«Ακούω φωνές». Ο άμεσος συνειρμός είναι η Ζαν ντ’ Αρκ και τα οράματά της. Η εσωτερική φωνή στην περίπτωσή της ήταν θείας καταγωγής και τα παραγγέλματα ηρωικού περιεχομένου. Υπάρχουν όμως κι άλλες, πιο καθημερινές φωνές, τις οποίες όχι μόνο ακούμε, αλλά με τις οποίες συνομιλούμε κιόλας.
Ολοι μας έχουμε μια μέσα φωνή. Οι πάντες. Η μέσα φωνή δεν γνωρίζει ταξικά, ηλικιακά, πολιτιστικά, ανθρωπολογικά, ψυχολογικά όρια. Η συζήτηση που έχουμε με τον εαυτό μας είναι η μεγαλύτερη σε διάρκεια που θα έχουμε ποτέ και, πιθανότατα, η πιο κρίσιμη και ειλικρινής. Είναι βέβαια και η πιο εξοντωτική. Και ενίοτε εξαιρετικά επώδυνη, έως και επικίνδυνη. Αυτή η ένδον φωνή δεν έχει σαφή όρια, δεν προσωποποιείται, δεν βλέπουμε τον ομιλούντα. Ξέρουμε ότι είμαστε εμείς, επειδή πηγάζει από κάπου εντός μας. Υπάρχει μέσα μας – είτε μονολογεί είτε μας καλεί σε διάλογο. Κατά τη διάρκεια της κάθε μέρας έχουμε εκατοντάδες συνομιλίες μαζί της. Εχουμε τσακωθεί, έχουμε φιλιώσει, έχουμε ταξιδέψει, έχουμε ονειροφαντασιώσει, έχουμε αναλύσει έρωτες, συμπεριφορές, προβλήματα. Είναι ένας εγκατεστημένος εαυτός, που διαθέτει το χάρισμα της βουβής συνομιλίας. Μιας συνομιλίας όμως καθοριστικής για εμάς. Κάποιοι περιγράφουν το φαινόμενο αυτής της συνομιλίας ευρύτερα ως εσωτερικό ένστικτο. Ενστικτο μεν είναι, αλλά εννοείται σαφώς μια διαλεκτική που εκφράζεται ως συνομιλία.
Ο πειραματικός ψυχολόγος Ιθαν Κρος υποστηρίζει ότι υπάρχουν πολλοί που προσπαθούν αυτή την εσωτερική φωνή να τη φιμώσουν, να την εξορίσουν, να την κάνουν να σιωπήσει.
Η εσωτερική φωνή, αυτός ο ένδον μονόλογος, δεν εμφανίζεται ξαφνικά. Αναπτύσσεται στην παιδική ηλικία με τον «ιδιωτικό λόγο». Οταν ήμουν μικρός, είχα, όπως άπειρα παιδάκια, έναν φανταστικό φίλο. Ηταν ο Τόνι «από το πάνω πάτωμα». Με τον Τόνι συζητούσαμε ατέλειωτα ζητήματα, κάναμε εξαιρετική παρέα και, το καλύτερο, όταν έκανα κάποια σκανδαλιά την απέδιδα σε εκείνον: το «Δεν το έκανα εγώ, το έκανε ο Τόνι από το πάνω πάτωμα» νόμιζα ότι θα με γλίτωνε από πολλές δύσκολες καταστάσεις. Χρόνια μετά, γράφοντας πεζογραφία, συχνά «ακούω» χαρακτήρες να μιλούν. Οχι, δεν είμαι η Ζαν ντ’ Αρκ, όταν σας διαβεβαιώ πως ενίοτε μου ζητούν να τους αλλάξω κάποια σημεία που αφορούν την ανάπτυξή τους!
Ο εσωτερικός αυτός μονόλογος είναι ουσιαστικά σκέψη. Είναι ανακουφιστικό και σημαντικό να ακούς τον εαυτό σου να σε συμβουλεύει, να σου προτείνει, να αποκλείει, να χτυπάει το καμπανάκι, να σου ισχυροποιεί επιθυμίες, να σε οικτίρει, να σε καθησυχάζει. Σε δύσκολες περιπτώσεις, εκεί που προσωπικά απευθύνθηκα στον εσωτερικό μου συνομιλητή και παραπονέθηκα «γιατί σε μένα», ήταν «εκείνος» που μου απάντησε και με έφερε σε μια ισορροπία. Σε μια επιμέλεια χάους, σε αυτό βοηθά.
Υπάρχουν κάποιες μορφές εσωτερικού μονολόγου που λειτουργούν στην άλλη πλευρά του φάσματος – ψυχωτικά. Ανθρωποι που κατακλύζονται από ανεξέλεγκτες μέσα φωνές, που έχουν οράματα, ψευδαισθήσεις τις οποίες υποδαυλίζει μια ένδον φωνή. Φωνή που μπορεί να απευθύνεται στον εαυτό σε δεύτερο πρόσωπο: «Είσαι άχρηστος» π.χ. Εδώ το χάος δεν είναι επιμελημένο. Η φωνή δεν έχει συντακτικό, δεν είναι ισότιμος συνομιλητής. Είναι μια ανέλεγκτη ορμή η οποία μπορεί να αποδειχθεί εξαιρετικά επικίνδυνη.
Ο ελβετός ψυχολόγος Ζαν Πιαζέ ισχυρίστηκε το 1920 πως ο ιδιωτικός ή «εγωκεντρικός» λόγος – η διαδικασία του να μιλάς στον εαυτό σου δυνατά – αποτελεί την αρχική μορφή του λόγου. Μέσα από αυτόν προκύπτει ο «κοινωνικός» λόγος. Τη δεκαετία του 1930, ο ρώσος ψυχολόγος Λεβ Βιγκότσκι εξέφρασε την άποψη πως ο ιδιωτικός λόγος προκύπτει από τον δημόσιο λόγο κι αργότερα εσωτερικοποιείται υπό τη μορφή εσωτερικού μονολόγου.
Υπάρχει και η λογοτεχνία φυσικά. Ο εσωτερικός μονόλογος ως αφηγηματική τεχνική είναι το σήμα κατατεθέν του μοντερνισμού στην πεζογραφία με κορυφαίο εκπρόσωπο τον Τζέιμς Τζόις. Αξίζει όμως να αναφερθεί κι ένας εκπρόσωπός του από τη νεοελληνική λογοτεχνία, ο Στέλιος Ξεφλούδας, ο οποίος ισχυρίστηκε το εξής πολύ ενδιαφέρον: ότι επιχειρούσε μέσω αυτού να εκφράσει «τον εσωτερικό κόσμο, τις εσωτερικές καταστάσεις που περνούν μέσα μας σαν μια μουσική που διαλύεται στο άπειρο».
Συχνά «παίζουμε» συζητήσεις στο μυαλό μας. Ειδικά πριν από κάποια συνάντηση έχω πιάσει πολλές φορές τον εαυτό μου να σκέφτεται. Θα μου πει αυτό, θα του απαντήσω εκείνο, ύστερα θα μου πει το άλλο, κ.ο.κ. Υπάρχουν φορές που έχω γελάσει δυνατά με κάποιο αστείο που ειπώθηκε στο πλαίσιο αυτής της εσωτερικής συνομιλίας μου ή, όπως την ονομάζει ο βρετανός ψυχολόγος Charles Fernyhough, «διαλογικής σκέψης». Οταν είμαι μόνος, γελάω με το γέλιο μου. Οταν όχι, οφείλω να εξηγηθώ.
Οπως γράφει ο Τζερόμ Γκρούπμαν στον «New Yorker», τo 1974, ο Τζούλιαν Τζέινς, ερευνητής ψυχολόγος στο Γέιλ και στο Πρίνστον, δημοσίευσε ένα βιβλίο-ορόσημο επί του θέματος: «The Origin of Consciousness in the Breakdown of the Bicameral Minid», όπου πρότεινε μια βιολογική ερμηνεία για την ακρόαση θεϊκών φωνών. Κατά τον συγγραφέα, από την εποχή που γράφτηκε η Ιλιάδα οι εγκέφαλοί μας ήταν «δίχωροι», αποτελούμενοι από δύο ξεχωριστούς θαλάμους. Το αριστερό ημισφαίριο περιείχε γλωσσικές περιοχές, όπως συμβαίνει τώρα, αλλά το δεξί ημισφαίριο συνέβαλλε σε μια μοναδική λειτουργία, στρατολογώντας γλωσσικές δομές που «μιλούσαν» σε περιόδους στρες. Οι άνθρωποι θεωρούσαν ότι οι λέξεις του δεξιού ημισφαιρίου ήταν εξωτερικές και τις απέδιδαν στους θεούς.
Η τεχνολογική επανάσταση βέβαια δεν άφησε ούτε αυτό το τοπίο ανεξερεύνητο. Στο site wearable.technologies.com πληροφορούμαστε ότι ερευνητές του Πανεπιστημίου ΜΙΤ των ΗΠΑ δημιούργησαν μια συσκευή που μπορεί να «ακούσει» την εσωτερική φωνή στο μυαλό ενός ανθρώπου και να την καταγράψει σε υπολογιστή. Η συσκευή AlterEgo, που φοριέται στο κεφάλι, χρησιμοποιεί τέσσερα ηλεκτρόδια εφαρμοσμένα στο δέρμα, ώστε να «διαβάσει» τον νου και την εσωτερική φωνή που όλοι οι άνθρωποι έχουν, ακόμη κι όταν εξωτερικά μοιάζουν σιωπηλοί. Και διερωτάται κανείς: Στο μέλλον θα γκουγκλάρουμε τους εαυτούς μας και θα περιμένουμε απαντήσεις από τον νου μας; Ναι, απαντούν επιστήμονες αναφερόμενοι στην AlterEgo, σε άρθρα του «New Scientist» και του «Guardian»,
Βρήκα την πρώτη ερώτηση! «Ποιος είμαι;».
Ο κ. Αλέξης Σταμάτης είναι συγγραφέας.