Οταν δεν έχεις τι να πεις μην ενοχλείς τις λέξεις…
Αυτή η ρήση μού ήρθε στον νου όταν ο Πρωθυπουργός κάλεσε δημόσια διά της TV υπουργούς και δημόσιους λειτουργούς που αγαπούν το γυαλί να προσέχουν τι λένε γιατί πέφτουν σε λάθη, στέλνουν αντιφατικά μηνύματα για την εξέλιξη της πανδημίας, της οικονομίας, τα μέτρα που λαμβάνονται και εν τέλει για όλα όσα επηρεάζουν τη ζωή μας.
Και είχε δίκιο στον βαθμό που όλοι έχουμε συνειδητοποιήσει ότι σε αυτό το τρίτο lockdown που βρίσκεται η μισή Ελλάδα, δεν λειτουργεί ένα κέντρο ενημέρωσης για την πορεία της πανδημίας, αλλά ακούγονται μέσα στην ίδια ημέρα τόσες διαφορετικές «επίσημες» φωνές που η μία ακυρώνει την άλλη.
Ολοι θυμόμαστε το πρώτο lockdown, όταν ο καθηγητής Σωτήρης Τσιόδρας σήκωσε το βάρος της καθημερινής ενημέρωσης και (γιατί όχι) της εκπαίδευσης των Ελλήνων μπροστά στο φαινόμενο που συγκλονίζει και τη χώρα μας.
Ολοι αντιλαμβανόμαστε ότι αυτό που συμβαίνει σήμερα σε μια εξίσου, αν όχι πιο επικίνδυνη εξέλιξη της πανδημίας, δεν έχει καμιά σχέση με τις μέρες εκείνες.
Δυστυχώς κάτι ανάλογο συμβαίνει στην οικονομική ενημέρωση, όπου ζούμε το φαινόμενο της σαλαμοποίησης των μέτρων στήριξης επιχειρήσεων και εργαζομένων που ανακοινώνονται σε καθημερινή βάση.
Κι όμως, είναι τα ίδια μέτρα που εφαρμόστηκαν και τότε – αναστολές εργασίας, παράταση επιδομάτων ανεργίας, επιδότηση κλειστών επιχειρήσεων και μετάθεση χρεών στο μέλλον.
Τι έχει μεσολαβήσει όμως. Αν και τα νέα μέτρα που ανακοινώθηκαν ανέρχονται σε 5,9 δισ. ευρώ για το πρώτο τρίμηνο του έτους, όλοι αισθάνονται αδικημένοι, καθώς πάλι διά της ΤV έχουν καλλιεργηθεί προσδοκίες ότι η επιστρεπτέα προκαταβολή θα χαριστεί κι ότι όλα τα χρέη θα ρυθμιστούν, αν όχι σε 120 δόσεις, σε 100 αν δεν σβηστούν.
Σε αυτό το περιβάλλον και την πολιτική «πλειοδοσίας μέτρων» που σπρώχνουν την κυβέρνηση η αξιωματική αντιπολίτευση και οι συνδικαλιστές διαφόρων επαγγελματικών ομάδων, έχει χαθεί η ουσία.
Και αυτή δεν είναι άλλη από το γεγονός ότι πρέπει να επανεξεταστεί το μείγμα της οικονομικής πολιτικής και στήριξης της πραγματικής οικονομίας, καθώς κανείς δεν μπορεί να προβλέψει το τέλος της πανδημίας.