Η σχέση Ελλάδος και Γαλλίας έχει βαθιές ρίζες στην Ιστορία και μεγάλο ορίζοντα προς το μέλλον διαβεβαιώνει στην αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα» λίγο πριν από την άφιξή της στην Αθήνα για να εκπροσωπήσει τη χώρα της στους εορτασμούς για τη συμπλήρωση 200 από την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 η Φλοράνς Παρλύ.
Η γαλλίδα υπουργός Άμυνας, η οποία έχει αναπτύξει στενότατη και ιδιαίτερα εποικοδομητική σχέση με την ελληνική πολιτική ηγεσία κατά τη διάρκεια της θητείας της, σημειώνει ότι «η Γαλλία ανέκαθεν στάθηκε στο πλευρό της Ελλάδος στις σημαντικότερες στιγμές της Ιστορίας της» και «είχε καταλάβει ότι η υποδοχή της Ελλάδος στην νεαρή τότε ευρωπαϊκή κοινότητα σήμαινε την αποδοχή εκείνης που υπήρξε το λίκνο του πολιτισμού».
Προσθέτει δε ότι η Μεσόγειος Θάλασσα είναι το σημείο εκείνο που η Ελλάδα και η Γαλλία έχουν πολλά περιθώρια συνεργασίας, ενώ δεν παραλείπει να στείλει αυστηρό μήνυμα στην Τουρκία να αποδείξει έμπρακτα ότι εννοεί όσα λέει, ώστε να υπάρξει διαρκής και στέρεη αποκλιμάκωση στην Ανατολική Μεσόγειο καθώς «απειλές και τετελεσμένα» δεν θα γίνουν αποδεκτά.
Είστε παρούσα στην Ελλάδα σε μία ιστορική ημέρα, στην επέτειο των 200 ετών από την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Η Γαλλία ήταν μία εκ των τριών Μεγάλων Δυνάμεων που βοήθησαν τον ελληνικό λαό να κερδίσει την ανεξαρτησία του από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Πως αισθάνεστε που βρίσκεστε στην Αθήνα μία τέτοια ημέρα και ποιος ο βαθύτερος συμβολισμός της επίσκεψής σας;
«Τα 200 χρόνια από την κήρυξη της ελληνικής ανεξαρτησίας που φέτος εορτάζει η Ελλάδα, οριοθετούν επίσης διακόσια χρόνια ελληνογαλλικών σχέσεων: πρόκειται για μια σχέση δυνατή, πυκνή και αλληλέγγυα. Εδώ και 200 χρόνια οι χώρες μας παραμένουν αδιάψευστα συνδεδεμένες χάρη σε μια κοινότητα Ιστορίας και Πολιτισμού. Χαίρομαι δε ιδιαίτερα για το γεγονός ότι η Γαλλία ανέκαθεν στάθηκε στο πλευρό της Ελλάδος στις σημαντικότερες στιγμές της Ιστορίας της. Με τους πρόσφατους εορτασμούς των 100 χρόνων από τα τέλη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, είχαμε ήδη την ευκαιρία να θυμηθούμε τους στενούς δεσμούς που αναπτύχθηκαν τότε. Τα στρατιωτικά νεκροταφεία των Αθηνών, της Θεσσαλονίκης και της Κέρκυρας θυμίζουν με την παρουσία τους ότι 500.000 Γάλλοι πολέμησαν επί ελληνικού εδάφους για τρία ολόκληρα χρόνια. Ως Υπουργός Άμυνας, αισθάνομαι προσωπικά υπερήφανη διαπιστώνοντας ότι οι δεσμοί αυτοί έχουν ακόμα βαθύτερες ρίζες και ότι οι στρατιώτες και οι αξιωματικοί μας έχουν παίξει ουσιαστικό ρόλο στη χειραφέτηση και την ενδυνάμωση της σημερινής Ελλάδας. Πέρα από τους πολυάριθμους εθελοντές φιλέλληνες που ταξίδεψαν ως τη χώρα σας για να λάβουν μέρος στον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας, η Γαλλία είναι πραγματικά μια από τις τρεις δυνάμεις που συνέδραμαν σε αυτόν τον αγώνα κατατροπώνοντας τον οθωμανικό στόλο στον κόλπο του Ναβαρίνου. Πάλι η Γαλλία ήταν εκείνη που βοήθησε τις Ελληνικές Αρχές να φέρουν την ειρήνη στην Πελοπόννησο και να την εντάξουν στο νεαρό κράτος. Παρά το γεγονός ότι η εκστρατεία του Μοριά οδήγησε στον θάνατο 1.500 ανδρών μέσα σε πέντε χρόνια – ένα ποσοστό 10% του συνόλου των γαλλικών στρατευμάτων – είμαστε υπερήφανοι για την ολοκλήρωση του στόχου στον οποίον καταθέσαμε βαρύ τίμημα. Η επίσκεψή μου εντάσσεται στην ευθεία συνέχεια όλων των γεγονότων που προανέφερα αλλά επίσης έχει σαν στόχο την προετοιμασία ενός μέλλοντος πάντοτε εγγύτερου μεταξύ των χωρών μας».
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων δύο αιώνων, οι σχέσεις μεταξύ της Ελλάδος και της Γαλλίας έχουν ενισχυθεί σε πολλαπλά επίπεδα. Αυτό υπήρξε σαφές ιδιαίτερα μετά το 1974 κα βασίστηκε στην προσωπική σχέση του Βαλερί Ζισκάρ ντ’Εσταίν και του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Πώς βλέπετε το μέλλον των διμερών σχέσεων; Ποιοι τομείς θα φέρουν τις χώρες μας πιο κοντά;
«Θυμάμαι την περίφημη φράση του Προέδρου Ζισκάρ ντ’ Εσταίν, ο οποίος είχε πει ‘’Η Ευρώπη δεν μπορεί να κλείσει την πόρτα στον Πλάτωνα’’. Τελικά, αυτή η φράση έπεισε και τις πλέον απρόθυμες χώρες για την ένταξη της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, που τότε ονομαζόταν Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ). Η Γαλλία είχε καταλάβει ότι η υποδοχή της Ελλάδος στην νεαρή τότε ευρωπαϊκή κοινότητα σήμαινε την αποδοχή εκείνης που υπήρξε το λίκνο του πολιτισμού, εκείνης της οποίας η Ευρώπη είναι η άμεση κληρονόμος τόσο στη θεσμική της λειτουργία όσο και ως προς τις αξίες της. Δεν έπρεπε λοιπόν να σταθούν αυστηρά τον οικονομικό τομέα, αλλά να έχουν μια υψηλότερη, ευρύτερη θεώρηση, όπως είχε ο Πρόεδρος Ζισκάρ ντ’ Εσταίν. Αυτό εξηγεί επίσης τη γαλλική θέση έναντι της Ελλάδος όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση του 2008. Σήμερα οι χώρες μας συναντώνται σε μεγάλα κοινά προγράμματα, στα θέματα άμυνας. Προφανώς, εκείνο που θα μας κάνει να συνεργαστούμε στενότερα είναι η Μεσόγειος. Η αστάθεια στις ανατολικές και νότιες ακτές της οπωσδήποτε, αλλά επίσης και η γειτονική περιοχή: η Μέση Ανατολή, το Σαχέλ, τα Βαλκάνια, ο αγώνας εναντίον της τρομοκρατίας και κατά της παράνομης μετανάστευσης. Επιπλέον, η Ελλάδα και η Γαλλία είναι έθνη με ναυτική παράδοση. H ελευθερία της ναυσιπλοΐας σε όλους τους ωκεανούς και τις θάλασσες του πλανήτη είναι για μας εξαιρετικά σημαντική. Τέλος, σε ακόμη ευρύτερες θεματικές, η Ελλάδα και η Γαλλία θα δράσουν για μια Ευρώπη της άμυνας περισσότερο συγκεκριμένη, για μια ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία αυθεντικότερη με απόλυτο σεβασμό στις ευρωπαϊκές αξίες τις οποίες επινόησε η Ελλάδα, εδώ και παραπάνω από 2.500 χρόνια».
Φαίνεται ότι 200 χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση, η Ελλάδα και μαζί της η Ευρώπη αντιμετωπίζουν μία πρόκληση από την Εγγύς Ανατολή. Η κατάσταση είναι πιο ήρεμη το τελευταίο τρίμηνο αλλά κατά τη διάρκεια του περασμένου θέρους η Τουρκία δοκίμασε την αποφασιστικότητα της Αθήνας και της Ευρώπης μέχρις ορίων. Αργότερα σήμερα ξεκινά μία Σύνοδος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στην οποία οι σχέσεις ΕΕ-Τουρκίας θα είναι ένα από τα βασικά ζητήματα της ημερήσιας διάταξης. Πως προσεγγίζει η Γαλλία αυτή τη συζήτηση; Ποια θα έπρεπε να είναι τα κύρια στοιχεία μίας ευρωπαϊκής στρατηγικής απέναντι στην Τουρκία;
«Από πολύ νωρίς, η Γαλλία κατήγγειλε την επιθετική στάση, την πολιτική των τετελεσμένων και συχνά στο περιθώριο του Διεθνούς Δικαίου, εκ μέρους της Τουρκίας στο περιφερειακό της περιβάλλον. Είχα ήδη την ευκαιρία να εκφράσω την αλληλεγγύη μας απέναντι στις επανειλημμένες προσβολές εναντίον της ελληνικής και της κυπριακής κυριαρχίας. Η αλληλεγγύη αυτή έγινε απτή χάρη στην ναυτική παρουσία της Γαλλίας στην Ανατολική Μεσόγειο και την έναρξη του τετραμερούς μας συντονισμού (QUAD) με τη Ρώμη, τη Λευκωσία και την Αθήνα. Πέρα από την αλληλεγγύη, το σεβασμό του Διεθνούς Δικαίου και της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας, για το σύνολο των Ευρωπαίων, είναι θέμα συνοχής. Πρέπει να είμαστε σταθεροί και ενωμένοι. Η επίδειξη ενότητας και σταθερότητας οδήγησε την Άγκυρα στο διάλογο. Γιατί πρέπει να είμαστε σαφείς: οι διαφορές δεν λύνονται παρά μόνον με τη διαπραγμάτευση, τη διαιτησία ή τη διεθνή δικαιοσύνη. Απειλές και τετελεσμένα δεν έχουν θέση στην εξίσωση αυτή. Χαιρόμαστε λοιπόν για τα πρώτα βήματα προς αυτή την κατεύθυνση χάρη στις ελληνοτουρκικές διερευνητικές επαφές της 25ης Ιανουαρίου και της 16ης Μαρτίου. Τούρκοι και Ευρωπαίοι χρειάζονται μια σχέση εμπιστοσύνης. Εφόσον η Τουρκία παρουσιάζει περισσότερο εποικοδομητική στάση από τον περασμένο Δεκέμβριο, την καλούμε πλέον να δώσει συγκεκριμένες και βιώσιμες ενδείξεις της καλής της θέλησης. Πλησιάζοντας στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Κορυφής, υποστηρίζουμε πάντοτε το διάλογο και τη σταθερότητα έναντι της Άγκυρας. Η υποστήριξή μας στον περιφερειακό διάλογο θα συνοδεύεται διαρκώς από αυξημένη επαγρύπνηση απέναντι στις απειλές και τις μονομερείς πράξεις. Στο εξής, το θέμα είναι η διαμόρφωση μιας σφαιρικής απάντησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις παραβιάσεις των συμφερόντων της. Οι Ευρωπαίοι απέδειξαν ότι δεν θα αποδεχθούν πολιτική αποσταθεροποίησης στη γειτονιά τους. Όμως, οι στρατιωτικές επιχειρήσεις συνεχίζονται: στη Λιβύη, στο Ιράκ. Πρέπει να προσφέρουμε στον εαυτό μας τα κατάλληλα εργαλεία για να δοθεί η απάντηση. Η ευρωπαϊκή ναυτική επιχείρηση με το όνομα “IRINI” θέτει σε εφαρμογή το εμπάργκο όπλων στη Λιβύη, σύμφωνα με την εντολή των Ηνωμένων Εθνών. Γενικότερα, στο εξής, το θέμα είναι να ξαναπιάσουμε το πεπρωμένο μας στα χέρια μας. Συγκεκριμένα, να προχωρήσουμε προς την ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία, ένα θέμα που θα αναδείξουμε κατά τη διάρκεια της δικής μας προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Η Ελλάδα και η Γαλλία συμφώνησαν πρόσφατα στην προμήθεια 18 μαχητικών αεροσκαφών Rafale F3R από την ελληνική Πολεμική Αεροπορία. Οι συνομιλίες συνεχίζονται για την πιθανή προμήθεια γαλλικών φρεγατών. Τι πρέπει να αναμένουμε στο μέτωπο αυτό;
«Η απόφαση της Ελλάδος να αποκτήσει 18 μαχητικά αεροσκάφη Rafale, 12 από τα οποία θα παραχωρηθούν από τη Γαλλική Αεροπορία, απεικονίζει τις εγγύτατες σχέσεις που διατηρούν η Γαλλία και η Ελλάδα στον τομέα της άμυνας. Η Γαλλία επιθυμεί να ενισχύσει περισσότερο αυτή τη συνεργασία και για αυτό παρουσίασε, σε συνεργασία με τις βιομηχανίες Naval Group, Thales και MBDA μια ιδιαίτερα ελκυστική προσφορά ως απάντηση στο σχέδιο εκσυγχρονισμού του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού, όπως ανήγγειλε ο Πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης στην ομιλία του της 12ης Σεπτεμβρίου, στη Θεσσαλονίκη. Η προσφορά μας συμπεριλαμβάνει την προμήθεια τεσσάρων φρεγατών Belharra νέας γενιάς, την ανακαίνιση των τεσσάρων ελληνικών φρεγατών κλάσεως Ύδρα και την προμήθεια μιας ενδιάμεσης λύσης. Η Γαλλία βρίσκεται στο εξής στη διάθεση των Ελληνικών Αρχών για κάθε αίτημα συμπληρωματικών διευκρινίσεων».