Εχει καθίσει το μαύρο σύννεφο πάνω από τα κεφάλια μας και δεν λέει να φύγει. Εχουν μαζευτεί πολλά. Σαν να παίρνουμε όλοι μέρος σε κάποιο πείραμα μιθριδατικής πρακτικής, να δούμε σε πόσο δηλητήριο μπορούμε να αντέξουμε. Σε τέτοιες εποχές ο κίνδυνος της γενίκευσης είναι μεγάλος. Αισθάνεσαι πως έχεις μπει σε μια τσουλήθρα δίχως τέλος, δεν έχεις πού να βάλεις τα χέρια σου να κρατήσεις κόντρα.
Στην παρατεταμένη καραντίνα και την ανασφάλεια που σε μουδιάζει ήρθε να προστεθεί και μια γενικευμένη κραυγή πως ζούμε σε έναν άρρωστο κόσμο, με συμπεριφορές και νοοτροπίες καινοφανείς. Η «ανακάλυψη της πυρίτιδας» και ελέφαντας μέσα στο δωμάτιο, παρουσιάζονται σαν σοκαριστικές αποκαλύψεις και τα σύννεφα βρέχουν κόσμο που πέφτει, δήθεν αναστατωμένος. Τίποτα από αυτά δεν είναι πραγματικά καινούργιο. Απλά πρέπει κάπου να ξεσπάσουμε. Στην κακή πλευρά μας, και κυρίως όταν αυτή εκφράζεται μέσα από τους άλλους, την κόλασή μας.
Πρέπει να βρούμε κάπου να βάλουμε τα χέρια μας για την κόντρα. Και πού αλλού μπορείς να τη βάλεις πέρα από το να ξεναγήσεις κάποιον στην καλή πλευρά μας. Δεν έχω στατιστικά στοιχεία, αλλά ποτέ δεν με ενδιέφερε ιδιαίτερα η στατιστική παρά το πέρασμά μου από την ΑΣΟΕΕ. Πιστεύω απόλυτα πως για κάθε κακή κουβέντα σε άνθρωπο, ένας τουλάχιστον άκουσε μια καλή. Για κάθε κακομεταχείριση ανθρώπου, ένας τουλάχιστον ευλογήθηκε από τη μεταχείριση κάποιου άλλου. Για κάθε παιδί που τσακίστηκε το όνειρό του προσκρούοντας πάνω σε έναν αλαζόνα ή και σαδιστή «δάσκαλο», ένα τουλάχιστον παιδί χρωστάει την ίδια του την ύπαρξη σε κάποιον φωτισμένο δάσκαλο που νοιάστηκε πραγματικά, που του γύμνασε τα πνευμόνια και αναπνέει ελεύθερος και δυνατός.
Εχουμε σκαλώσει άσχημα. Κυλιόμαστε ηδονικά μέσα στις προσωπικές καταστροφές των άλλων. Φωνάζουμε ότι ζητάμε δικαιοσύνη αλλά έχουμε περιορίσει τη δικαιοσύνη μέσα στο στενό πλαίσιο μιας βαρύτατης τιμωρίας. Η τιμωρητική κοινωνία δεν είναι ακριβώς μια κοινωνία δικαιοσύνης. Περισσότερο μοιάζει με εκδικητική, και κυρίως με μια κοινωνία που χτυπάει μονίμως ξύλο επειδή τη γλιτώνει συνέχεια όσο δεν βγαίνουν στο φως οι δικοί της σκοτεινοί τόποι. Και όταν ξεκινάει η κατηφόρα βγαίνουν και τα επικίνδυνα μαχαίρια μιας ηθικολογίας που δεν έχει να ζηλέψει πολλά από το ήθος εκείνων που καταγγέλλει. Χιλιάδες σχόλια και like κάτω από την ανάρτηση ηθοποιού πως θα αποκαλύψει ποιοι καλλιτέχνες παντρεύτηκαν εικονικά ενώ είναι ομοφυλόφιλοι. Δεν έχει καμία σημασία πως «καταγγέλλει» κάτι που όχι μόνο ποινικό αδίκημα δεν είναι αλλά είναι απλά μια ηθικοπλαστική κατινιά που δεν θα έπρεπε να αφορά κανέναν.
Και κάπως έτσι χάνουμε και τη δυνατότητα και την ικανότητα και την ποιότητα να φυτεύουμε ένα λουλούδι για κάθε «χαλασμένο» δέντρο που ρίχνουμε. Δεν μπορούμε να ξεναγήσουμε τα παιδιά μας στην καλή πλευρά μας. Να τους δείξουμε πως δεν έχουμε φτάσει μέχρι εδώ μόνο με ανθρώπους που κινήθηκαν μέσα στο έγκλημα αλλά κυρίως με όσους είχαν άλλον τρόπο. Πως το θέατρο – για παράδειγμα – δεν είναι ο βιότοπος του σκοτωμένου αίματος αλλά οι ζωντανές φλέβες που αιώνες τώρα βοηθάνε μια κοινωνία (και καθέναν μας ξεχωριστά) να αισθάνεται και να ανακαλύπτει τον εαυτό της, τον εαυτό μας. Και να αντέχουμε.