Μισέλ Φάιφερ
Αποφασιστική αλλά εύθραυστη
«Σκληρό επάγγελμα αυτό της ηθοποιού» μου είχε πει η Μισέλ Φάιφερ, χρόνια πριν, το 2011, όταν η ταινία της «Cheri», σε σκηνοθεσία Στίβεν Φρίαρς, συμμετείχε στο διαγωνιστικό τμήμα του Φεστιβάλ Βερολίνου. «Κανόνας στο Χόλιγουντ είναι ότι οι γυναίκες ηθοποιοί έχουν ημερομηνία λήξης» συνέχισε. «Ψάξε καλούς ρόλους για τις ηθοποιούς που έχουν περάσει τα σαράντα και θα βρεις ελάχιστους. Για τους άντρες όμως τα πράγματα λειτουργούν διαφορετικά. Και μην κοιτάς εμένα, πάλι καλά να λέω. Ξέρω γυναίκες συναδέλφους που κυριολεκτικά δεινοπαθούν όσο πλησιάζουν τα 50! Το Χόλιγουντ είναι λούνα παρκ για τα νιάτα. Οταν όμως αποδέχεσαι πως όσο μεγαλώνεις τόσο περισσότερο σε πλησιάζει η απόρριψη», λέει η ηθοποιός, «κινείσαι πολύ προσγειωμένα…».
Ωστόσο, λίγο πριν από τα 63 της σήμερα (γεννήθηκε στις 29.4.1958 στη Σάντα Ανα της Καλιφόρνιας), η Μισέλ Φάιφερ κρατά και πάλι ρόλο πρωταγωνίστριας στην ταινία «French Εxit» του Αζαζέλ Τζέικομπς και πολύ πιθανόν αυτός ο ρόλος να την οδηγήσει για μία ακόμα φορά στην κούρσα των Οσκαρ (ήταν υποψήφια πάντως στις Χρυσές Σφαίρες). Οικογενειακό δράμα με αρκετές πινελιές χιούμορ, το «French Exit» βασίζεται στο ομότιτλο μυθιστόρημα του καναδού συγγραφέα Πάτρικ Ντε Γουίτ («Οι αδελφοί Αδελφές») που έγραψε και το σενάριο. Η Φάιφερ υποδύεται μια παρακμασμένη κοσμοπολίτισσα του Μανχάταν, η οποία όταν βλέπει πως οι οικονομίες της από μεγάλη κληρονομιά κοντεύουν να εξαντληθούν αποφασίζει να μετακομίσει στο Παρίσι και να συζήσει με τον γιο της (Λούκας Χέτζες). Μαζί τους μια γάτα…
Ηδη η Φάιφερ έχει αποσπάσει πολύ θετικές κριτικές για την παρουσία της σε αυτή τη δραματική κομεντί, στην οποία είναι κυρίαρχη μορφή με το τουπέ, το αυστηρό ύφος και την αδάμαστη αποφασιστικότητα. Πίσω απ’ όλα αυτά όμως, ο θεατής αντιλαμβάνεται την ύπαρξη ενός εύθραυστου ψυχισμού και μιας βαθύτατης μελαγχολίας.
Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία χρόνια βλέπουμε τη Μισέλ Φάιφερ όλο και πιο αραιά στον κινηματογράφο. Η ίδια έχει πει ότι κάποια στιγμή βαρέθηκε που έπαιζε στη μια ταινία μετά την άλλη. «Και αν εσύ βαριέσαι τον ίδιο τον εαυτό σου, φαντάσου πώς θα νιώθουν οι άλλοι για σένα…». Ακόμα και σήμερα πάντως εκπλήσσεται όταν της ζητούν αυτόγραφο, γιατί, όπως έχει πει, «για μένα ηθοποιοί που μπορούν να προκαλέσουν αυτή την αίσθηση είναι ο Τζακ Νίκολσον, ο Αλ Πατσίνο, ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο… Αυτοί είναι τα πρότυπα. Με τίποτα δεν μπορώ να εντάξω τον εαυτό μου ανάμεσά τους».
Ο ρόλος της μητέρας
Οι φειδωλές εμφανίσεις της Μισέλ Φάιφερ στον κινηματογράφο οφείλονται σε έναν ακόμα λόγο. Στην απόφαση της ίδιας να αφοσιωθεί στον σημαντικότερο ίσως ρόλο της, που δεν βρίσκεται σε κάποια ταινία αλλά στη ζωή της. Τον Μάρτιο του 1993 η Φάιφερ ανακάλυψε ότι ήρθε η ώρα να δοκιμαστεί ως μητέρα και υιοθέτησε ένα κοριτσάκι, την Κλόντια Ρόουζ, σε βρεφική ηλικία. Εκείνη την εποχή ζούσε μόνη. Ο πρώτος γάμος της με τον ηθοποιό Πίτερ Χόρτον είχε προ καιρού τελειώσει (1981-1989) και η τρίχρονη σχέση της με τον επίσης ηθοποιό Φίσερ Στίβενς είχε οδηγηθεί σε αδιέξοδο. Η Κλόντια της έφερε τύχη. Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους ακολούθησε ένας δεύτερος γάμος, με τον πρώην δικηγόρο, νυν παραγωγό Ντέιβιντ Κέλεϊ. Ακολούθησε και ένα δεύτερο παιδί, ο Τζον Χένρι. Αυτή τη φορά βγαλμένο από τα σπλάχνα της, τον Αύγουστο του 1994. «Ο ρόλος της μητέρας είναι ο πιο δύσκολος αλλά και ο πιο σημαντικός», λέει η ίδια, «και τα παιδιά οι καλύτεροι συμπρωταγωνιστές».
Αντρα Ντέι
Στο πετσί της Μπίλι Χόλιντεϊ
Την ώρα που η Μισέλ Φάιφερ αναζητεί εφέτος τη δικαίωση της μεγάλης βράβευσης που, κακά τα ψέματα, ποτέ δεν γεύθηκε, η Αντρα Ντέι, στα 37 της, παρότι έχει ήδη κάνει όνομα στον καλλιτεχνικό χώρο, και κυρίως στο τραγούδι, δοκιμάζεται για πρώτη φορά στα σοβαρά ως ηθοποιός με έναν εξαιρετικά δύσκολο ρόλο που σίγουρα θα την οδηγήσει στις υποψηφιότητες των Οσκαρ, ίσως και στη βράβευση.
Γεννημένη το 1984 στο Σαντ Ντιέγκο της Καλιφόρνιας, η Κασάντρα-Μονίκ Μπάτι, όπως είναι το πραγματικό όνομα της Αντρα Ντέι, γνωστή κυρίως για το υπέροχο άλμπουμ της «Rise Up», που έκανε θραύση και την οδήγησε στις υποψηφιότητες των Grammy, επιλέχθηκε για έναν πραγματικά δύσκολο ρόλο, της Μπίλι Χόλιντεϊ (1915-1959), εμβληματικής προσωπικότητας στον χώρο του τραγουδιού, η φωνή της οποίας παραμένει αξεπέραστη και δικαίως θεωρείται μία από τις καλύτερες του 20ού αιώνα. Η Ντέι την υποδύεται στην ταινία του Λι Ντάνιελς «The United States vs. Billie Holiday» και για αυτή τη δουλειά της απέσπασε τη Χρυσή Σφαίρα στην κατηγορία της καλύτερης γυναικείας ερμηνείας σε δραματική ταινία, πράγμα που τη μετατρέπει αυτομάτως σε φαβορί των ερχόμενων Οσκαρ.
Η ιστορία της ταινίας, βασισμένη σε πραγματικά περιστατικά, πραγματεύεται την περίοδο κατά την οποία η Μπίλι Χόλιντεϊ μπήκε στο στόχαστρο της αμερικανικής κυβέρνησης και έγινε το απόλυτο θήραμά της. Η ναρκομανής τραγουδίστρια υπήρξε προσωπικός στόχος του Χάρι Σ. Ανσλινγκερ (Γκάρετ Χέντλουντ), γενικού διευθυντή του Γραφείου Καταπολέμησης Ναρκωτικών του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, ο οποίος ήταν δηλωμένος ρατσιστής και καθότι πίστευε πως η τζαζ είναι μουσική της ζούγκλας που μπορούσε να παρασύρει σε σημείο διαφθοράς τους λευκούς, την κυνήγησε ανελέητα (και με δόλιους τρόπους) με σκοπό να καταστρέψει την ίδια και τα όσα πρέσβευε.
Ο ρόλος της Μπίλι Χόλιντεϊ κάθισε «γάντι» και ήρθε την κατάλληλη στιγμή στην καριέρα της Αντρα Ντέι, η οποία σε ό,τι αφορά τον κινηματογράφο μέχρι σήμερα δεν είχε σημαντική παρουσία. Εχει παίξει σε μόλις μία μεγάλου μήκους κινηματογραφική ταινία, τη «Σκιά του Νόμου» («Marshall», 2017) και έχει δώσει τη φωνή της στα κινούμενα σχέδια «Αυτοκίνητα 3». Για την ακρίβεια, ο πιο γνωστός ρόλος της είναι εκείνος του… εαυτού της στο «The Fashion Fund», μια τηλεοπτική εκπομπή σε στυλ ντοκιμαντέρ, πάνω στις παρασκηνιακές δραστηριότητες του Συμβουλίου Σχεδιαστών Μόδας Αμερικής και του Διαγωνισμού της «Vogue» για νέους σχεδιαστές.
Παρότι ως σύνολο η ταινία του Λι Ντάνιελς έχει διχάσει την κριτική, κανένας δεν μπόρεσε να αμφισβητήσει τη δουλειά της Αντρα Ντέι πάνω στη Χόλιντεϊ. Η όχι και τόσο νεαρή τραγουδίστρια, η οποία σίγουρα έχει λαμπρό μέλλον στην υποκριτική, απέσπασε διθυράμβους γιατί βυθίστηκε με ολοφάνερο πάθος στον κόσμο της Μπίλι Χόλιντεϊ, που ήταν μια βαθιά ταλαιπωρημένη, καταθλιπτική προσωπικότητα και της οποίας ολόκληρη η ζωή υπήρξε μια δυσβάστακτη ταλαιπωρία (λόγος για τον οποίο τελικά δεν άντεξε και πέθανε πρόωρα σε ηλικία 44 ετών). Η Χόλιντεϊ μεγάλωσε στον οίκο ανοχής στον οποίο εργαζόταν η μητέρα της και σύντομα οδηγήθηκε στον εφιάλτη των βαρέων ναρκωτικών, μια «τζάνκι» εθισμένη στην ηρωίνη και με τις τάσεις αυτοκαταστροφής που συχνά συνοδεύουν τους ναρκομανείς: αλκοολισμός, καταχρηστικές σχέσεις, θύμα σεξουαλικά καταναγκαστικής συμπεριφοράς. Αυτό δεν επηρέασε ποτέ το φυσικό ταλέντο της στο τραγούδι, στο οποίο διέπρεψε με επιτυχίες που τραγουδιούνται ακόμα και σήμερα. Η Ντέι πάντως είναι η δεύτερη τραγουδίστρια που υποδύεται την Μπίλι Χόλιντεϊ μετά την εκπληκτική ερμηνεία της Νταϊάνα Ρος στην «Κυρία τραγουδάει τα μπλουζ» (1972) που την είχε οδηγήσει στις υποψηφιότητες των Οσκαρ.