Στις προκλήσεις των παγκόσμιων αγορών στην μετά COVID εποχή, επικεντρώθηκε σχετικό διαδικτυακό συνέδριο με τον τίτλο «Market Challenges In The Post Covid -19 Era» που διοργάνωσε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Στο πρώτο πάνελ όπου αναλύθηκαν οι Ευρωπαϊκές ρυθμιστικές και εποπτικές προκλήσεις στην μετά COVID εποχή, μίλησαν οι Πρόεδροι των εποπτικών αρχών του Βελγίου κ. JeanPaul Servais (ο οποίος είναι επίσης Αντιπρόεδρος του ΔΣ της IOSCO, και Πρόεδρος του IFRS Foundation Monitoring Board, της European Regional Committee της IOSCO και του Audit Committee της IOSCO), της Ιταλίας κ. Carmine Di Noia (ο οποίος είναι επίσης Πρόεδρος των επιτροπών της ESMA, Committee for Economic and Markets Analysis & Post Trading Standing Committee και Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Εταιρικής Διακυβέρνησης του ΟΟΣΑ) και της Ισπανίας κ. Rodrigo Buenaventura (ο οποίος είναι επίσης Πρόεδρος της επιτροπής της ESMA Investor Protection and Intermediaries Standing Committee) και η Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς κα Βασιλική Λαζαράκου (η οποία είναι και Μέλος του ΔΣ της ESMA & Πρόεδρος της Κοινής Επιτροπής των τριών εποπτικών αρχών για τις Τιτλοποιήσεις (Joint Committee on Securitizations). Συντονιστής ήταν ο κ. Χρήστος Γκόρτσος, Καθηγητής Δημόσιου Οικονομικού Δικαίου, Νομική Σχολή ΕΚΠΑ και Πρόεδρος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων της Ε.Κ. για θέματα Ευρωπαϊκής Ένωσης Κεφαλαιαγορών.
Κατά την τοποθέτησή του ο κ. Jean-Paul Servais, αναφέρθηκε σε μια σειρά εποπτικών προκλήσεων στην εποχή μετά τον COVID, τόσο στην ΕΕ όσο και διεθνώς. Ιδίως, αναφέρθηκε στο αυξημένο ενδιαφέρον των ιδιωτών επενδυτών στις κεφαλαιαγορές, όπως παρατηρήθηκε κατά την περίοδο COVID. Η τάση αυτή όπως ανέφερε χαρακτηριστικά αυξάνει την ανάγκη για κατάλληλους κανόνες προστασίας των επενδυτών και περαιτέρω πρωτοβουλίες για θέματα εκπαίδευσης των επενδυτών. Ανέπτυξε ακόμα τους κινδύνους που σχετίζονται με την ψηφιοποίηση που έχει έρθει στο επίκεντρο και την ισχυρή δυναμική για την κλιμάκωση των βιώσιμων επενδύσεων. Τέλος, αναφέρθηκε στην ανάγκη διεθνούς συνεργασίας και στον καίριο ρόλο του IOSCO, δεδομένου του διασυνοριακού χαρακτήρα αυτών των προκλήσεων.
Σύμφωνα με τον κ. Carmine Di Noia, η Ένωση Κεφαλαιαγορών (CMU) είναι το φιλόδοξο σχέδιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη δημιουργία μιας ενιαίας αγοράς κεφαλαίων. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά «Πιστεύουμε ότι το τρέχον γεωπολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον (Brexit, Covid-19 και σενάριο χαμηλών επιτοκίων) συνεπάγεται κινδύνους αλλά και ευκαιρίες για την Ένωση Κεφαλαιαγορών. Αντιμετωπίζουμε μια άνευ προηγουμένου ζήτηση για (μετοχικό) κεφάλαιο, αλλά ανεπαρκή προσφορά: Η CMU και η επανάσταση της ψηφιακής χρηματοδότησης μπορούν να βοηθήσουν μια βιώσιμη οικονομική ανάκαμψη και ανάπτυξη των κεφαλαιαγορών».
Οι τρεις κύριες προτεραιότητες για την Ένωση Κεφαλαιαγορών μπορεί να είναι: i) η αύξηση της συμμετοχής των ιδιωτών επενδυτών στις κεφαλαιαγορές ii) ένα ενιαίο (ψηφιακό) μέρος για την λήψη τυποποιημένων και συγκρίσιμων πληροφοριών σχετικά με τις εταιρείες και τις αγορές iii) αναλογικότητα στη ρύθμιση και την εποπτεία μέσω αποτελεσματικότερης σύγκλισης των εποπτικών πρακτικών και ένας ισχυρότερος ρόλος για την ΕΑΚΑΑ από κοινού με τις εθνικές αρμόδιες αρχές. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο κ. Rodrigo Buenaventura, η προστασία των επενδυτών θα συνεχίσει να αποτελεί τη βασική προτεραιότητα των εποπτικών αρχών, ακόμη περισσότερο σε μια πιο προηγμένη Ένωση Κεφαλαιαγορών.
Ορισμένες περιπτώσεις (Gamestop) έδειξαν ότι σε περιπτώσεις ‘συνδεόμενων συναλλαγών’ από μια πληθώρα επενδυτών μπορεί να ανακύπτουν κίνδυνοι για την ακεραιότητα της αγοράς αλλά και για τους ίδιους τους επενδυτές. Και συνέχισε αναφέροντας πως οι επόπτες οφείλουν να προσαρμόσουν τον τρόπο που παρακολουθούν τις αγορές αλλά και να αλληλεπιδρούν με τις αγορές σχετικά με τις νέες μορφές συναλλαγών ενώ οι ιδιώτες επενδυτές οφείλουν να βελτιώνουν τις γνώσεις τους σχετικά με τους κανόνες προκειμένου να υπάρχει ομαλή λειτουργία της αγοράς.
Κατά την τοποθέτησή του δήλωσε ακόμα πως «Όσον αφορά σε περισσότερες επενδύσεις από ιδιώτες επενδυτές σε ΜμΕ (ένας άλλος στόχος της CMU) πιστεύω ότι η διαφοροποίηση και η έρευνα θα είναι ουσιαστικής σημασίας και οι συλλογικές επενδύσεις μπορεί να είναι ο έξυπνος τρόπος για να τις συνδυάσουν».
Η κα Λαζαράκου επεσήμανε ότι κατά την περίοδο της κρίσης της πανδημίας οι Ευρωπαίοι επόπτες κατάφεραν να συντονίσουν τις ενέργειές τους για θέματα που αφορούσαν συνολικά τις αγορές της ΕΕ. Στη συνέχεια, προχώρησε σε μια σύνοψη των νομοθετικών πρωτοβουλιών στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Πακέτου Στήριξης που προωθούνται αυτή την περίοδο ως απάντηση στην πανδημία και στον τρόπο με τον οποίο αυτές θα αλλάξουν το επενδυτικό τοπίο και την καθημερινότητα των εποπτικών αρχών.
Ανέλυσε τις τρεις Ευρωπαϊκές νομοθετικές παρεμβάσεις, όσον αφορά τις τροποποιήσεις που έγιναν συγκεκριμένα: Α) στον Κανονισμό για το Ενημερωτικό Δελτίο με την υιοθέτηση του «Ευρωπαϊκού Ενημερωτικού Δελτίου Ανάκαμψης – EU Recovery Prospectus», Β) στην Οδηγία για τις Αγορές Χρηματοπιστωτικών Μέσων (MiFIDII) και τα θέματα της προστασίας των επενδυτών και Γ) στο πλαίσιο για τις τιτλοποιήσεις με ειδική αναφορά στην επέκταση των κριτηρίων της απλής, διαφανούς και τυποποιημένης τιτλοποίησης στις σύνθετες τιτλοποιήσεις καθώς και στην απομάκρυνση ρυθμιστικών περιορισμών στις τιτλοποιήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Ερωτώμενη σχετικά με τις προτεραιότητες της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, η κα Λαζαράκου τόνισε, ότι, πέραν των προτεραιοτήτων που αναφέρθηκαν από όλους τους προέδρους ως κοινές, δηλαδή τα θέματα του ESG, του ψηφιακού μετασχηματισμού και της αξιοποίησης δεδομένων, η Ε.Κ. θα συμβάλλει σε βελτιώσεις της εθνικής νομοθεσίας τόσο όσον αφορά στην αναθεώρηση του Οργανισμού της Ε.Κ. ώστε να εξαλειφθούν διοικητικές αγκυλώσεις και να ενισχυθεί περαιτέρω η ανεξαρτησία της, όσο και προς το συνολικότερο πλαίσιο ώστε η κεφαλαιαγορά να καταστεί αποτελεσματικός μηχανισμός χρηματοδότησης της ελληνικής οικονομίας.
Εξελίξεις και προκλήσεις
Στις εξελίξεις τις προκλήσεις για την ελληνική αγορά αναφέρθηκαν από πλευράς του οι συμμετέχοντες του δεύτερου πάνελ του συνεδρίου, με συντονιστή τον κ. Νικόλαο Κονταρούδη, Α’ Αντιπρόεδρο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Ο Γενικός Διευθυντής ΙΟΒΕ και Καθηγητής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, κ.Νίκος Βέττας εστίασε στο πώς χαρακτηριστικά της χρηματοδότησης στην Ελληνική οικονομία επηρεάζουν την παραγωγική δομή της όπως και στην ανάγκη ενίσχυσης της εγχώριας κεφαλαιαγοράς ως προϋπόθεση για την αύξηση της παραγωγικότητας και της εξωστρέφειας των επιχειρήσεων και τελικά για την αναγκαία επίτευξη υψηλών ρυθμών μεγέθυνσης.
O κ. Ηλίας Πλασκοβίτης, Σύμβουλος Διοίκησης της Τράπεζας της Ελλάδας και Αναπλ. Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου παρουσίασε την πρόοδο που έχει συντελεστεί στην αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, τις ενδεχόμενες επιπτώσεις της πανδημίας και τα επόμενα βήματα για την ολική αντιμετώπισή τους.
Ως προς τη Νομισματική Πολιτική ανέφερε πως προκύπτει η συνέχιση της διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής για όσο χρόνο απαιτηθεί προκειμένου να ανακάμψει η οικονομική δραστηριότητα και να εξασφαλιστεί ο στόχος της σταθερότητας των τιμών. Ο κ. Ιωάννης Καραγιάννης μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου και Επικεφαλής της ομάδας Εταιρικής Διακυβέρνησης του ΣΕΒ και Εκτελεστικός Πρόεδρος του Ομίλου Olympia κατά την τοποθέτησή του σημείωσε πως «η ανάδειξη ανταγωνιστικών οικονομιών στην μετά covid-19 εποχή, δεν θα κριθεί μόνο από την αποτελεσματική αξιοποίηση των διαθέσιμων εργαλείων χρηματοδότησης, αλλά και από την ικανότητα διαμόρφωσης του κατάλληλου πλαισίου επιχειρηματικής λειτουργίας με κύριο άξονα την ενίσχυση των φιλοεπενδυτικών του χαρακτηριστικών».
Στις βασικές προτεραιότητες του ελληνικού τραπεζικού συστήματος αλλά και στο ρόλο που θα πρέπει να επιτελέσει ο τραπεζικός κλάδος στη στήριξη νοικοκυριών κι επιχειρήσεων αναφέρθηκε από πλευράς του ο κ. Αναστάσιος Αναστασάτος, Πρόεδρος του Επιστημονικού Συμβουλίου της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών και Επικεφαλής Οικονομολόγος του Ομίλου της Eurobank, αναλύοντας τους τρόπους με τους οποίους οι ελληνικές τράπεζες θα αντιμετωπίσουν τις μεγάλες προκλήσεις της επόμενης δεκαετίας και θα στηρίξουν την αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας.
Ο κ. Σωκράτης Λαζαρίδης, Διευθύνων Σύμβουλος του Oμίλου Χρηματιστηρίου Αθηνών αναφέρθηκε στο πρωτόγνωρο περιβάλλον που διαμόρφωσε η Covid-19, τονίζοντας πως το Χρηματιστήριο, διατηρώντας τον κεντρικό προσανατολισμό λειτουργίας της οργανωμένης αγοράς που εξυπηρετεί την άντληση κεφαλαίων για τις επιχειρήσεις, υιοθέτησε σειρά δράσεων και πρωτοβουλιών με επίκεντρο την παροχή ψηφιακών υπηρεσιών, υπέρ του εγχώριου επιχειρείν, επιβεβαιώνοντας τον στρατηγικό ρόλο του Χρηματιστηρίου στην προσέγγιση και δυναμική επανεκκίνηση του παραγωγικού ιστού της χώρας, προς όφελος της εθνικής οικονομίας.
Ρυθμιστικές παρεμβάσεις
Τις ρυθμιστικές προκλήσεις της Ελληνικής Κεφαλαιαγοράς και το πώς αυτή εντάσσεται στο ευρύτερο περιβάλλον, ανέλυσαν οι συμμετέχοντες του 3ου πάνελ του συνεδρίου με συντονίστρια την κα Αναστασία Στάμου, Αντιπρόεδρο Β’ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. Από πλευράς του ο κ. Θεοφάνης Μυλωνάς Πρόεδρος της Ένωσης Θεσμικών Επενδυτών και Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και Διευθύνων Σύμβουλος της Eurobank Asset Management Α.Ε.Δ.Α.Κ. ανέφερε ότι «έχει έρθει η στιγμή να μεγαλώσει το κομμάτι των θεσμικών επενδύσεων στην Ελλάδα», κάτι που όπως εξήγησε θα σηματοδοτήσει και την ανάπτυξη της οικονομίας, όπως μαρτυρούν διεθνή παραδείγματα. Όπως σημείωσε μεταξύ άλλων, «οι προοπτικές για ανάπτυξη του κλάδου της επαγγελματικής διαχείρισης στην Ελλάδα είναι πραγματικά πολύ μεγάλες. Βλέπουμε ήδη τα πρώτα δείγματα αλλά πιστεύω ότι τα επόμενα 1-2 χρόνια θα είναι πολύ σημαντικά για την αγορά».
«Πέρα από τις ειδικές συνθήκες που δημιουργεί η πανδημία του κορονοϊού παρατηρείται κι ένα ακόμα πρόβλημα, οι ευρωπαϊκές Κεφαλαιαγορές είναι “κουρασμένες” δεν έχουν την δυναμική αυτών των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου» επεσήμανε από πλευράς του ο κ. Αθανάσιος Κουλορίδας, Πρόεδρος Διοικούσας Επιτροπής της Ένωσης Εισηγμένων Εταιριών και Επίκουρος Καθηγητής Δικαίου Εταιριών και Κεφαλαιαγοράς στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Και τόνισε χαρακτηριστικά πως «Έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην παροχή κινήτρων για την εισαγωγή νέων εταιριών στο ΧΑ και στην περιστολή της υπερ-ρύθμισης της αγοράς».
Ο κ. Ευάγγελος Χαρατσής, Γενικός Γραμματέας του Συνδέσμου Μελών Χρηματιστηρίου Αθηνών δήλωσε κατά την τοποθέτησή του πως «H αναθέρμανση του επενδυτικού ενδιαφέροντος θα πρέπει να γίνει με μέτρα που θα δίνουν κίνητρα για την εισαγωγή και την παραμονή των εταιριών στο ΧΑ, για την επένδυση σε μετοχές για τους ιδιώτες επενδυτές και για την εγκατάσταση και την δημιουργία συλλογικής μορφής επενδυτικών φορέων».
Στο μικρό μέγεθος της ελληνικής αγοράς, το οποίο αποτελεί το βασικότερό πρόβλημά της αφού δεν εναρμονίζεται με τις απαιτήσεις των διεθνών επενδυτών, αναφέρθηκε από πλευράς του ο κ. Ιωάννης Παπαδόπουλος, Πρόεδρος Ένωσης Ελληνικών Εταιριών Επιχειρηματικών Κεφαλαίων ΕΕΕΚ. Σύμφωνα με τον ίδιο «Η αύξηση του ορίου της συμμετοχής των ασφαλιστικών και επαγγελματικών ταμείων σε εναλλακτικές επενδύσεις όπως τα Private equity και venture capital funds σε 10% των διαθεσίμων τους, θα συμβάλει τόσο στην αναπτυξιακή προοπτική της οικονομίας, αλλά το σημαντικότερο θα δώσει και σημαντικές αποδόσεις στα αποθεματικά των ταμείων σε μια περίοδο αρνητικών επιτοκίων».
Τα οφέλη του μετοχικού ακτιβισμού αλλά και την σωστή εφαρμογή της εταιρικής διακυβέρνησης ώστε να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη των επενδυτών υπογράμμισε ο κ. Χαράλαμπος Εγγλέζος, Πρόεδρος του Συνδέσμου Επενδυτών & Διαδικτύου (ΣΕΔ) και ανέφερε χαρακτηριστικά πως η χρηστή και ειλικρινής εφαρμογή του νέου νόμου για την εταιρική διακυβέρνηση θα είναι κομβικής σημασίας στην μετά Covid εποχή.
«Το μεγάλο πρόβλημα στην Ελλάδα είναι ότι δεν υπάρχει ρυθμιστική πρόκληση» τόνισε από πλευράς του ο κ. Ηρακλής Ρούπας, Αντιπρόεδρος του Συνδέσμου Εταιριών Επενδυτικής Διαμεσολάβησης. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο συνδυασμός έλλειψης εγχώριων επενδυτών, καθώς και ικανού αριθμού εισηγμένων, διαμορφώνει ένα πεδίο στρεβλότητας που στο μέλλον θα εμποδίσει την ανάδειξη του εξυγιαντικού και αναπτυξιακού χαρακτήρα του Χρηματιστηρίου.Όπως χαρακτηριστικά δήλωσε «απαιτούνται συγκεκριμένες ενέργειες και μέτρα προκειμένουνα αλλάξουν τόσο το όλο πλαίσιο, όσο και η φιλοσοφία λειτουργίας του χρηματιστηρίου».