Ισως θυμάστε, προ δεκαετίας, τη μεγάλη αύξηση στον φόρο πετρελαίου θέρμανσης με στόχο την αύξηση των φορολογικών εσόδων. Το αποτέλεσμα ήταν όχι μόνο να πνιγόμαστε ως σήμερα σε αιθαλομίχλη που κάνει την Αθήνα να θυμίζει ντικενσιανό Λονδίνο, αλλά πιθανώς και μείωση των συνολικών φορολογικών εσόδων!
Οι καταναλωτές υποκατέστησαν το πετρέλαιο με εναλλακτικούς τρόπους θέρμανσης, κάνοντας τα σχετικά μέτρα όχι απλά να αποτύχουν, αλλά να οπισθοκροτήσουν, επιβαρύνοντας και τη δημόσια υγεία. Σήμερα, κάποια μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας COVID-19, όπως η ολοένα στενότερη απαγόρευση κυκλοφορίας, κινδυνεύουν να αποβούν εξίσου αυτεπίστροφα εξαιτίας μιας μηχανιστικής προσέγγισης της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Οι άνθρωποι δεν είναι ρομπότ
Οποιοσδήποτε προσπαθεί να επηρεάσει τη συμπεριφορά ανθρώπων, έστω για εθνικά ωφέλιμους λόγους, πρέπει να θυμάται πως δεν αντιμετωπίζει πειθήνια ρομπότ. Οταν αλλάζουν οι κανόνες, με σκοπό να περιορίσουν μια δραστηριότητα, οι άνθρωποι δεν θα ξεχάσουν ξαφνικά τις ανάγκες τους, αλλά θα αναζητήσουν τρόπο να συνεχίσουν να ζουν όπως πριν. Πριν καν ψηφιστεί νέος νόμος που επηρεάζει την καθημερινή μας ζωή, οι άνθρωποι αναζητούν υποκατάστατα. Και όπως η ηρωίνη εφευρέθηκε για υποκατάστο αντιβηχικών αλλά κατέληξε να προκαλεί «ελαφρώς» μεγαλύτερες βλάβες, ένας κακοσχεδιασμένος νόμος μπορεί να φέρνει υποκατάσταση συμπεριφοράς από πολύ χειρότερες.
Η πρόσφατη απόφαση για στενότερη απαγόρευση κυκλοφορίας από τις 6 το βράδυ (απόγευμα πια δηλαδή, όσο έρχεται η άνοιξη!) θα έπρεπε να έχει χτυπήσει καμπανάκια για επικίνδυνα υποκατάστατα. Οταν περιορίζονται στα χαρτιά μετακινήσεις και δραστηριότητες (με δεδομένο οικονομικό και κοινωνικό κόστος), δεν έπεται ότι αυτές θα υποκατασταθούν 100% με παραμονή μόνος-στο-σπίτι. Κάποιες δραστηριότητες θα διοχετευτούν σε εναλλακτικές, οι οποίες μάλιστα θα εντείνονται όσο μεγαλώνει η κούραση. Αν οι εναλλακτικές συμβάλλουν λιγότερο στη διασπορά του ιού, τότε ίσως εξυπηρετούν τον στόχο τους. Ομως αν π.χ. με περιορισμό μετακινήσεων στις 6 μ.μ. οι ίδιοι άνθρωποι συνωστίζονται στα ίδια μέρη σε μικρότερο χρονικό διάστημα και μετά τις 6 μ.μ. αντί να περπατούν στον δρόμο επισκέπτονται γείτονες εντός οικιών, τότε τα μέτρα οδηγούν σε επιδείνωση της κατάστασης.
Αυστηροποίηση μέτρων και συνωστισμός
Δυστυχώς, έχουμε πια στοιχεία ότι η αυστηροποίηση ενδεχομένως συσχετίστηκε με μεγαλύτερο συνωστισμό. Στον βαθμό που ο συνωστισμός διοχετεύτηκε σε κλειστούς χώρους που είναι πολύ πιο επικίνδυνοι επιδημιολογικά, το αποτέλεσμα μπορεί να είναι αρνητικό.
Τα καλύτερα στοιχεία που έχουμε για την κινητικότητα των πολιτών έρχονται από τη συσκευή που φέρουν πάνω τους σχεδόν όλοι, το κινητό τηλέφωνο. Η Google δημοσιεύει δεδομένα από δισεκατομμύρια συσκευές που τρέχουν λογισμικό της σε 6 κατηγορίες μετακίνησης. Θα επικεντρωθούμε εδώ στο πόσο χρόνο περνούν οι άνθρωποι (α) στα σπίτια και (β) σε σουπερμάρκετ/φαρμακεία τις εβδομάδες πριν από την εφαρμογή του μέτρου και τις εβδομάδες μετά.
Στην Αττική, τα δύο Σαββατοκύριακα μετά τα μέτρα οι άνθρωποι πέρασαν περίπου 2.5 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο χρόνο σε σπίτια από ότι τα δύο Σαββατοκύριακα πριν, και 15,3 μονάδες λιγότερο χρόνο σε σούπερ μάρκετ/φαρμακεία. Δεδομένου του χρόνου που περνάνε στις δύο δραστηριότητες, μιλάμε για διαφορά κάποιων λεπτών.
Συμπύκνωση δραστηριοτήτων
Αυτό που έχει σημασία είναι ότι αυτές οι δραστηριότητες συμπυκνώθηκαν σε μικρότερο χρονικό διάστημα. Δηλαδή η μείωση που οφείλεται στο μέτρο της απαγόρευσης κυκλοφορίας κατά τρεις ώρες είναι τόσο μικρή, που σημαίνει πως σχεδόν ο ίδιος πληθυσμός συνωστίστηκε στους ίδιους χώρους σε πολύ μικρότερο χρόνο. Φυσικά δεν γνωρίζουμε την κατανομή χρόνου και την πυκνότητα των δραστηριοτήτων μέσα στην ημέρα, αλλά τα αποτελέσματα δείχνουν ξεκάθαρα προς την κατεύθυνση του μεγαλύτερου συνωστισμού, πράγμα που είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο ειδικά σε κλειστούς χώρους.
Επαρκεί ο υπολογισμός πριν – εναντίον – μετά; Η απλή σύγκριση μιας μεταβλητής πριν και μετά την εφαρμογή ενός μέτρου δεν ταυτοποιεί απαραίτητα την επίπτωση, διότι υπάρχουν πιθανώς άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν το φαινόμενο, καθώς και προϋπάρχουσες τάσεις. Δηλαδή ακόμα και εν τη απουσία του μέτρου, η μεταβλητή που μας ενδιαφέρει δεν θα παρέμενε απαραιτήτως σταθερή. Ισως δηλαδή φταίει ο καιρός ή κάτι άλλο για την τόσο μικρή μείωση των μετακινήσεων. Για απομόνωση παραγόντων χρησιμοποιούμε σαν μέτρο σύγκρισης έναν άλλον πληθυσμό, στον οποίο δεν εφαρμόστηκε η ίδια παρέμβαση, συγκρίνοντας τις διαφορές στους δύο πληθυσμούς πριν και μετά (μεθοδολογικά πρόκειται για «διαφορά διαφορών» ή «difference-in-differences»). Ετσι μπορούμε να εκτιμήσουμε πόση μεταβολή οφείλεται στη δεδομένη παρέμβαση παρά σε τρίτους παράγοντες.
Για σύγκριση, στην Περιφέρεια Πελοποννήσου, που δεν είχε τόσο ισχυρά μέτρα, είχαμε μείωση του χρόνου παραμονής στην οικία κατά 1% και μείωση παραμονής σε σουπερμάρκετ/φαρμακεία κατά 13,5% το ίδιο διάστημα. Η «διαφορά στις διαφορές» ανάμεσα στις δύο περιοχές δείχνει σχετική αύξηση χρόνου σε σπίτια κατά 3,5 ποσοστιαίες μονάδες στην Αττική και μείωση του χρόνου σε σουπερμάρκετ/φαρμακεία κατά 1,8 μονάδες. Η μεθοδολογία διαφορών επιβεβαιώνει αυτό που βλέπουμε διά γυμνού οφθαλμού: δεν είναι θέμα καιρού ή άλλου εξωγενούς παράγοντα. Τα ίδια τα μέτρα απλά προκάλεσαν πολύ μικρή μείωση της κινητικότητας και αύξηση συνωστισμού.
Συμπεράσματα
Εν κατακλείδι, το μέτρο της απαγόρευσης κυκλοφορίας στις 6 μ.μ. όχι μόνο απέτυχε στον στόχο του, αλλά ενδεχομένως οπισθοκρότησε, οδηγώντας σε μεγαλύτερη διασπορά. Η αποτυχία αυτή καθιστά επίκαιρα τρία βασικά στοιχεία στη χάραξη δημόσιας πολιτικής. Πρώτον, πριν από τη λήψη αποφάσεων πρέπει να γνωρίζουμε ότι η συμπεριφορά δεν αλλάζει μηχανιστικά, αλλά αντιθέτως υπάρχει υποκατάσταση συμπεριφορών. Συνεπώς, η θεωρία αποφάσεων αλλά και συμπεριφορικές γνώσεις πρέπει να λαμβάνονται υπ’ όψιν στον σχεδιασμό παρεμβάσεων.
Δεύτερον, τα όποια μέτρα πρέπει να αξιολογούνται κατόπιν εφαρμογής βάσει των δεδομένων και όπου είναι απαραίτητο να αναπροσαρμόζονται.
Τρίτον και παραμελημένο: ατυχείς ή ασαφείς παρεμβάσεις προκαλούν συνήθεια ή και έξη στην καταστρατήγηση των κανόνων. Επί μήνες περιρρέει η ιδέα ότι «χρειάζονται αυστηρότερα μέτρα». Οπως ξέρουμε καλά από την ελληνική φορολογία, η αυστηροποίηση δεν ισούται πάντα με βελτίωση. Η δημόσια πολιτική είναι η τέχνη του έξυπνα εφικτού, όχι του αφελώς αυστηρού.
Ο κ. Σωτήρης Γεωργανάς είναι αν. καθηγητής Οικονομικών (Θεωρία Παιγνίου & Συμπεριφορά) στο City, University of London (sotiris.georganas.1@city.ac.uk), και ο κ. Σωτήρης Βανδώρος είναι αν. καθηγητής Οικονομικών Υγείας στο King’s College London και adjunct αν. καθηγητής στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Harvard (vandoros@hsph.harvard.edu).