Μετά την αποκάλυψη του «Βήματος» της 28ης Φεβρουαρίου γράφτηκαν και ακούστηκαν πολλά αναφορικά με τις οδεύσεις που ενδεχομένως να συνδέσουν την Ανατολική Μεσόγειο με την ευρωπαϊκή αγορά. Χρήσιμο είναι, λοιπόν, να ταξινομήσουμε τα projects που βρίσκονται πάνω στο τραπέζι, ώστε να εκτιμήσουμε τις πιθανότητες υλοποίησής τους, πρωτίστως βάσει των αναγκών της αγοράς.
Αναγκαίες σε αυτή την κατεύθυνση είναι ορισμένες βασικές παραδοχές:
Πρώτον, οι τιμές φυσικού αερίου και υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) στην ευρωπαϊκή αγορά έχουν σταθεροποιηθεί στα $5,5-6,5 ανά mbtu και δύσκολα θα τροποποιηθούν, με εξαίρεση το χρονικό διάστημα 2025-2027, όπου θα υπάρξει ένα κενό προμήθειας (supply gap). Λόγω όμως της υπερπροσφοράς που θα προηγηθεί και θα ακολουθήσει αυτή την τριετία, δεν αναμένονται σημαντικές αυξήσεις στις τιμές.
Δεύτερον, η στροφή της ΕΕ προς την κλιματική ουδετερότητα, με στόχο τον εκμηδενισμό των εκπομπών ρύπων μέχρι το 2050, συνεπάγεται πως από εδώ και πέρα ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις και δάνεια για σχέδια, ακόμη και φυσικού αερίου, θα περιοριστούν δραστικά. Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει αρκετός χρόνος για την υλοποίηση αντίστοιχων projects, άρα οι όποιες αποφάσεις αναφορικά με την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου πρέπει να ληφθούν σύντομα.
Τρίτον, η παραγωγή φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο είναι ακριβή συγκριτικά με άλλες πηγές. Οι Αιγύπτιοι, επί παραδείγματι, δεν πουλούν το φυσικό τους αέριο σε τιμή κάτω από τα $5 ανά mbtu, γιατί έχουν απώλειες. Στο Ισραήλ, το φυσικό αέριο που παράγεται πωλείται στην αρχή ηλεκτρισμού της χώρας στα $4 ανά mbtu. Δεδομένων των συνθηκών, τα ακριβά κοιτάσματα είναι πολύ πιθανό να μην αξιοποιηθούν. Αυτός είναι, άλλωστε, ένας εκ των λόγων που οι δυνάμεις της περιοχής (Αίγυπτος, Ισραήλ και Κύπρος) επιχειρούν να ενώσουν δυνάμεις ώστε να καταστούν πιο ανταγωνιστικές διεθνώς.
Τέταρτον, η Αίγυπτος, ειδικά μετά την ανακάλυψη του μεγαλύτερου κοιτάσματος της Ανατολικής Μεσογείου, του «Ζορ», θέλει να αναπτύξει τον ρόλο του κόμβου παραγωγής και διαμετακόμισης. Επιπρόσθετο, μεγάλο πλεονέκτημα του Καΐρου είναι τα δύο υφιστάμενα εργοστάσια υγροποίησης φυσικού αερίου, τα οποία προσφέρουν τη δυνατότητα και στους γειτονικούς παραγωγούς να τα χρησιμοποιήσουν χωρίς να επωμιστούν το κόστος κατασκευής καινούργιων.
Λαμβανομένων υπ’ όψιν των παραπάνω, το σχέδιο που συγκεντρώνει τις μεγαλύτερες πιθανότητες πραγματοποίησης είναι η εξαγωγή φυσικού αερίου (σε μορφή LNG) από την Αίγυπτο. Τόσο το Ισραήλ όσο και η Κύπρος έχουν ήδη προβεί σε συμφωνίες με τις αιγυπτιακές αρχές ώστε να μεταφέρουν μέρος της παραγωγής τους στο Idku και στην Damietta, τα δύο εργοστάσια υγροποίησης της Αιγύπτου, που υπολειτουργούσαν για παραπάνω από μία πενταετία. Αξίζει να σημειωθεί πως, παρότι ο τερματικός σταθμός στην Αλεξανδρούπολη αποτελεί ελκυστικό (βάσει απόστασης και μεταφορικού κόστους) προορισμό, επειδή πρόκειται για LNG, η διάθεσή του σε οποιαδήποτε άλλη αγορά, ακόμη και πέραν της ευρωπαϊκής, είναι πιθανή. Αρα, η Ελλάδα έχει μεν πλεονέκτημα, ωστόσο δεν γίνεται να εξασφαλίσει το σύνολο των ποσοτήτων που θα εξάγονται από την Αίγυπτο (συμπεριλαμβάνοντας ισραηλινό και κυπριακό φυσικό αέριο).
Ο East Med, το σχέδιο που θα συνδέει ισραηλινά και κυπριακά κοιτάσματα με την Κρήτη, με τελικό προορισμό την Ιταλία, έχει και πάλι περάσει σε δεύτερη μοίρα. Οι χαμηλές τιμές που επικρατούν παγκοσμίως, τα μεγάλα βάθη που προσεγγίζει, που περιορίζουν τη διάμετρό του, άρα και το ύψος των ποσοτήτων που μπορεί να μεταφέρει, η διέλευσή του από ανοριοθέτητη περιοχή όπου καραδοκεί η Τουρκία και η απροθυμία της Ιταλίας (ως τελικού προορισμού) να στηρίξει το έργο μειώνουν αισθητά τη δυναμική του.
Η αντιπρόταση που φέρεται να διατύπωσαν οι Αιγύπτιοι για αλλαγή της όδευσης του East Med, με αντικατάσταση μέρους του υποθαλάσσιου αγωγού με αντίστοιχο χερσαίο μέσω Αιγύπτου, μοιάζει ενδιαφέρουσα, εν τούτοις δεν είναι πολύ οικονομικότερη, ενώ το καθοριστικότερο για την ελληνική πλευρά είναι η περίληψη κυπριακού αερίου στο project. Συν τοις άλλοις, ο κάθετος αγωγός Αιγύπτου – Κρήτης συναντά μεγάλα βάθη (ίσως από τα μεγαλύτερα στην περιοχή), ενώ το σενάριο υγροποίησης ή επαναεριοποίησης στην Κρήτη είναι εκτός πραγματικότητας. Επιπροσθέτως, Ισραήλ και Κύπρος, παρά το δέλεαρ του φθηνότερου κόστους, λογικά δεν θα θελήσουν να βάλουν όλα τα αβγά των εξαγωγών τους στο καλάθι της Αιγύπτου. Σε κάθε περίπτωση, έγκυρες πληροφορίες κατατείνουν στην απροθυμία του Καΐρου να συνδράμει στην υλοποίηση του East Med, έστω και μέσω της επικράτειάς του.
Η Τουρκία, από την πλευρά της, ενδιαφέρεται σφόδρα για τους υδρογονάνθρακες της περιοχής, για να μειώσει τόσο την εξάρτησή της από τη Ρωσία και το Ιράν όσο και τις τιμές εισαγωγής. Εξίσου, βέβαια, επιθυμεί τη συμμετοχή της για να αναβαθμιστεί γεωπολιτικά (αποσκοπώντας στη συμπερίληψή της σε όλα τα σχέδια του νότιου ευρωπαϊκού διαδρόμου), καθώς και να ελέγξει τις εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, της οποίας θεωρεί ότι πρέπει να ηγεμονεύσει. Δεν μπορεί προσώρας να υπερβεί την αλαζονεία της ώστε να συνεννοηθεί με τα κράτη της περιοχής, για αυτό προκρίνει μονομερείς ενέργειες επίδειξης ισχύος και εκφοβισμού με σεισμικά σκάφη και πλωτά γεωτρύπανα. Ετσι, για όσο παραμένει αυτοαπομονωμένη από τις διεργασίες, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε επιθετικές ενέργειες, όπως η προκήρυξη ενεργειακών τεμαχίων σε ανοριοθέτητες περιοχές νοτίως του Καστελλορίζου.
*Ο κ. Κωνσταντίνος Φίλης είναι εκτελεστικός διευθυντής ΙΔΙΣ & αναλυτής διεθνών θεμάτων του AΝΤ1.