιρανοκινεζική συμφωνία 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων
Η συμφωνία αυτή, που είχε πρωτοπροταθεί από τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίγκ κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψής του στην Τεχεράνη το 2016 και αφορά ένα γενναίο πρόγραμμα κινεζικών επενδύσεων, συνολικού ύψους 400 δισεκατομμυρίων δολαρίων (σύμφωνα με τα δυτικά ΜΜΕ) σε βάθος 25 ετών και θα επεκτείνει ιδιαίτερα την παρουσία της Κίνας στον τραπεζικό τομέα του Ιράν, στις τηλεπικοινωνίες, τα λιμάνια, τους σιδηροδρόμους και πολλούς άλλους τομείς.
Σε αντάλλαγμα η Κίνα θα λαμβάνει από το Ιράν μια σταθερή ροή ιρανικού πετρελαίου για τα επόμενα 25 χρόνια και μάλιστα σε συμφέρουσα τιμή. Ταυτόχρονα, η συμφωνία περιλαμβάνει και αυξανόμενη στρατιωτική συνεργασία, κοινές ασκήσεις, κοινή έρευνα σε οπλικά συστήματα και συνεργασία των υπηρεσιών πληροφοριών.
Ένα σχέδιο της συμφωνίας που είχε διαρρεύσει το 2020 περιλάμβανε αεροδρόμια, σιδηροδρόμους υψηλής ταχύτητας αλλά και ζώνες ελεύθερου εμπορίου για την Κίνα σε κρίσιμα σημεία στο Ιράν, όπως επίσης και προτάσεις για κινεζικές επενδύσεις στη διαμόρφωση του δικτύου 5G στο Ιράν αλλά και προτάσεις για να αποκτήσει η Ισλαμική Δημοκρατία μεγαλύτερο έλεγχο πάνω στην πρόσβαση στο διαδίκτυο των πολιτών της.
Είναι προφανές ότι μια τέτοια συμφωνία σε μεγάλο βαθμό έρχεται να αντισταθμίσει το πραγματικό κόστος από τις αμερικανικές κυρώσεις μέχρι τώρα, την ώρα που η Κίνα εξασφαλίζει άλλη μια σταθερή πηγή χρηματοδότησης.
Η Κίνα παραμένει ο μεγαλύτερος εισαγωγέας αργού πετρελαίου, ξεπερνώντας και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 2019 οι εισαγωγές αργού πετρελαίου της Κίνας άγγιξαν τα 10,1 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα.
Αντίστοιχα, το Ιράν σε αυτή τη χρειαζόταν μια τέτοια σημαντική οικονομική ενίσχυση, που εκτός των άλλων θα του επιτρέψει και να αυξήσει την παραγωγή αργού πετρελαίου σε κλίμακα τέτοια που να το καθιστά παίκτη στη διεθνή αγορά.
Η Κίνα ούτως ή άλλως κάνει εισαγωγές από το Ιράν, συνήθως εξασφαλίζοντας ότι αυτές καταγράφονται ως εισαγωγές από τη Μαλαισία ή άλλες χώρες.
Η γεωπολιτική στόχευση
Οι δηλώσεις του Γουάνγκ Γι κατά τη συνάντηση που είχε με τον Ιρανό Πρόεδρο Χασάν Ρουχανί ήταν χαρακτηριστικές ως προς τη συνολικότερη γεωπολιτική σημασία της συμφωνίας.
Ο Κινέζος ΥΠΕΞ υπογράμμισε ότι η Κίνα υποστηρίζει το Ιράν στην προάσπιση της εθνικής του κυριαρχίας και εθνικής αξιοπρέπειας και ότι υποστηρίζει το Ιράν στην προάσπιση του δικού του αναπτυξιακού δρόμου. Επιπλέον, υπογράμμισε ότι η Κίνα αντιτίθεται στην επιβολή μονομερών κυρώσεων στο Ιράν και ότι θεωρεί ότι οι κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στο Ιράν αποτελούν παραβίαση του διεθνούς δικαίου.
Μάλιστα ο επικεφαλής της κινεζικής διπλωματίας έσπευσε να επιμείνει στη σημασία που έχει και το «σχέδιο πέντε σημείων» που έχει παρουσιάσει το Πεκίνο για τη Μέση Ανατολή και το οποίο στηρίζεται στις ακόλουθες πέντε αρχές: (α) τον αμοιβαίο σεβασμό, (β) την ισότητα και τη δικαιοσύνη, ξεκινώντας από μια δίκαιη λύση στο Παλαιστινιακό, (γ) τη επίτευξη της μη διάδοσης των πυρηνικών όπλων, με αφετηρία την επανεκκίνηση της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και την άρση των κυρώσεων, (δ) την από κοινού προώθηση της συλλογικής ασφάλειας μέσα από την προώθηση ενός πολυμερούς διαλόγου στην περιοχή και (ε) την επιτάχυνση της αναπτυξιακής συνεργασίας.
Μάλιστα, έχει ενδιαφέρον ότι ως προς το Παλαιστινιακό η Κίνα διεκδικεί να παίξει ρόλο, προτείνοντας μια διάσκεψη στο Πεκίνο, με συμμετοχή και Παλαιστινίων αλλά και Ισραηλινών, στοιχείο που επίσης αποτυπώνει διεκδίκηση ενός ευρύτερου ρόλου.
Παρότι τα κινεζικά ΜΜΕ έσπευσαν να πουν ότι οι αναφορές σε ιστορική συμφωνία ή σε επενδύσεις 400 δισεκατομμυρίων είναι τμήματα μιας δυτικής προπαγάνδας σε σχέση με το φυσιολογικό βάθεμα των διμερών σχέσεων ανάμεσα σε Κίνα και Ιράν και προσπάθεια να ενισχυθεί η εικόνα μιας «κινεζικής απειλής», είναι σαφές ότι η Κίνα κάνει με αυτόν τον τρόπο μια αποφασιστική κίνηση, κατοχυρώνοντας όχι μόνο μια πολιτική παρουσία σε μια κρίσιμη περιοχή, αλλά εξασφαλίζοντας την επέκταση της στρατηγικής «Μία ζώνη – ένας δρόμος».
Τα όρια της αμερικανικής πολιτικής
Όλα αυτά αποτυπώνουν και τα αποτελέσματα των αμερικανικών επιλογών σε σχέση με το Ιράν.
Η συμφωνία του 2015 για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, αποτέλεσε μια στιγμή ρεαλιστικής αναμέτρησης με την πραγματικότητα για την αμερικανική διπλωματία, ενώ προσέφερε ανακούφιση και στους άλλους δυτικούς συμμάχους των ΗΠΑ.
Όμως, η κυβέρνηση Τραμπ είχε εξαρχής επενδύσει στη στοχοποίηση του Ιράν ως μεγάλου αντιπάλου των ΗΠΑ στην περιοχή, ενώ προς την ίδια κατεύθυνση έσπρωχναν και χώρες συμμαχικές όπως η Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ που κατεξοχήν θέλουν να ανακόψουν την κατοχύρωση σημαίνοντος ρόλου που έχει κατοχυρώσει το Ιράν μέσα από τη στρατηγική του «άξονα της αντίστασης».
Αυτό εξηγεί τη μονομερή αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συμφωνία και την επιβολή μονομερών κυρώσεων. Όμως, η μέχρι τώρα εμπειρία έχει δείξει ότι τέτοιες κινήσεις δεν πτοούν την ιρανική ηγεσία. Άλλωστε, η διαπίστωση ότι στο Ιράν διατηρείται ένας βαθμός συσπείρωσης γύρω από την υπεράσπιση της χώρας, κάτι που ενισχύεται και από την ύπαρξη θεσμών όπως οι εκλογές, σημαίνει ότι είναι εκ προοιμίου καταδικασμένα τυχόν σχέδια για «αλλαγή καθεστώτος».
Η κυβέρνηση Μπάιντεν υποτίθεται ότι επιδιώκει να επιστρέψουν οι ΗΠΑ στη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα. Όμως, ο τρόπος που μεθοδεύει αυτή τη διαδικασία, με το να ζητά διαπραγματεύσεις με τις κυρώσεις εν ισχύ αντί να προχωρά σε άμεση αναίρεση των κυρώσεων που επέβαλε ο Ντόναλντ Τραμπ, μέχρι τώρα έχει μάλλον οδηγήσει στο αντίθετο αποτέλεσμα, δηλαδή σε μια όξυνση της ιρανικής στάσης, με το Ιράν να έχει προχωρήσει και σε αύξηση του ποσοστού εμπλουτισμού ουρανίου.
Η αναδυόμενη νέα αρχιτεκτονική
Την ώρα που οι ΗΠΑ φαίνεται να οδεύουν ολοένα και περισσότερο σε μια στρατηγική γεωπολιτικής πόλωσης κυρίως με τη Ρωσία αλλά ως ένα βαθμό και με την Κίνα και πιέζουν τους συμμάχους τους να συστρατευτούν σε αυτή την κατεύθυνση (ενδεικτική η επιμονή και της νέας αμερικανικής κυβέρνησης να πιέζει τη Γερμανία να μην ολοκληρώσει τον αγωγό Nord Stream 2), φαίνεται να διαμορφώνεται και η αντίπαλη δυναμική.
Η αναβάθμιση της συνεργασίας ανάμεσα στη Ρωσία και την Κίνα, που συμβολικά επικυρώθηκε και στην πρόσφατη επίσκεψη του Σεργκέι Λαβρόφ στην Κίνα, η συμφωνία με το Ιράν αλλά και άλλες παράλληλες εξελίξεις, όπως π.χ. η επιμονή της Ινδίας να προμηθευτεί ρωσικές πυραυλικές συστοιχίες S-400, αλλά και η συνεχιζόμενη προσπάθεια της Κίνας να διατηρήσει τη δυναμική της στρατηγικής «Μία ζώνη – ένας δρόμος», όλα αυτά παραπέμπουν στη διαμόρφωση νέων συμμαχιών, έστω και τακτικών και σε πραγματικά όρια στην προσπάθεια των ΗΠΑ να επικυρώσουν την πρωτοκαθεδρία τους σε όλα τα επίπεδα.