Σε μια πρωτοφανή κρίση, με άγνωστες προς το παρόν επιπτώσεις, έχει βυθισθεί το αμερικανικό κομματικό σύστημα στο σύνολό του, μετά τον ανοικτό πόλεμο που ξέσπασε στο εσωτερικό του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος με αφορμή τους 7 (σε σύνολο 50) Ρεπουμπλικανούς γερουσιαστές που ψήφισαν υπέρ της καταδίκης του Ντόναλντ Τραμπ. Γεγονός που συμβαίνει για πρώτη φορά στην αμερικανική ιστορία. Το σημαντικό όμως είναι ότι, επίσης για πρώτη φορά, έχει τώρα ξεκινήσει σε ακαδημαϊκό επίπεδο μια ευρεία συζήτηση για τη γενικότερη αναμόρφωση του δικομματικού συστήματος. Μετά τη διαπίστωση ότι το σύστημα αυτό – που ισχύει από το 1856(!) – εγκαθιδρύθηκε κάτω από διαφορετικές από τις σημερινές συνθήκες και έχει οδηγήσει σήμερα σε επικίνδυνα αδιέξοδα, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος τα παραδοσιακά αυτά κόμματα να καταστούν όμηροι ακραίων στοιχείων.
Αυτό δηλαδή που ακριβώς συνέβη με την περίπτωση του Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος απειλεί τώρα να είναι και πάλι υποψήφιος, στηριζόμενος στη βάση του κόμματος, που όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις τον στηρίζει. Μελέτη του συντηρητικού Αmerican Enerprise Institute έδειξε ότι 4 στους 10 Ρεπουμπλικανούς ψηφοφόρους πιστεύουν ότι δικαιολογείται η πολιτική βία, ενώ τα τρία τέταρτα των ίδιων ψηφοφόρων επιθυμούν ο Τραμπ να αναλάβει ηγετικό ρόλο για το μέλλον του κόμματος. Ετσι τίθενται στο περιθώριο οι παραδοσιακοί σοβαροί ψηφοφόροι του κόμματος, γεγονός που ανοίγει τη συζήτηση για τη δυνατότητα κατάργησης του ασφυκτικού δικομματισμού, με την ενδεχόμενη δημιουργία τεσσάρων κομμάτων και την υιοθέτηση της απλής αναλογικής με στόχο την εξισορρόπηση των τάσεων, καθώς μάλιστα και στο Δημοκρατικό Κόμμα εμφανίζονται τώρα δύο διακριτές τάσεις. Η παραδοσιακή φιλελεύθερη και η ανερχόμενη κεντροαριστερή. Και ήδη, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Γκάλοπ, ένα 62% των Αμερικανών ζητεί τη δημιουργία ενός τρίτου κόμματος.
Η αλήθεια βέβαια είναι ότι και στο παρελθόν υπήρξαν προσπάθειες για τη δημιουργία τρίτου κόμματος, οι οποίες όμως δεν μακροημέρευσαν καθώς ο δικομματισμός παρέμενε πάντα ισχυρός. Ενώ τώρα, μετά την παρουσία Τραμπ, που γέννησε και το αποκαλούμενο φαινόμενο του Τραμπισμού, η κατάσταση έχει αλλάξει. Και ας μην ξεχνάμε ότι το φαινόμενο αυτό δεν προέκυψε τυχαία, αλλά υπήρξε αποτέλεσμα μιας καλά οργανωμένης προσπάθειας, με στόχο να ξυπνήσει και να αντιδράσει η «ξεχασμένη Αμερική» των μεσοανατολικών και μεσοδυτικών Πολιτειών. Η προσπάθεια αυτή συνοδεύτηκε από μια ταυτόχρονη εντυπωσιακή πολυεπίπεδη προπαγανδιστική εκστρατεία, μέσω της δημιουργίας του καναλιού Fox από τον Ρούπερτ Μέρντοχ και την κατάλληλη προβολή αυτού του απίθανου μείγματος πετυχημένου λαϊκού τηλεοπτικού αστέρα, αμφιλεγόμενου επιχειρηματία και εθνικολαϊκιστή πολιτικού, που εκπροσωπεί ο Τραμπ. Μια προσπάθεια που, παρά τη νίκη Μπάιντεν, τελικά πέτυχε να αλλάξει τα παραδοσιακά δεδομένα της αμερικανικής πολιτικής ζωής.