Η προ ολίγων ημερών «καρατόμηση» του Φέλιξ Χούφελντ, επικεφαλής της εποπτικής αρχής του χρηματοπιστωτικού τομέα της Γερμανίας BaFin, και η εκπεφρασμένη βούληση του υπουργού Οικονομικών Όλαφ Σολτς να «επεκτείνει σε βάθος» τις μεταρρυθμίσεις σε ό,τι αφορά τη λειτουργία του οργάνου, δεν φαίνεται να κατευνάζει την οργή βουλευτών της Μπούντεσταγκ κατά της ηγεσίας του Υπουργείου για τους χειρισμούς της στο σκάνδαλο κατάρρευσης της εταιρείας ηλεκτρονικών πληρωμών Wirecard.
Βοηθά σ’ αυτό και το γεγονός ότι η Γερμανία βρίσκεται σε προεκλογική περίοδο και ο Σολτς προβάλλει ως ένας εκ των υποψηφίων να προταθεί από τους Σοσιαλδημοκράτες ως διάδοχος της Άνγκελα Μέρκελ στην Καγκελαρία. Κάτι που θα συμβεί εφόσον βέβαια αλλάξουν θεαματικά οι πολιτικοί συσχετισμοί και ενισχυθεί το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα που δημοσκοπικά έπεται όχι μόνο της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης αλλά και του Κόμματος των Πρασίνων.
Καθώς η κοινοβουλευτική έρευνα για το πολύκροτο σκάνδαλο επεκτείνεται σε τυχόν πράξεις, παραλείψεις, άρα και πολιτικές ευθύνες της ηγεσίας του υπουργείου Οικονομικών, δεν είναι λίγοι οι βουλευτές των Χριστιανοδημοκρατών που ζητούν τις κεφαλές του Σολτς και του υφυπουργού και στενού συνεργάτη του, Γεργκ Κούκις, επί πίνακι. Δεν αποκλείεται, λοιπόν, καταρρέοντας η Wirecard να συμπαρασύρει και πολιτικές καριέρες.
Άνοδος και πτώση
Η Wirecard είναι μια μετεωρικώς αναπτυχθείσα εταιρεία πληρωμών και εν γένει παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών και διαχείρισης ρίσκου που ιδρύθηκε το 1999, την εποχή που είχε σκάσει η «φούσκα» του Ιντερνετ και των εταιρειών υψηλής τεχνολογίας.
Το 2017 εισήχθη στο Χρηματιστήριο της Φραγκφούρτης και από το 2018 έως το 2020, που χρεοκόπησε, μετείχε στο δείκτη DAΧ με τις 30 μεγαλύτερες σε κεφαλαιοποίηση γερμανικές επιχειρήσεις. Η χρηματιστηριακή της αξία είχε εκτιναχθεί στα 28 δισ. ευρώ, ξεπερνώντας και εκείνη της Deutsche Bank.
Τον περασμένο Ιούνιο αποκαλύφθηκε μια «μαύρη τρύπα» 1,9 δισ. ευρώ στα ταμεία της Wirecard. Ο συνιδρυτής και διευθύνων σύμβουλός της, Μάρκους Μπράουν, παραιτήθηκε και αργότερα συνελήφθη, ενώ ο οικονομικός διευθυντής Γιαν Μάρσαλεκ απομακρύνθηκε από το αξίωμά του και από το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας και στη συνέχεια εξαφανίστηκε και καταζητείται ακόμη από τη γερμανική αστυνομία.
Ψιθυριστές και FT
Η κατάρρευση της Wirecard έφερε σε δυσχερή, πολιτικά, θέση την κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλδημοκρατών της Άνγκελα Μέρκελ. Με θυγατρικές στη Σιγκαπούρη και το Λονδίνο και έχοντας επεκταθεί επίσης στη Βραζιλία, την Αυστραλία, τη Νέα Ζηλανδία, τη Νότια Αφρική και την Τουρκία, η εταιρεία προβαλλόταν ευρέως από την κυβέρνηση και τα μέσα ενημέρωσης ως success story του γερμανικού χρηματοοικονομικού συστήματος.
Οι έρευνες των βουλευτών επεκτείνονται σε ένα δάνειο 100 εκατ. ευρώ που είχε χορηγήσει στη Wirecard η IPEX Bank, θυγατρική της κρατικής τράπεζας KfW το Σεπτέβριο του 2018. Όπως αναφέρει το Reuters, το 90% του δανείου είχε σκανδαλωδώς διαγραφεί ως επισφάλεια από την IPEX Bank.
Το σκάνδαλο οικονομικής κακοδιαχείρισης και απάτης αποκάλυψαν ουσιαστικά οι «Financial Times». Το 2015 σε blog της εφημερίδας δημοσιεύθηκαν οι πρώτες πληροφορίες για «περίεργες» λογιστικές πρακτικές της Wirecard που διαδίδονταν από «ψιθυριστές».
Στις 30 Ιανουαρίου 2019 η μετοχή της εδρεύουσας στη Βαυαρία εταιρείας υπέστη μεγάλες απώλειες όταν οι «FT» έγραψαν ότι ένα διευθυντικό της στέλεχος ήταν ύποπτο για λογιστικές αλχημείες και για ξέπλυμα χρήματος.