Εάν δεχθούμε ότι ο κόσμος του διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αποτελεί – έστω και σε μικρό βαθμό – αντανάκλαση του πραγματικού, τότε λογικά πρέπει να βρισκόμαστε στα πρόθυρα εμφυλίου.
Οι ύβρεις, το μίσος και η εχθροπάθεια χτυπούν καθημερινά «κόκκινο». Η ελληνική κοινωνία θυμίζει καζάνι που βράζει.
Η κλιμακούμενη ένταση δεν είναι αδικαιολόγητη. Η πρωτοφανής πανδημική κρίση, που ενέσκηψε μόλις η χώρα «σήκωνε κεφάλι» από την υπερδεκαετή οικονομική, δοκιμάζει εδώ και ένα χρόνο σκληρά τις αντοχές των πολιτών.
Ο μακροχρόνιος εγκλεισμός και οι κάθε είδους στερήσεις, συνδυαζόμενες με την οικονομική αβεβαιότητα και τον φόβο για την επόμενη μέρα συνιστούν καύσιμη ύλη ικανή να πάρει φωτιά ανά πάσα στιγμή.
Θα περίμενε κανείς από τις πολιτικές δυνάμεις ότι στην κρίσιμη περίοδο που διανύουμε θα φρόντιζαν με τη στάση τους να κατευνάζουν τα πάθη και όχι να τα υποδαυλίζουν.
Και όμως. Με άστοχες επιλογές και επιπόλαιες τοποθετήσεις συντηρούν το κλίμα εχθροπάθειας προτάσσοντας το κομματικό συμφέρον έναντι του εθνικού.
Η στάση αυτή δεν είναι πρωτόγνωρη στην πολιτική ιστορία του τόπου. Αυτό που είναι εξοργιστικό είναι ότι στη μάχη αυτή έχουν επιστρατεύσει κανονικό προπαγανδιστικό στρατό, που επιδίδεται καθημερινά σε πόλεμο λάσπης διχάζοντας ακόμη περισσότερο τη χειμαζόμενη κοινωνία.
Η δράση των μηχανισμών αυτών θεωρείται πλέον ως κάτι το αυτονόητο. Θεωρείται φυσιολογικό ότι οι κομματικοί μηχανισμοί διαθέτουν ανώνυμους μισθοφόρους οι οποίοι έχουν αποστολή την κατασυκοφάντηση και τη σπίλωση των πολιτικών αντιπάλων.
Τα πολιτικά κόμματα που έχουν υιοθετήσει ανερυθρίαστα αυτή την τακτική οφείλουν να αναστείλουν άμεσα τη δράση των πληρωμένων «δολοφόνων χαρακτήρων», να δώσουν εξηγήσεις και να λογοδοτήσουν για τη ζημιά που έχουν προκαλέσει στην κοινωνική συνοχή.