Βρισκόμαστε σε κινούμενη άμμο, τονίζει στο «Βήμα της Κυριακής» η Εφη Αχτσιόγλου και επισημαίνει την ανάγκη επειγόντως να αλλάξει η πολιτική της κυβέρνησης. Η τομεάρχης Οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία και ένα από τα πρόσωπα που βρίσκονται στον στενό πυρήνα των συνεργατών του Αλέξη Τσίπρα προβλέπει το μέλλον δυσοίωνο για την οικονομία.
Η βουλευτής Επικρατείας και πρώην υπουργός ασκεί δριμεία κριτική στην κυβέρνηση για την πολιτική της, καταθέτει σειρά προτάσεων για το τι πρέπει να γίνει άμεσα, δίνοντας έμφαση και στην πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τη ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους που δημιουργήθηκε μέσα στην πανδημία, και εξηγεί πρακτικά πώς πρέπει αυτό να γίνει.
Εκτιμά ότι ο Πρωθυπουργός θα αναζητήσει παράθυρο ευκαιρίας για εκλογές και υπογραμμίζει με έμφαση ότι με την πολιτική που ακολουθεί η κυβέρνηση ο Κυριάκος Μητσοτάκης πιθανότατα οδηγεί τη χώρα σε νέο μνημόνιο. Για την υπόθεση του ελληνικού ΜeΤoo τονίζει ότι σε αυτή τη διαδικασία χειραφέτησης δεν υπάρχουν «δικοί μας» και «δικοί τους», αλλά μόνο θύτες και θύματα.
Τι πρέπει να γίνει άμεσα για να ανακάμψουν η οικονομία και η κοινωνία;
«Το πρώτο που πρέπει να γίνει είναι να μην εξακολουθήσει η ίδια οικονομική πολιτική που εφάρμοσε η κυβέρνηση το 2020 και οδήγησε τη χώρα μας στη βαθύτερη ύφεση στην Ευρώπη και τους εργαζομένους μας στη δεύτερη μεγαλύτερη μείωση εισοδήματος. Η πολιτική δηλαδή των μειωμένων δημόσιων δαπανών, των δανείων αντί για τις απευθείας ενισχύσεις στις επιχειρήσεις, της επιδότησης της ανεργίας αντί της εργασίας, της μηδενικής στήριξης των νοικοκυριών. Οι διορθώσεις που μπορούν τώρα να γίνουν είναι κατ’ ελάχιστο να μετατραπεί το σύνολο της επιστρεπτέας ενίσχυσης σε μη επιστρεπτέα, να διαγραφούν μερικώς και να ρυθμιστούν τα χρέη νοικοκυριών και επιχειρήσεων που δημιουργήθηκαν στη πανδημία, να καλυφθεί το ασφαλιστικό κόστος των επιχειρήσεων για να διατηρήσουν τους εργαζομένους τους και να εφαρμοστούν στοχευμένα μέτρα ενίσχυσης του κλάδου της εστίασης, όπως η μείωση του ΦΠΑ στο 6%».
Θεωρείτε ότι το μέλλον της οικονομίας είναι δυσοίωνο;
«Δυστυχώς, με τους χειρισμούς που έχουν γίνει το μέλλον είναι δυσοίωνο, ιδίως αν δεν υπάρξει ουσιαστική στροφή στην οικονομική πολιτική. Η Ελλάδα από εκεί που είχε σειρά πλεονεκτημάτων στην έναρξη της πανδημικής κρίσης – εισήλθε στην πανδημία αργότερα από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες, πέρασε το πρώτο κύμα εξαιρετικά ήπια, είχε χρόνο να προετοιμαστεί για το δεύτερο κύμα, να οργανώσει το άνοιγμα του τουρισμού, να δράσει προληπτικά, είχε ισχυρό αποθεματικό στα δημόσια ταμεία και ρυθμισμένο χρέος – βρέθηκε στο τέλος του 2020, εξαιτίας των πολιτικών αποφάσεων, να είναι ουραγός στην Ευρώπη. Και το χειρότερο, χωρίς να έχει θέσει τις βάσεις για ανάκαμψη.
Με αστείες προβλέψεις περί μηδενικής ύφεσης του 2020 και ανάκαμψης τύπου V το 2021, το οικονομικό επιτελείο και ο Πρωθυπουργός έδειχναν διαρκώς πόσο μακριά βρίσκονται από την πραγματικότητα. Ηδη από τους δύο πρώτους μήνες του 2021 ο προϋπολογισμός της κυβέρνησης και οι νεότερες προβλέψεις της έχουν πλήρως διαψευστεί, η ύφεση θα συνεχιστεί για το πρώτο εξάμηνο του 2021 και η ανάκαμψη κατά τον ΟΟΣΑ δεν θα ξεπεράσει το 1%. Βρισκόμαστε σε κινούμενη άμμο και χρειάζεται επειγόντως αλλαγή πολιτικής».
Υπάρχει κίνδυνος επιστροφής στην εποχή των μνημονίων;
«Εξαιτίας της τεράστιας ύφεσης του 2020 το δημόσιο χρέος έχει εκτιναχθεί περίπου στο 210% του ΑΕΠ. Οσο εξακολουθούν οι “διευκολύνσεις” σε επίπεδο ΕΕ, δηλαδή η αναστολή του Συμφώνου Σταθερότητας και το έκτακτο πρόγραμμα ρευστότητας της ΕΚΤ, η κατάσταση μοιάζει εξαιρετικά δύσκολη αλλά ελεγχόμενη. Το ζήτημα είναι τι θα συμβεί όταν οι διευκολύνσεις αυτές πάψουν – και θα πάψουν όταν οι κυρίαρχες οικονομίες ανακάμψουν. Τότε η Ελλάδα θα βρίσκεται ουραγός στην Ευρώπη και με ένα τεράστιο χρέος, ενδεχομένως μη διαχειρίσιμο, με τον κίνδυνο να αποκλειστεί από τις αγορές χρήματος. Με λίγα λόγια, με την πολιτική που ακολουθεί ο κ. Μητσοτάκης πιθανότατα οδηγεί τη χώρα σε νέο μνημόνιο. Και γι’ αυτόν τον λόγο πρέπει να υπάρξει άμεσα πολιτική στροφή που θα περιορίσει την ύφεση, αλλά και μια κοινή ευρωπαϊκή αντιμετώπιση της κρίσης χρέους που δεν αφορά φυσικά μόνο την Ελλάδα».
Το κόμμα σας θέτει με ένταση το θέμα της διαγραφής του ιδιωτικού χρέους. Πρακτικά πώς θα γίνει αυτό και σε ποια κατεύθυνση;
«Το κύριο και άμεσα υλοποιήσιμο μέτρο είναι η ρύθμιση των χρεών προς το Δημόσιο (Εφορία και ασφαλιστικά ταμεία) που δημιουργήθηκαν λόγω πανδημίας. Η αντικειμενική αδυναμία πληρωμής θα έπρεπε να θεωρείται δεδομένη όπου υπάρχει μείωση εισοδήματος, απώλεια εργασίας, αναστολή λειτουργίας επιχείρησης. Η πρότασή μας περιλαμβάνει την ολική διαγραφή τόκων και προσαυξήσεων και κλιμακωτό “κούρεμα” βασικής οφειλής. Το “κούρεμα” δεν είναι απλώς ανεκτό δημοσιονομικά, διότι διαφορετικά τα χρέη αυτά δεν πρόκειται να εισπραχθούν, είναι και αναγκαίο αν θέλουμε η λέξη “ανάκαμψη” να μην είναι ένα σύνθημα άνευ περιεχομένου. Ούτε η κατανάλωση ούτε η απασχόληση ούτε οι επενδύσεις μπορούν να ανακάμψουν υπό το βάρος των νεών χρεών της πανδημίας και την απειλή γενικευμένων πτωχεύσεων».
Εμβρόντητοι παρακολουθούμε τις αποκαλύψεις του ελληνικού MeΤoo. Προσφέρεται το θέμα για πολιτική σύγκρουση ή επιβάλλεται διακομματικό μέτωπο;
«Πρόκειται για μια κραυγή απελευθέρωσης από υπόγειες μορφές εξουσίας και καταπίεσης, η οποία, όπως εξελίσσεται ειδικά με την υπόθεση Λιγνάδη, έχει και πολιτικές προεκτάσεις. Και τούτο διότι η κυβέρνηση επέλεξε την οδό της συγκάλυψης με στόχο να γλιτώσει το κόστος ένας “δικός της” άνθρωπος. Πρέπει όμως όλοι να καταλάβουμε ότι σε αυτή τη διαδικασία χειραφέτησης δεν υπάρχουν “δικοί μας” και “δικοί τους”, υπάρχουν θύτες και θύματα. Και το σύνολο της κοινωνίας πρέπει να σταθεί στο πλευρό των θυμάτων».
Η κυβέρνηση πρέπει να παρέμβει στη δανειακή πολιτική των τραπεζών
Υπάρχει ζήτημα με τις τράπεζες και τι πρέπει να γίνει;
«Οι τράπεζες λόγω πανδημίας απολαμβάνουν πρωτόγνωρη ρευστότητα από το έκτακτο πρόγραμμα της ΕΚΤ, αλλά έχουν διοχετεύσει ελάχιστα χρήματα στην πραγματική οικονομία. Από τα 33,8 δισ. ευρώ επιπλέον ρευστότητας που έλαβαν διοχέτευσαν στον ιδιωτικό τομέα μόλις 5,5 δισ. ευρώ, 9 στις 10 επιχειρήσεις της χώρας δεν δανειοδοτήθηκαν τον περασμένο χρόνο, ενώ παγίως το 70% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων βρίσκονται αποκλεισμένες από τον τραπεζικό δανεισμό. Αυτή η πολιτική αποκλεισμού είναι συντριπτική για τις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους και συνεχίζεται με την ανοχή της κυβέρνησης.
Η κυβέρνηση δικαιούται και οφείλει τουλάχιστον για τις περιπτώσεις που δίνονται δάνεια με εγγυήσεις του Ελληνικού Δημοσίου να παρέμβει για την κατεύθυνση των δανείων – πράγμα που δεν κάνει – ενώ για τα χρέη που δημιουργήθηκαν εντός πανδημίας μπορεί να υπάρξει ριζική αναδιάρθρωση, διαγραφή τόκων υπερημερίας και φυσικά αναστολή πλειστηριασμών. Ολα τούτα όμως προϋποθέτουν πολιτική βούληση παρέμβασης στην πολιτική των τραπεζών, πράγμα που φαίνεται ότι λείπει από τη σημερινή κυβέρνηση».
Λόγω της κατάστασης στην οικονομία και της διαχείρισης της πανδημίας, εκτιμάτε ότι υπάρχει περίπτωση πρόωρων εκλογών;
«Είναι προφανές ότι ο κ. Μητσοτάκης θέλει να προλάβει τις σφοδρά αρνητικές συνέπειες που επιφέρει η πολιτική του στην πραγματική οικονομία και γι’ αυτό θα αναζητήσει παράθυρο ευκαιρίας για εκλογές. Τούτο όμως αποτελεί μια ευκαιρία για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ να διεκδικήσει με αξιώσεις την αναγκαία πολιτική αλλαγή στην κατεύθυνση της προοδευτικής αριστερής διακυβέρνησης».