O Renzo Piano στα 83 του χρόνια συνεχίζει να διατηρεί τον ενθουσιασμό ενός πρωτόβγαλτου αρχιτέκτονα αλλά και την φλόγα της δημιουργίας.
Μιλώντας στην Jackie Daly για το ένθετο περιοδικό How To Spend It της εφημερίδας Financial Times υποστηρίζει μετά λόγου γνώσεως ότι τα κτήρια μοιάζουν με παιδιά και γι΄αυτό και εκείνος επιθυμεί να έχουν μια ευτυχισμένη ζωή.
Στη φωτογραφία του εξωφύλλου – μια φωτογραφία του Stefan Giftthaler- είναι απλά, επιβλητικός. Με σπορ εμφάνιση θυμίζει τη διαχρονική φιγούρα ενός Αγγλοσάξωνα ακαδημαϊκού που τηρεί τις ενδυματολογικές παραδόσεις και εμπνέει οικειότητα στους συνεργάτες τους.
Το περιοδικό επιλέγει να τον χαρακτηρίζει ως The Enlightened Architect – Ο πεφωτισμένος αρχιτέκτονάς σε ελεύθερη απόδοση στα ελληνικά. Δεν ξέρω αν συμφωνείτε ή διαφωνείτε με την επιλογή του περιοδικού και εν πολλοίς δεν έχει και σημασία. Από την πλευρά μου αν έκανα μια απόπειρα χαρακτηρισμού θα έλεγα για ένα Διανοούμενο αρχιτέκτονα που βρίσκεται σταθερά στη γραμμή του Ουμανισμού που φέρνει μαζί του ο Ευρωπαϊκός Διαφωτισμός.
Ο Piano έχει βάλει την υπογραφή του σε ορισμένα από τα πιο γνωστά πολιτιστικά κέντρα του κόσμου όπως το όπως το Πολιτιστικό Κέντρο Ζορζ Πομπιντού, η ανάπλαση του παλιού λιμανιού της Γένοβας και της πλατείας Πότσδαμ στο Βερολίνο, το κέντρο Πάουλ Κλέε στη Βέρνη, τα καινούργια γραφεία των Νew Υork Τimes, αλλά και η Ακαδημία Επιστημών της Καλιφόρνιας.
Επιπλέον, το λονδρέζικο Shard που φιλοξενεί γραφεία, δωμάτια ξενοδοχείων και restaurants είναι δικό του δημιούργημα, ενώ μέσα στα επόμενα 2-4 χρόνια νέα έργα όπως η Πλατεία Paddington στο Λονδίνο και η Mareterra στο Μονακό θα είναι έτοιμα προς χρήση. Ο ίδιος από το στρατηγείο του στην Γένοβα κοιτά ψηλά σαν τα κτήρια του που θέλουν να πετάξουν και να ταξιδέψουν.
Αλλά, ο Piano έχει αφήσει το ισχυρό του αποτύπωμα και στην νέα Αθηναϊκή αρχιτεκτονική πραγματικότητα.
Και αυτό γιατί το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος επέλεξε, μετά από διεθνή διαγωνισμό, τον Renzo Piano και το αρχιτεκτονικό του γραφείο Renzo Piano Building Workshop για τη μελέτη και τον σχεδιασμό του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ). Το τελευταίο φιλοξενεί το νέο κτίριο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και το νέο κτίριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης.
Στο site του ΚΠΙΣΝ ( https://www.snfcc.org/kpisn/arxitektoniki) βρήκα ένα πολύ ενδιαφέρον βιογραφικό σημείωμα του αρχιτέκτονα: Ο Renzo Piano γεννήθηκε στη Γένοβα το 1937 σε μια οικογένεια με παράδοση στον κατασκευαστικό κλάδο. Ενώ σπούδαζε στo Πολυτεχνείο του Μιλάνου, εργαζόταν στο γραφείο του Franco Albini.
Το 1971, έστησε το γραφείο Piano & Rogers στο Λονδίνο μαζί με τον Richard Rogers, με τον οποίο και κέρδισε τον διαγωνισμό για το Centre Pompidou. Στη συνέχεια μετακόμισε στο Παρίσι. Από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 μέχρι τη δεκαετία του ‘90, εργάστηκε με τον μηχανικό Peter Rice, με τον οποίο μοιράστηκε το Atelier Piano & Rice από το 1977 μέχρι το 1981.
Το 1981, ιδρύθηκε το Renzo Piano Building Workshop (RPBW), με 150 άτομα προσωπικό και γραφεία στο Παρίσι, τη Γένοβα και τη Νέα Υόρκη.
Έκτοτε, το RPBW έχει αποτελέσει το όχημα για την ανάπτυξη ορισμένων εκ των πλέον αναγνωρίσιμων και σημαντικών έργων του Piano, όπως:
– Ο Τερματικός Σταθμός του Διεθνούς Αεροδρομίου Kansai (1994), στην Οσάκα, μια προβλήτα προσγείωσης και απογείωσης, κυματοειδούς σχεδιασμού, που εκτείνεται μέσα στη θάλασσα, προκαλώντας δέος στον ταξιδιώτη
– Το λουσμένο στο φως Μουσείο του Ιδρύματος Beyeler (1997), στη Βασιλεία της Ελβετίας, που εμπνέει τον επισκέπτη με τις απλές, καθαρές γραμμές του, την πλήρη ενσωμάτωσή του στον περιβάλλοντα χώρο και την απέριττη κομψότητά του
– Το Πολιτιστικό Κέντρο Jean-Marie Tjibaou (1998), στη Νέα Καληδονία, ένα σύμπλεγμα δέκα κατασκευών, εμπνευσμένο από την τοπική αρχιτεκτονική παράδοση, που εντυπωσιάζει με τη δυναμική του αλλά και με την εγγύτητα προς τη φύση που το περιβάλλει
– Η αναβίωση της Potsdamer Platz (2000), στο Βερολίνο
– Η βιομηχανικού σχεδιασμού γυάλινη αίθουσα συναυλιών Niccolò Paganini Auditorium (2001), στην Πάρμα, που κατορθώνει ωστόσο να εναρμονίζεται απόλυτα με την περιβάλλουσα φύση
– To Parco della Musica Auditorium (2002), στη Ρώμη, που απεικονίζει με δυναμικό τρόπο την ένωση της μουσικής, του αστικού περιβάλλοντος και της σχεδιαστικής παράδοσης των καθεδρικών ναών της Δύσης
– Τα νέα γραφεία της εφημερίδας The New York Times (2008), στο Μανχάταν
– Το νέο, πράσινο κτίριο της Ακαδημίας Επιστημών της Καλιφόρνιας (2008), στο Σαν Φρανσίσκο
– Ο εμβληματικός Πύργος της Γέφυρας του Λονδίνου, ευρύτερα γνωστός ως the Shard (2012)
Τιμήθηκε με πολλά βραβεία και διακρίσεις μεταξύ των οποίων: Το Χρυσό Βασιλικό Μετάλλιο του Royal Institute of British Architects (RIBA) (1989), το Βραβείο Kyoto (1990), η ανακήρυξή του ως Πρέσβη Καλής Θελήσεως της UNESCO για την αρχιτεκτονική (1994), το Praemium Imperiale στο Τόκιο (1995), το Αρχιτεκτονικό Βραβείο Pritzker (1998), ο Χρυσός Λέοντας για τη συνολική του σταδιοδρομία στην Μπιενάλε της Βενετίας (2000), το Χρυσό Μετάλλιο του Αμερικανικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτόνων (AIA) (2008), το Βραβείο Sonning (2009).
Από το 2004 εργάζεται επίσης για το Ίδρυμα Renzo Piano, μια μη κερδοσκοπική οργάνωση αφιερωμένη στην προβολή του επαγγέλματος του αρχιτέκτονα μέσω εκπαιδευτικών προγραμμάτων και δραστηριοτήτων.
Τον Σεπτέμβριο του 2013 ο Renzo Piano χρίστηκε ισόβιος γερουσιαστής από τον Ιταλό Πρόεδρο Giorgio Napolitano και τον Μάιο του 2014 ανακηρύχθηκε επίτιμος διδάκτωρ από το Πανεπιστήμιο Columbia.