Για τις εξελίξεις από το μέτωπο του κορωνοϊού μίλησαν η καθηγήτρια πνευμονολογίας Μίνα Γκάγκα και ο πρόεδρος της πνευμονολογικής εταιρίας Στέλιος Λουκίδης αναφερόμενοι στην πίεση που δέχονται τα νοσοκομεία κατά το τρίτο κύμα της πανδημίας στην χώρα μας και στη διαδικασία αντιμετώπισης των περιστατικών ασθενών με κορωνοϊό που εφαρμόζεται αλλά και στο πώς θα επιτευχθεί ένα ομαλό άνοιγμα του λιανεμπορίου, της εστίασης και των σχολείων στην Ελλάδα.
«Πίεση υπάρχει στο σύστημα Υγείας. Διασωληνώσαμε προχθές ασθενή, έμεινε μιάμιση μέρα στην κλινική και μετακινήθηκε. Από άποψη στρες και άγχους, η πρώτη περίοδος ήταν πιο δύσκολη, γιατί δεν είχαμε εμβολιαστεί. Η πίεση είναι μεγαλύτερη τώρα γιατί έχουμε και νεότερους ανθρώπους που κινδυνεύουν. Οι ασθενείς δεν καταλαβαίνουν πάντα ότι έχουν δύσπνοια, αν δεν τους βοηθήσουμε δεν θα μπορούν να αναπνέουν και έτσι φτάνουμε στη διασωλήνωση. Υπάρχουν ασθενείς που δεν ανταποκρίνονται παρά τα φάρμακα και την χορήγηση οξυγόνου» σημείωσε η κ. Γκάγκα μιλώντας στο Open.
«Παραπάνω βάρος, διαβήτης, υπέρταση, προβλήματα με το θυρεοειδή συνδέονται με βαρύτερη νόσο. Αλλά υπάρχουν και νέοι άνθρωποι χωρίς προβλήματα που νοσούν σοβαρά. Έχουμε διασωληνωμένο 20χρονο και 30χρονο, η μέση ηλικία όμως είναι 50χρονοι και 60χρονοι. Δεν ξέρουμε ποιος θα είναι αυτός που δεν θα πάει καλά, για αυτό και πρέπει να προσέχουμε.
Σύμφωνα με την κ. Γκάγκα «θα μπορέσουμε σταδιακά να ανοίξουμε αν τηρούμε τα μέτρα, τα τεστ (self test) είναι έγκυρα αλλά μπορεί να γίνουν θετικά την επόμενη από την ημέρα που θα το κάνουμε. Η μεγάλη μας ασφάλεια είναι να τηρούμε τα μέτρα. Είναι σημαντικό να ανοίξουν σχολεία και λιανεμπόριο, τηρώντας τα μέτρα. Πιστεύω ότι η επιδημιολογική παρατήρηση θα δείξει αν είναι εφικτό το άνοιγμα στις 5 Απριλίου. Θα είναι πιο ασφαλές να ανοίξουμε πράγματα με μέτρα. Η εστίαση θα πάει τελευταία γιατί αναγκαστικά βγάζεις τη μάσκα, γιατί η διαμόλυνση μπορεί να είναι πάρα πολύ μεγάλη αν υπάρχει έξοδος με άλλη παρέα κάθε φορά».
Ο Στέλιος Λουκίδης, πρόεδρος Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας, σημείωσε ότι η πίεση στο σύστημα Υγείας δεν έχει εξαφανιστεί. «Στην τελευταία εφημερία είχαμε μικρότερο αριθμό εισαγωγών αλλά το κρατάμε με επιφύλαξη. Αν συνεχιστεί θα είναι ένα καλό σήμα ότι μειώνονται οι εισαγωγές. Ο αριθμός τον εξιτηρίων είναι πολύ μεγαλύτερος σε σχέση με το πρώτο κύμα, έχουμε και νεότερες ηλικίες και γίνονται καλά πιο γρήγορα. Δεν φτάσαμε σε σημείο να κάνουμε διαλογή ασθενών, ευτυχώς», ανέφερε.
«Δίνουμε μια μάχη που δεν έχουμε ξαναδώσει σαν υγειονομικοί οπότε είναι για εμάς και ένα μεγάλο στοίχημα και θέλουμε να το κερδίσουμε. Όσοι νοσούν ελαφρά είναι πιο νέοι με λιγότερα νοσήματα, που δεν είναι υπέρβαροι, αλλά υπάρχουν και μελέτες που αφορούν γενετικά στοιχεία, σύμφωνα με τις οποίες υπάρχει γενετική προδιάθεση η οποία συνδέεται με μια επίδραση στον τρόπο που δρα ο ιός», υπογράμμισε.
Σύμφωνα με τον κ. Λουκίδη, το πρόβλημα είναι οι ασυμπτωματικοί και όπως τόνισε «από τα self test μπορούμε να βοηθηθούμε, θα μπορούσαν να ανοίξουν 5 Απριλίου τα σχολεία. Για την εστίαση θα πρέπει να είμαστε πιο προσεκτικοί, αλλά δεν είμαι κατά, αν υπάρχει πιο στενή παρακολούθηση επιδημιολογικά».