Η πανδημία του κορωνοϊού και η αντιμετώπισή της αποτελούν ένα δύσκολο τεστ για την ανθεκτικότητα του κράτους δικαίου σε όλη την Ευρώπη, τονίζει στη συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα» ο Ντιντιέ Ρεντέρς.
Ο επίτροπος με αρμοδιότητα τα θέματα Δικαιοσύνης συμμετείχε την περασμένη Πέμπτη, μέσω τηλεδιάσκεψης, στην κοινή συνεδρίαση των αρμοδίων επιτροπών της ελληνικής Βουλής, όπου και παρουσίασε την ετήσια έκθεση για την Ελλάδα με βάση τον νέο μηχανισμό για το κράτος δικαίου που έχει υιοθετήσει η Ευρωπαϊκή Ενωση. Μιλώντας εκεί, ο κ. Ρεντέρς ανέδειξε, μεταξύ άλλων, την ανάγκη του εκσυγχρονισμού, μέσω της ψηφιοποίησης, αλλά και της αποτελεσματικότητας του ελληνικού συστήματος απονομής δικαιοσύνης.
Πρόσφατα, η Επιτροπή παρουσίασε την πρώτη έκθεση για το κράτος δικαίου. Είστε ικανοποιημένος από το επίπεδο σεβασμού του στα κράτη-μέλη;
«Το κράτος δικαίου ενσωματώνει πολλές διαφορετικές αρχές, από τη δράση κατά της διαφθοράς, την ισότητα ενώπιον του νόμου και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, ως την ελευθερία και τον πλουραλισμό των μέσων ενημέρωσης. Αν δούμε την ΕΕ ως σύνολο, η Ουγγαρία και η Πολωνία αποτελούν ακραίες περιπτώσεις επειδή εκεί υπάρχει ξεκάθαρος κίνδυνος σοβαρής παραβίασης του κράτους δικαίου. Την ίδια στιγμή, όλα τα κράτη-μέλη έχουν πράγματα να βελτιώσουν, όπως και η Ελλάδα.
Κοιτώντας τη θετική πλευρά, η Ελλάδα έχει υιοθετήσει μεταρρυθμίσεις κατά της διαφθοράς τα τελευταία χρόνια που έχουν παραγάγει σημαντικά αποτελέσματα, αλλά οι υπηρεσίες lobbying παραμένουν χωρίς ρύθμιση. Τα θεμελιώδη και συνταγματικά δικαιώματα προστατεύονται στην Ελλάδα, αλλά παράλληλα υφίστανται προκλήσεις για την κοινωνία πολιτών. Ορισμένες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις που δραστηριοποιούνται π.χ. στον τομέα της μετανάστευσης έχουν εκφράσει ανησυχία ότι περιορίζεται ο χώρος δράσης τους επί του πεδίου».
Η ΕΕ διέθετε ήδη μία εργαλειοθήκη για το κράτος δικαίου, όπως το Αρθρο 7 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ. Γιατί χρειαζόταν ένας νέος μηχανισμός;
«Πριν από την ετήσια Εκθεση για το Κράτος Δικαίου, θα ήταν δύσκολο να ζητήσουμε από κάθε κράτος-μέλος να κάνει βελτιώσεις, ακριβώς επειδή δεν είχαμε κάποια βάση για αυτό. Δεύτερον, αν και η κοινή γνώμη υποστηρίζει σθεναρά το κράτος δικαίου, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας όπου η υποστήριξη είναι η υψηλότερη από κάθε άλλο μέλος της ΕΕ, πρέπει να αυξήσουμε τη γνώση των πολιτών για το τι σημαίνει το κράτος δικαίου στην πράξη. Η πλειοψηφία των ευρωπαίων πολιτών δηλώνει ότι δεν είναι ενήμερη ή επαρκώς ενήμερη για τις θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ. Το δεύτερο στοιχείο-κλειδί του μηχανισμού είναι ο διάλογος – σε όλη την Ευρώπη.
Τέλος, ήταν απλά ταμπού για μεγάλο χρονικό διάστημα να μιλήσουμε ανοιχτά για το κράτος δικαίου. Τα κράτη-μέλη έχαναν μία ευκαιρία να μοιράζονται βέλτιστες πρακτικές. Είμαι πεπεισμένος για την ανάγκη ενός συλλογικού κινήτρου για τη βελτίωση του κράτους δικαίου σε όλη την ΕΕ παρά να αναμένουμε να εμφανίζονται προβλήματα. Για αυτό τον λόγο είχα προτείνει, ήδη από το 2016, στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων μία ειδικότερη συζήτηση ανά χώρα. Τότε, δεν υπήρχε η όρεξη. Η Κομισιόν θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί τα προληπτικά εργαλεία της εργαλειοθήκης για να αντιμετωπίζει ελλείμματα, όπου εμφανίζονται».
Είστε ικανοποιημένος από την έκβαση της μάχης για την αιρεσιμότητα του κράτους δικαίου σε ό,τι αφορά το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο και το Ταμείο Ανάκαμψης;
«Ναι, είμαι ικανοποιημένος. Πρέπει να αναγνωρίσουμε το μείζον βήμα προς τα εμπρός που αντιπροσωπεύει αυτό το νέο εργαλείο. Ηταν ένα μακρύ ταξίδι από τότε που η Κομισιόν κατέθεσε την πρόταση για ένα γενικό καθεστώς αιρεσιμότητας με σκοπό την προστασία του κοινοτικού προϋπολογισμού – από τον Μάιο του 2018. Είμαι ευτυχισμένος διότι από την 1η Ιανουαρίου 2021 αυτό συνιστά εφαρμόσιμο κοινοτικό δίκαιο. Και είμαι βέβαιος ότι θα βοηθήσει να διασφαλίσουμε τον κοινοτικό προϋπολογισμό και τις αρχές του κράτους δικαίου».
Με ποιον τρόπο η έκθεση για το κράτος δικαίου βλέπει εξελίξεις που σχετίζονται με την COVID-19, όπως οι έκτακτες εξουσίες;
«Η έκθεση υπογραμμίζει ότι η COVID-19 αποτελεί ένα τεστ αντοχής για την ανθεκτικότητα του κράτους δικαίου στην ΕΕ. Ολα τα κράτη-μέλη έχουν λάβει έκτακτα μέτρα για την προστασία της δημόσιας υγείας και τα περισσότερα έχουν κηρύξει κάποια κατάσταση έκτακτης ανάγκης ή χορηγήσει έκτακτες εξουσίες, υπό συνταγματικές προβλέψεις ή νόμους προστασίας της δημόσιας υγείας. Το τεστ-κλειδί για τα έκτακτα μέτρα είναι αν αυτά είναι χρονικώς περιορισμένα, αν οι διασφαλίσεις ξεκαθαρίζουν ότι τα μέτρα είναι αυστηρά αναγκαία και αναλογικά και αν η κοινοβουλευτική και δικαστική εποπτεία όπως και ο έλεγχος στον ρόλο των μέσων ενημέρωσης και της κοινωνίας των πολιτών μπορεί να διατηρηθεί. Ενα άλλο σημείο είναι πόσο ανθεκτικά είναι τα δικαστικά συστήματα όταν εμπόδια – όπως η φυσική πρόσβαση σε δικαστήριο – εγείρονται. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, το μερικό κλείσιμο των εθνικών δικαστηρίων απεκάλυψε μία μείζονα τρωτότητα στην ΕΕ και για αυτό επιμένω στην ψηφιοποίηση των συστημάτων Δικαιοσύνης».
«Ο ψηφιακός χώρος απαιτεί ρύθμιση»
Πρόσφατα, μία συζήτηση ξεκίνησε στην ΕΕ, στις ΗΠΑ και στον κόσμο για το πώς η νέα ψηφιακή εποχή, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι Big Tech επηρεάζουν την πολιτική και τη δημοκρατία. Πιστεύετε ότι ο ψηφιακός τομέας απαιτεί ρύθμιση;
«Η σύντομη απάντηση είναι ότι «ναι, ο ψηφιακός χώρος απαιτεί ρύθμιση», όχι μόνο επειδή υπάρχουν προκλήσεις για τη δημοκρατία. Οι πολίτες πρέπει να είναι εξίσου ασφαλείς όταν είναι συνδεδεμένοι στο Διαδίκτυο και οι επιχειρήσεις να μπορούν να είναι ανταγωνιστικές τόσο όταν είναι συνδεδεμένες όσο και όταν δεν είναι. Τον περασμένο Δεκέμβριο, η Επιτροπή υιοθέτησε δύο νομοθετικές προτάσεις: την Digital Markets Act και την Digital Services Act. Η μεγαλύτερη απάντηση είναι ότι όλο αυτό δεν είναι τόσο απλό όταν αφορά την προστασία της δημοκρατίας. Σκεφθείτε τις προκλήσεις. Η ψηφιοποίηση έχει επιτρέψει νέους τρόπους για τη χρηματοδότηση πολιτικών δρώντων από ανεξέλεγκτες πηγές. Κυβερνοεπιθέσεις έχουν στοχεύσει κρίσιμες εκλογικές υποδομές.
Δημοσιογράφοι έρχονται αντιμέτωποι με κακοποίηση και λόγο μίσους όταν είναι online. Δεν υπάρχει μία μοναδική νομοθεσία που μπορεί να αντιμετωπίσει αυτές τις προκλήσεις. Προς το παρόν βλέπουμε επίσης τις μεγάλες ψηφιακές πλατφόρμες να συνεργάζονται με την Κομισιόν σε μία, κατά κάποιον τρόπο, προσέγγιση αυτορρύθμισης. Αυτό συμβαίνει με τον Κώδικα Πρακτικής για την Παραπληροφόρηση. Οπως είδα από την εργασία μου με τις πλατφόρμες ώστε να αφαιρέσω εκατομμύρια ψευδών καταχωρίσεων σχετικά με τον κορωνοϊό, όταν υπάρχει αποφασιστικότητα, υπάρχουν καλά αποτελέσματα».