Σε μία ένδειξη έντονης ανησυχίας για την τροπή που έχουν λάβει οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις, η Άγκυρα έχει αποφασίσει να εντείνει τις προσπάθειες επανεισδοχής της στο πρόγραμμα συμπαραγωγής των μαχητικών αεροσκαφών 5ης γενιάς F-35.
Σύμφωνα λοιπόν με τις πληροφορίες που αναφέρονται σε δημοσίευμα αμερικανικής ιστοσελίδας που δραστηριοποιείται στον χώρο των λόμπι («Foreign Lobby Report»), η κρατική Βιομηχανία Αμυντικών Τεχνολογιών της Τουρκίας (SSTEK) προσέλαβε δικηγορική εταιρεία με έδρα την Ουάσιγκτον, προκειμένου να πιέσει για την επιστροφή της στο πρόγραμμα, από το οποίο αποπέμφθηκε το 2019 εξαιτίας της απόφασης του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να προμηθευτεί το αντιπυραυλικό σύστημα S-400 από τη Ρωσία.
Για την προώθηση και εκπροσώπηση των τουρκικών συμφερόντων στην «καρδιά» της αμερικανικής πρωτεύουσας, η δικηγορική εταιρεία Arnold & Porter υπέγραψε σύμβαση ύψους 750.000 δολαρίων με την SSTEK, για χρονική περίοδο έξι μηνών. Οι ιθύνοντες της αμερικανικής εταιρείας επισκέφθηκαν πρόσφατα την Άγκυρα για να ολοκληρώσουν τη συμφωνία. Σημειώνεται ότι η Τουρκία επρόκειτο να προμηθευτεί περισσότερα από 100 F-35 με βάση τη αρχική συμφωνία της με το consortium παραγωγής και την αμερικανική κυβέρνηση.
Βάσει των πρώτων πληροφοριών, η δικηγορική εταιρεία θα συμβουλεύσει τους Τούρκους εργολάβους να παραμείνουν στο πρόγραμμα του F-35 (Joint Strike Fighter – JFS). Στο πλαίσιο αυτό, η εταιρεία προτίθεται να ακολουθήσει μια «στοχευμένη προσέγγιση» τονίζοντας ότι η Άγκυρα συνιστά για την Ουάσιγκτον έναν «στρατηγικό σύμμαχο και αξιόμαχο εταίρο».
Ταυτόχρονα, η νομική εταιρεία θα παρακολουθεί το ζήτημα πιθανόν νέων κυρώσεων και εμπλοκών στο θέμα. Αξίζει να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη εταιρεία πίεσης δεν παρέχει εγγύηση στους πελάτες της, ενώ η επανένταξη της Άγκυρας στο πρόγραμμα F-35 χαρακτηρίζεται ως «δύσκολη».
Κυρώσεις, λύσεις και…προτάσεις
Το γεγονός ότι η αμερικανική σύμβαση για τα F-35 υπογράφηκε με την SSTEK και όχι απευθείας με τη Διεύθυνση Αμυντικής Βιομηχανίας (SSB) στην οποία υπάγεται η πρώτη, ενδέχεται να αποτελέσει το θεμέλιο για την παράκαμψη των περιορισμών σημειώνει στο «Foreign Lobby Report» ο αναλυτής άμυνας Οζγκιούρ Εκτζί, τονίζοντας τη σημασία αλλά και την προετοιμασία της τουρκικής κυβέρνησης για επιστροφή στο πρόγραμμα των F-35.
Εξαιτίας της αγοράς των S-400, του υπερσύγχρονου ρωσικού συστήματος αεράμυνας, η Άγκυρα απομακρύνθηκε από το πρόγραμμα των F-35, κάτι που προκάλεσε τεράστιο πλήγμα στην αμυντική βιομηχανία της. Άλλωστε οι ΗΠΑ ήταν σαφείς: Οι S-400 είναι ασύμβατοι με τη διασφάλιση της διαλειτουργικότητας των αμυντικών συστημάτων του ΝΑΤΟ, θέτοντας σε κίνδυνο το βορειοατλαντικό σύμφωνο.
Τον περασμένο Δεκέμβριο, λίγο πριν από την εκπνοή της Προεδρίας Τραμπ, οι ΗΠΑ ενεργοποίησαν λίστα κυρώσεων στο πλαίσιο του νόμου CAATSA σε βάρος της Τουρκίας, με την SSB, τους επικεφαλής της και κυρίως τις δραστηριότητές της να στοχεύονται άμεσα από αυτές. Έτσι, οι τουρκικές φιλοδοξίες για τη σφυρηλάτηση θετικών σχέσεων με νεοεκλεγείσα κυβέρνηση υπό τον Πρόεδρο Τζο Μπάιντεν αντιμετωπίζουν επιπρόσθετες δυσκολίες.
Πρόσφατα, ο αμερικανός πρέσβης στην Τουρκία, ο Ντέιβιντ Σάτερφιλντ δήλωσε ότι η χώρα του προσδοκά την επίλυση του ζητήματος των S-400, διευκρινίζοντας εν τούτοις, πως αν δεν υπάρξει λύση, η διμερής συνεργασία «θα συνεχιστεί σε τομείς που δεν επηρεάζονται από τις κυρώσεις μας».
O Aκάρ και το «μοντέλο Κρήτης»
Την ίδια ώρα, στους κόλπους της τουρκικής κυβέρνησης αναζητούνται εναλλακτικές λύσεις για το «αγκάθι» με τους S-400. Ενδεικτική ήταν η δήλωση του υπουργού Άμυνας, Χουλουσί Ακάρ, περί του «μοντέλου Κρήτης» που εφαρμόστηκε σε σχέση με τους S-300 που μεταφέρθηκαν από την Κύπρο στο ελληνικό νησί τη δεκαετία του 1990.
«Δεν είναι σαν να χρησιμοποιούμε πάντα τους S-400. Αυτό το σύστημα λειτουργεί ανάλογα με την εκτίμηση απειλών. Εμείς αποφασίζουμε για αυτό» σημείωσε ο κ. Ακάρ.