«Ανεπιθύμητο πρόσωπο» (Persona non grata) για τους ανθρώπους του πολιτισμού, χαρακτηρίζει ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ), την υπουργό Λίνα Μενδώνη, σε μια σκληρή ανακοίνωση τίτλο «Ουκ αεί άρχεις», με αφορμή τους χειρισμούς της στην υπόθεση του Δημήτρη Λιγνάδη.
«Αντί να τον αποπέμψει αμέσως και να ζητήσει η ίδια την εισαγγελική παρέμβαση για την διερεύνηση της τέλεσης ή μη αξιόποινων πράξεων, αντί να δημιουργήσει ένα προστατευτικό δίχτυ για την προστασία των καταγγελλόντων/καταγγελλουσών, προτίμησε να ρωτήσει τον ίδιο τον κατηγορούμενο και προέβη σε δημόσιες δηλώσεις στήριξής του!», αναφέρει ο ΣΕΑ.
Προσθέτει δε ότι «η Λ. Μενδώνη έχει πολλάκις συνδέσει το όνομά της με καταστροφικές για τον πολιτισμό επιλογές». Παράλληλα αναφέρει ότι «η ίδια κατά το πρόσφατο παρελθόν στράφηκε με αποστροφή προς τον καλλιτεχνικό χώρο, τον οποίο χαρακτήρισε ως κλάδο της μαύρης οικονομίας εμπαίζοντας τους εργαζόμενους στον σύγχρονο πολιτισμό την περίοδο της πανδημίας, την ίδια ώρα που συγκαλύπτει πρόσωπα του Υπουργείου που ενέχονται σε υποθέσεις διασπάθισης δημοσίου χρήματος, οι οποίες ερευνώνται από την δικαιοσύνη».
«Ουκ αεί άρχεις»
Ακολουθεί ολόκληρη η ανακοίνωση του ΣΕΑ:
«Ο πρώην διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου συνελήφθη το Σάββατο 20/2/2021 ως κατηγορούμενος για βιασμό ανηλίκων κατ’ εξακολούθηση, σε συνέχεια των μηνυτήριων αναφορών που έχουν υποβληθεί εναντίον του. Από τις 5/2/2012, οπότε και κατατέθηκε η πρώτη μηνυτήρια αναφορά στον Εισαγγελέα, ως τις 19/2/2021 η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λ. Μενδώνη, η οποία είχε υπογράψει τον διορισμό του πρώην διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου αφού ακύρωσε σχετικό ανοιχτό διαγωνισμό, δεν προέβη σε καμία ενέργεια διαλεύκανσης των πραγματικών δεδομένων.
Αντί να τον αποπέμψει αμέσως και να ζητήσει η ίδια την εισαγγελική παρέμβαση για την διερεύνηση της τέλεσης ή μη αξιόποινων πράξεων, αντί να δημιουργήσει ένα προστατευτικό δίχτυ για την προστασία των καταγγελλόντων/καταγγελλουσών, προτίμησε να ρωτήσει τον ίδιο τον κατηγορούμενο και προέβη σε δημόσιες δηλώσεις στήριξής του! Τουλάχιστον από τα παραπάνω συνάγεται ότι η σχέση της Υπουργού με τον κατηγορούμενο πρώην διευθυντή δεν είναι θεσμική, όπως οφείλεται, αλλά προσωπική. Στη συνέντευξη τύπου της 19/2 όχι μόνο δεν ανέλαβε την πολιτική ευθύνη για τις πράξεις και παραλείψεις της, αλλά υποστήριξε ότι «εξαπατήθηκε», ταυτίζοντας την τέχνη της υποκριτικής με την υποκρισία και την απάτη, ενώ αναζήτησε τις ευθύνες σε όλους πλην του εαυτού της.
Η Λ. Μενδώνη έχει πολλάκις συνδέσει το όνομά της με καταστροφικές για τον πολιτισμό επιλογές, όπως η μεθοδευμένη καταστροφή των αρχαιοτήτων της Βενιζέλου, οι απαράδεκτες επεμβάσεις στην Ακρόπολη και η προσπάθεια διάλυσης της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας με την αλλαγή νομικού καθεστώτος στα κρατικά μουσεία, ενώ είναι τοις πάσι γνωστές οι μεθοδεύσεις για τη χειραγώγηση κορυφαίων θεσμικών οργάνων του ΥΠΠΟΑ όπως του ΚΑΣ, με καταστροφικά για την πολιτιστική κληρονομιά αποτελέσματα. Η ίδια κατά το πρόσφατο παρελθόν στράφηκε με αποστροφή προς τον καλλιτεχνικό χώρο, τον οποίο χαρακτήρισε ως κλάδο της μαύρης οικονομίας εμπαίζοντας τους εργαζόμενους στον σύγχρονο πολιτισμό την περίοδο της πανδημίας, την ίδια ώρα που συγκαλύπτει πρόσωπα του Υπουργείου που ενέχονται σε υποθέσεις διασπάθισης δημοσίου χρήματος, οι οποίες ερευνώνται από την δικαιοσύνη.
Η κυρία Μενδώνη αποτελεί persona non grata για τους ανθρώπους του πολιτισμού. Δεν διαθέτει κανένα κοινωνικό έρεισμα. Τα λεγόμενά της εκπροσωπούν αποκλειστικά εκείνη και τους συνεργάτες της, ενώ η υπογραφή της αποτελεί λαλούν σύμβολο απαξίωσης.
Ως υπάλληλοι του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού αντιλαμβανόμαστε ότι το Υπουργείο αντιμετωπίζει μία πρωτοφανή κρίση εμπιστοσύνης που επικεντρώνεται στο πρόσωπο της Υπουργού. ‘Αλλωστε μία ‘εξαπατηθείσα’ πολιτικός οφείλει να αναλάβει τουλάχιστον την πολιτική ευθύνη της εξαπάτησής της. Εμείς, διαπιστώνοντας την θεσμική κρίση που έχει κορυφωθεί κατά τη θητεία της, της λέμε: ουκ αεί άρχεις».