Μεγάλη ανησυχία έχουν προκαλέσει στους γονείς τα αλλεπάλληλα περιστατικά με μικρά παιδιά που προσβάλλονται από κορωνοϊό και νοσούν ορισμένες φορές τόσο σοβαρά ώστε μεταφέρονται διασωληνωμένα στις ΜΕΘ.
Η ανησυχία αυτή εντείνεται καθώς τα περισσότερα παιδιά δεν εκδηλώνουν συμπτώματα με αποτέλεσμα να είναι φορείς του ιού και να μεταφέρουν τη νόσο στο σπίτι. Με αυτόν τον τρόπο, χωρίς κανείς να το γνωρίζει, συμβάλλουν στη διασπορά τoυ ιού καθώς μπορεί να μολύνουν τους γονείς, τα αδέρφια τους, ή οποιοδήποτε άλλο άνθρωπο έρθουν σε επαφή μαζί του, στον περίκλειστο χώρο του σπιτιού.
Το τρίτο κύμα της πανδημίας, με τα μεταλλαγμένα στελέχη που έχουν προσδώσει στον ιό μεγαλύτερη ικανότητα επιμόλυνσης του ανθρώπινου οργανισμού, αποτελεί σημαντικότερη απειλή για τα παιδιά σε σχέση με το πρώτο και το δεύτερο κύμα.
Η είδηση τη Δευτέρα ότι ένα βρέφος και ένα εννιάχρονο παιδί προσεβλήθησαν από τον ιό με το τελευταίο να νοσηλεύεται στη ΜΕΘ του νοσοκομείου Παίδων, ενέτεινε την ανησυχία. Ο προβληματισμός είναι μεγάλος ακόμη και για τους επιστήμονες, που όπως όλοι, διαπιστώνουν μεν ότι ο εμβολιασμός δεν προβλέπεται για τις μικρές ηλικίες αλλά δεν την ίδια στιγμή δεν είναι σε θέση να πουν, συνεκτιμώντας κάθε διαθέσιμη επιστημονική πληροφορία, πότε αυτό θα καταστεί εφικτό.
Στο θέμα μάλιστα αναφέρθηκε το απόγευμα της Δευτέρας η πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμών, Μαρία Θεοδωρίδου. Ανέφερε καταρχάς, ότι εμβόλια όπως της γρίπης, του πνευμονιόκοκκου, του έρπητα ζωστήρα, της HPV λοίμωξης κι άλλα, μπορούν να γίνονται 14 ημέρες πριν ή 14 ημέρες μετά τον εμβολιασμό για τον κορωνοϊό.
Επισήμανε στη συνέχεια ότι το εμβόλιο της Pfizer για τον κορωνοϊό έχει αδειοδοτηθεί και για άτομα ηλικίας άνω των 16 ετών. Έτσι, όπως είπε, και ορισμένα παιδιά που έχουν σοβαρά προβλήματα υγείας θα μπορούσαν με ασφάλεια να το κάνουν. Αναφερόμενη όμως στο χρόνο που θα ενταχθούν γενικότερα τα παιδιά στον εμβολιασμό, είπε ότι είναι ένα θέμα που θα αργήσει και δεν είναι ζήτημα προς συζήτηση αυτή τη στιγμή.
Κατά το πρώτο αλλά και το δεύτερο κύμα της πανδημίας τα παιδιά – ιδίως αυτά κάτω των 10 ετών – αντιμετωπίζονταν ως ο πλέον… αδύναμος κρίκος στην αλυσίδα μεταδόσεων, καθώς συνέβαλλαν ελάχιστα συγκριτικά με τους εφήβους και τους ενηλίκους στη διασπορά του κορωνοϊού.
Το τρίτο κύμα, όμως, φέρνει ανατροπές, αποδεικνύοντας για μία ακόμη φορά ότι οι ιοί εξελίσσονται, με αποτέλεσμα οι βεβαιότητες να μετατρέπονται σε αμφιβολίες. Μάλιστα, πλέον δεν είναι λίγες οι φορές που τα συμπτώματα που εκδηλώνουν τα παιδιά είναι η αιτία που ξεδιπλώνεται το κουβάρι της ενδοοικογενειακής διασποράς, κάτι που δεν ίσχυε πριν από τον Δεκέμβριο.
«Τα νέα στελέχη του κορωνοϊού αλλάζουν τα δεδομένα. Ιδίως το βρετανικό στέλεχος, που έχει μελετηθεί πιο διεξοδικά και αναμένεται να επικρατήσει στην επικράτεια, είναι κατά 20%-30% πιο μεταδοτικό. Και από την παρατήρηση αυτή δεν προκύπτουν ηλικιακές εξαιρέσεις», δηλώνει στα «ΝΕΑ» η Αθανασία Λουρίδα, παιδίατρος – λοιμωξιολόγος, διευθύντρια ΕΣΥ Α’ Παιδιατρικής Κλινικής Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων. Οπως διευκρινίζει, «τα παιδιά δεν ηγούνται αλλά ακολουθούν την πανδημία, συνεπώς η αυξημένη διασπορά στην κοινότητα αντανακλάται και στον ανήλικο πληθυσμό. Συνακόλουθα, τα παιδιά, παρότι έχουν μικρότερο ιικό φορτίο, δύνανται να μεταδίδουν τον ιό, παρ’ όλα αυτά δεν νοσούν βαριά».
Ομως, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι και άτρωτα, καθώς σε κάθε κανόνα υπάρχουν εξαιρέσεις: ο θάνατος μιας κοπέλας μόλις 16 χρονών από τη Θήβα αλλά και η νοσηλεία στη ΜΕΘ ενός εννιάχρονου αγοριού από την Πάτρα έχουν προκαλέσει αγωνία και ερωτηματικά στους γονείς. Τα επιδημιολογικά δεδομένα μαρτυρούν ότι τα παιδιά πιθανόν να μην μπορούν να «κρυφτούν» από τα νέα στελέχη του κορωνοϊού. Πιο συγκεκριμένα, στις 10 Ιανουαρίου που άνοιξε η Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, τα παιδιά κάτω των 17 ετών αποτελούσαν το 6% του συνόλου των κρουσμάτων, ενώ στις 10 Φεβρουαρίου το ποσοστό αυξήθηκε στο 6,7%, αύξηση 10%.
Καθησυχάζει, όμως, το γεγονός ότι οι μεταδόσεις στον παιδικό πληθυσμό δεν μεταφράζονται σε αυξημένες νοσηλείες, όπως ισχύει στην περίπτωση των ενηλίκων. Μάλιστα, η εμπειρική αυτή παρατήρηση των παιδιάτρων βρίσκεται σε απόλυτη συμφωνία με έρευνα που δημοσιεύτηκε στην έγκριτη ιατρική επιθεώρηση «Lancet». Οπως προκύπτει από τη συγκεκριμένη βρετανική έρευνα, κατά την οποία συγκρίθηκε η νοσηρότητα στα παιδιά στο πρώτο και στο δεύτερο επιδημικό κύμα, οι ανήλικοι που νοσηλεύτηκαν στο δεύτερο κύμα, κατά το οποίο επικρατούσε το βρετανικό στέλεχος, είχαν ηπιότερη κλινική εικόνα. Το ερώτημα που προκύπτει είναι «τι έχει αλλάξει;».
Οπως σημειώνει στα «ΝΕΑ» η Αννα Παρδάλη, επιστημονική συνεργάτρια της Β’ Παιδιατρικής Κλινικής του ΕΚΠΑ, «πλέον βλέπουμε πιο συχνά παιδιά με λοίμωξη Covid που εμφανίζουν συμπτώματα, όταν πριν από τον Δεκέμβριο στην πλειονότητά τους ήταν ασυμπτωματικά». Μάλιστα, τα συμπτώματα των παιδιών και εν συνεχεία το θετικό αποτέλεσμα είναι ολοένα και συχνότερα η αιτία που υποβάλλονται όλα τα μέλη της οικογένειας σε τεστ, διαπιστώνοντας ενδοοικογενειακή διασπορά. «Καθώς οι γονείς των μικρών παιδιών είναι επίσης νέοι, συχνά είναι και οι ίδιοι ασυμπτωματικοί», γεγονός που δείχνει ότι ο ιός συνεχίζει να κινείται… ύπουλα, επιχειρώντας ακτινωτές μολύνσεις.
Κατά την ειδικό, τα συμπτώματα είναι στη συντριπτική πλειονότητά τους «αθώα», με αποτέλεσμα αρκετοί γονείς να τα αποδίδουν σε απλή ίωση. Παρ’ όλα αυτά, καθώς τα νέα στελέχη προσβάλλουν και τον νεότερο πληθυσμό, ολοένα και περισσότεροι παιδίατροι ζητούν πριν από την κλινική εξέταση οι μικροί ασθενείς να υποβληθούν τουλάχιστον σε rapid test, σε μια προσπάθεια να εμποδίσουν πιθανή διασπορά στα ιατρεία.
Σύμφωνα με τον Επιμελητή Α του Καραμανδανείου Νοσοκομείου Πάτρας, παιδίατρο Αθανάσιο Φίλια, το τελευταίο διάστημα παρατηρείται μεγάλη αύξηση της προσέλευσης παιδιών στο νοσοκομείο, αύξηση που κυμαίνεται στο 50-60% σε σχέση με το αμέσως προηγούμενο διάστημα. Ο ίδιος έκανε λόγο για μεγάλη αύξηση των θετικών κρουσμάτων που απομονώνονται από τα παιδιά αυτά.
«Το αξιοσημείωτο είναι ότι τα περισσότερα από αυτά τα παιδιά είναι ασυμπτωματικά» είπε χαρακτηριστικά αναλύοντας περαιτέρω πως πρόκειται για παιδιά που είχαν έρθει σε επαφή με κάποιον θετικό στον ιό είτε αυτός είναι δάσκαλος είτε είναι συγγενής ή συμμαθητής.
Τη διασπορά του κοροναϊού σε παιδιά έχει αντιληφθεί και επισημάνει εγκαίρως και ο Ιατρικός Σύλλογος Λάρισας. Σε ανακοίνωση που εξέδωσε μιλά για ραγδαία διασπορά στον παιδικό πληθυσμό. Σημειώνει χαρακτηριστικά:
«Τις τελευταίες μέρες μας ανησυχεί ιδιαίτερα η τάση επικράτησης ορισμένων μεταλλάξεων του ιού, καθώς και η πρωτόγνωρη ραγδαία διασπορά στον παιδικό πληθυσμό και κυρίως στα μικρότερα παιδιά. Ο θάνατος της 15χρονης στη Θήβα αλλά και η εισαγωγή του 9χρονου στη ΜΕΘ του Ρίο φαίνεται ότι αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου. Πλέον, σε ένα από τα μεγαλύτερα νοσοκομεία Παίδων της χώρας (Αγλαΐα Κυριακού) τις τελευταίες 15 μέρες έχουν διαγνωστεί με κορωνοϊό περίπου 20 παιδιά, το μικρότερο εκ των οποίων 32 ημερών. Επίσης, μετά από επικοινωνία μας τόσο με παιδιάτρους της Λάρισας όσο και των υπόλοιπων Π.Ε. της Θεσσαλίας, επιβεβαιώνεται η αύξηση του αριθμού των συμπτωματικών παιδιών, γεγονός που δεν είχε παρατηρηθεί κατά την διάρκεια των 2 προηγούμενων κυμάτων της πανδημίας. Είναι αποδεδειγμένο από μελέτες ότι το ιικό φορτίο των συμπτωματικών παιδιών είναι αρκετά υψηλό, μεγαλύτερο ακόμα και από ορισμένους ενήλικες που νοσηλεύονται σε ΜΕΘ (Massachusetts:Children and COVID-19 spread). Η βαρύτητα της νόσου στα παιδιά συνεχίζει προς το παρόν να είναι χαμηλή και ελεγχόμενη, χωρίς βέβαια να αποκλείουμε απρόβλεπτες εξελίξεις στο άμεσο μέλλον από τις μεταλλάξεις, γεγονός που θα πρέπει να μας κρατά σε εγρήγορση και αυξημένη επαγρύπνηση».