Τον τελευταίο χρόνο δεν μας δίνεται συχνά η ευκαιρία, εξαιτίας της πανδημίας, να κάνουμε συνεντεύξεις εκ του σύνεγγυς, όμως χάρη στην 8η Νύχτα Ιδεών που διοργανώθηκε πρόσφατα από το Γαλλικό Ινστιτούτο Ελλάδος, ο Μπρινό Πατινό επισκέφθηκε την Αθήνα και είχαμε τη δυνατότητα να συζητήσουμε μαζί του από κοντά – πάντα σε εξωτερικό χώρο και τηρώντας τα επιβεβλημένα μέτρα προστασίας από τον κορωνοϊό. Διευθυντής σύνταξης του γαλλικού τηλεοπτικού δικτύου Arte και πρόεδρος, εδώ και 13 χρόνια, στο Τμήμα Δημοσιογραφίας του φημισμένου SciencePo του Παρισιού, έχοντας θητεύσει και διευθυντής στον ραδιοφωνικό σταθμό France Culture, ο 55χρονος βετεράνος της μιντιακής βιομηχανίας που έχει, μεταξύ άλλων, στήσει τον διαδικτυακό τόπο της εφημερίδας «Le Monde», εξέδωσε το 2019 το βιβλίο «Ο πολιτισμός του χρυσόψαρου: Μικρή πραγματεία για την αγορά της προσοχής», το οποίο κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Το πόνημά του έχει αγγίξει μια ευαίσθητη χορδή της εποχής μας, αφού εξετάζει το ζήτημα του εθισμού στα κινητά μας, ενός φαινομένου που έχει αρχίσει να συζητείται ευρέως: στη Σίλικον Βάλεϊ, στα Κοινοβούλια, στα Μέσα. Ο τίτλος του συναρπαστικού και εξόχως καλογραμμένου βιβλίου του τα λέει όλα: ένα χρυσόψαρο που ζει σε γυάλα αδυνατεί να διατηρήσει την προσοχή του εστιασμένη σε οτιδήποτε πέραν ενός διαστήματος που διαρκεί οκτώ δευτερόλεπτα. Σύμφωνα με έρευνες της Google, το «attention span» της γενιάς των millennials δεν ξεπερνά τα 9 δευτερόλεπτα. Τι μας λέει αυτό; Oτι είμαστε χρυσόψαρα και ότι η οθόνη του smartphone μας είναι η δική μας γυάλα. Ο Πατινό μίλησε στο ΒΗΜΑgazino για τα εργαλεία που χρησιμοποιούν οι ισχυρές πλατφόρμες του Internet προκειμένου να αιχμαλωτίζουν την προσοχή μας, για τις συνέπειες της εξάρτησής μας, για τον χρόνο που δεν γυρίζει πίσω, αλλά και για τα διδάγματα των lockdowns.
Κύριε Πατινό, µε ποια αφορµή γράψατε τον «Πολιτισµό του χρυσόψαρου»;
«Η προσωπική εμπειρία που με ώθησε να γράψω αυτό το βιβλίο ήταν η εξής: για καιρό ένιωθα μεγάλη κόπωση και αποφάσισα να δω κάποιον γιατρό. Με ρώτησε αν κοιμάμαι καλά τα βράδια και συνειδητοποίησα απαντώντας του ότι ξυπνούσα για να τσεκάρω το κινητό μου 4-5 φορές κάθε νύχτα, χωρίς λόγο, χωρίς να περιμένω κάποιο σημαντικό μήνυμα. Εξεπλάγην γιατί αναλογίστηκα πως έχω γράψει βιβλία για τα οράματα του ψηφιακού κόσμου και για την ελευθερία που θα μας χάριζε και ξαφνικά βρέθηκα εξαρτημένος από το κινητό μου».
Αυτό που περιγράφετε το ζει πολύς κόσµος. Πώς φτάσαµε σε αυτό το σηµείο;
«Δεν προέκυψε τυχαία, ούτε πρόκειται φυσικά για κάποια συνωμοσία. Εχει συμβεί κάτι πολύ λογικό και αναμενόμενο. Οταν δημιουργήθηκαν οι μεγάλες ψηφιακές πλατφόρμες με σκοπό να μας παρέχουν μια υπηρεσία – πρόσβαση στην πληροφορία ή στη δυνατότητα να επικοινωνούμε και να συνδεόμαστε μεταξύ μας – έπρεπε να αποφασίσουν τι επιχειρηματικό μοντέλο θα χρησιμοποιούσαν. Θα μπορούσαν να είχαν υιοθετήσει τη δομή της Wikipedia ή ένα συνδρομητικό μοντέλο, κατέληξαν ωστόσο να αντιγράψουν το modus operandi του ραδιοφώνου ή της τηλεόρασης που βασίζονται στα έσοδα από τη διαφήμιση. Γιατί; Διότι ήθελαν να απευθύνονται σε όσο το δυνατόν περισσότερους χρήστες. Ο όρος «οικονομία της προσοχής» χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά, εξ όσων γνωρίζω, τη δεκαετία του ’60 από έναν αμερικανό μελετητή με αφορμή την τηλεθέαση. Με βάση αυτό το καθεστώς, όσο μεγαλύτερη η εμπλοκή των χρηστών τόσο μεγαλύτερο το κέρδος, εξ ου και οι κολοσσοί του Διαδικτύου χρησιμοποίησαν εργαλεία αντίστοιχα με αυτά που μας εθίζουν στον τζόγο, για παράδειγμα, για να μας κρατούν κολλημένους στην οθόνη του υπολογιστή. Στην πορεία συνέβησαν δύο καθοριστικά πράγματα. Αφενός εφευρεθήκαν τα smartphones και τώρα ο καθένας μας έχει μια συσκευή που του δίνει πρόσβαση στον ψηφιακό κόσμο και μπορεί να είναι πάντα μαζί του, σε κάθε στιγμή της ζωής του. Αφετέρου, αναπτύχθηκαν οι αλγόριθμοι που επιτρέπουν στη διαφήμιση να λειτουργεί προσωποποιημένα και στοχευμένα, άρα πολύ πιο αποτελεσματικά».
Ποιες θεωρείτε ότι είναι οι βασικές επιπλοκές αυτής της κατάστασης;
«Η εξάρτησή μας έχει σοβαρές συνέπειες στην ελευθερία και στην υγεία μας. Ο χρόνος που χάνεται δεν αντικαθίσταται και θα μπορούσε να είχε επενδυθεί σε διάβασμα, στην οικογένειά μας, στην ενδοσκόπηση, στην καλλιέργεια των σχέσεών μας. Ειρήσθω εν παρόδω, έγινε μια έρευνα πρόσφατα στις ΗΠΑ και ένας στους τρεις απάντησε ότι θα διέκοπτε το σεξ αν λάμβανε εκείνη την ώρα κάποια ειδοποίηση στο κινητό του. Υποπτεύομαι ότι οι περισσότεροι θα το μετάνιωναν, όμως αυτό δείχνει πόσο εθισμένοι είμαστε. Ακόμη κι αν προσπαθήσουμε να μειώσουμε την εμπλοκή μας, οι εταιρείες χρησιμοποιούν το λεγόμενο captology ή μεθόδους των νευροεπιστημών για να τραβήξουν ξανά την προσοχή μας στην οθόνη του laptop, του κινητού ή του tablet. Υπάρχει ωστόσο και μια άλλη παράμετρος. Ο,τι απευθύνεται στο θυμικό μας, ό,τι αποσκοπεί σε μια συναισθηματική συμμετοχή, παίρνει προτεραιότητα από τον αλγόριθμο, διότι προκαλεί άμεσες αντιδράσεις και, κατά συνέπεια, πιο πολλά likes και shares. Ο,τι απαιτεί λίγο περισσότερη σκέψη, λίγη ανάλυση παραπάνω, δεν προωθείται από τον αλγόριθμο διότι δεν είναι αποδοτικό. Ο στοχασμός είναι ασύμφορος οικονομικά μέσα στο συγκεκριμένο πλαίσιο. Το βλέπω και ως χρήστης – διότι έχω λογαριασμό στο Facebook και στο Instagram, δεν είμαι δηλαδή καθόλου τεχνοφοβικός: χρησιμοποιώντας τα συγκεκριμένα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποκτάς μια λίγο παραμορφωμένη εικόνα της πραγματικότητας, η οποία είναι γεμάτη έντονες συναισθηματικές αντιδράσεις. Οσοι αμφιβάλλουν, σκέπτονται και προβληματίζονται με ψυχραιμία δεν βρίσκουν τόσο μεγάλη ανταπόκριση. Ετσι έχουν προκύψει τα φαινόμενα ιδεολογικής πόλωσης και πολιτικού διχασμού που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια, το virality του Ντόναλντ Τραμπ και ούτω καθεξής».
Ο αποκλεισµός προσώπων όπως ο Τραµπ από τα social media είναι βήµα προς τη σωστή ή προς τη λάθος κατεύθυνση;
«Αυτές οι αποφάσεις μάς βάζουν, κατά τη γνώμη μου, σε ένα πολύ σκοτεινό μονοπάτι. Ούτε ο αποκλεισμός προσώπων ούτε ο αποκλεισμός ιδεών και περιεχομένου με ικανοποιεί. Θα μου φαινόταν πιο χρήσιμο το να γίνει μια σοβαρή προσπάθεια να εφαρμοστεί ένα ρυθμιστικό πλαίσιο στο πώς διακινούνται οι πληροφορίες και αλιεύονται τα data και στον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν οι αλγόριθμοι. Αυτό φυσικά είναι το τελευταίο που θέλουν οι εταιρείες, διότι θα μειώσει τα κέρδη τους. Πρόκειται για μια μάχη που θα καθορίσει το μέλλον».
Η τωρινή πανδηµία πώς πιστεύετε ότι θα επηρεάσει τις εξελίξεις στο συγκεκριµένο πεδίο;
«Η πανδημία είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα περίοδος. Κατ’ αρχάς, μας έδειξε πόσο έχουμε ανάγκη την ψηφιακή τεχνολογία και πόσο χρήσιμη μας είναι. Μπορώ να επικοινωνώ με την ηλικιωμένη μητέρα μου, να τη βλέπω και να με βλέπει, χωρίς να την εκθέτω σε κίνδυνο. Μπορώ να διδάσκω στους φοιτητές μου μέσω zoom. Μπορώ να δουλεύω από το σπίτι. Από την άλλη, καταλάβαμε πόσο μας λείπει η πραγματική επαφή. Κάθε φορά που συναντώ κάποιον, έστω από απόσταση δύο μέτρων και φορώντας μάσκα, νιώθω τόσο μεγάλη ανακούφιση και γίνεται ξεκάθαρο ότι η ζωή δεν μπορεί να περιοριστεί σε μια οθόνη».
Στο βιβλίο σας αναφέρεστε και στις ψυχικές ασθένειες που έχουν προκύψει από την ακραία χρήση των διαφόρων ψηφιακών εφαρµογών…
«Ξέρετε, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια κατέληξαν πως κάθε φορά που περνάμε περισσότερα από 30 λεπτά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θέτουμε σε κίνδυνο την ψυχική μας υγεία. Υπάρχουν φαινόμενα όπως η nomophobia, ο παθολογικός φόβος στην ιδέα πως θα μπορούσαμε να μείνουμε χωρίς κινητό, το phubbing, όπως ονομάζεται η συνήθεια να μη δίνουμε σημασία σε κάποιον επειδή ασχολούμαστε με το smartphone μας, ή η athazagoraphobia, η φοβία ότι αν δεν είμαστε ενεργοί θα μας λησμονήσουν, κάτι που προκαλεί ακόμη και καταθλίψεις στην εφηβική ηλικία».
Εσείς κι εγώ έχουµε προλάβει τον κόσµο χωρίς το Internet. Πώς θα πειστεί η νεότερη γενιά, η οποία έχει µεγαλώσει µπροστά σε κάποια οθόνη, για όλα αυτά που λέµε;
«Η εμπειρία μου μού δείχνει ότι οι έφηβοι και οι πολύ νέοι κατανοούν πλήρως το πρόβλημα διότι υφίστανται πιο έντονα τις επιπτώσεις του. Αυτό έχω καταλάβει μιλώντας για το βιβλίο σε σχολεία, για παράδειγμα. Στο κάτω-κάτω, δεν τους ζητάω να σταματήσουν να χρησιμοποιούν τα κινητά τους αλλά να κάνουν μια πιο λελογισμένη χρήση όλων αυτών των διαθέσιμων ψηφιακών μέσων».
Ποιες πρακτικές συµβουλές έχετε να δώσετε σε όποιον διαβάσει το βιβλίο σας και θελήσει να αλλάξει τη ζωή του;
«Απενεργοποιήστε το Wi-Fi και βάλτε το κινητό σας σε ένα κουτί μία ώρα προτού πάτε για ύπνο, χωρίς να το ενεργοποιήσετε αμέσως μόλις ανοίξετε τα μάτια σας το πρωί. Επίσης, με τον ίδιο τρόπο που κάνετε διακοπές από την εργασία σας, κάντε μία φορά τον χρόνο αποχή για μερικές εβδομάδες από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αυτό δεν έχω βέβαια καταφέρει ακόμη να το εφαρμόσω με μεγάλη επιτυχία. Τρεις ημέρες άντεξα».