Nα ενσκήψει στο πρόβλημα της κακοποίησης παιδιών και εφήβων, που, όπως φανερώνουν και οι καταγγελίες των ενηλίκων θυμάτων, συχνά αποκαλύπτεται εκ των υστέρων, ζητάει από την Πολιτεία το ΔΣ της Παιδοψυχιατρικής Εταιρείας Ελλάδος-Ένωσης Ψυχιάτρων Παιδιών & Εφήβων.
Εστιάζει στην ανάπτυξη πρωτοβάθμιου δικτύου πρόληψης έναντι κάθε μορφής βίας προς τα παιδιά και τους εφήβους, και ζητά να λειτουργήσουν άμεσα τα «Σπίτια του Παιδιού» για την κατάλληλη μεταχείριση και προστασία εκείνων των ανηλίκων που έπεσαν θύματα σεξουαλικής βίας.
«Τις τελευταίες μέρες, η επικαιρότητα στη χώρα μας κατακλύζεται από ένα κύμα αποκαλύψεων πολλών συμπολιτών μας σε σχέση με σεξουαλική κακοποίηση ή παρενόχληση που υπέστησαν, συχνά κατά την παιδική και εφηβική τους ηλικία. Γίνεται φανερό, πως μια τέτοιας σοβαρότητας ψυχοτραυματική εμπειρία δεν «ξεχνιέται». Ακόμη κι όταν το τραύμα «επουλωθεί», αφήνει πάντα το σκοτεινό του αποτύπωμα στον εξελισσόμενο ψυχισμό και στην ατομική ιστορία του υποκειμένου», αναφέρει το ΔΣ της Παιδοψυχιατρικής Εταιρείας.
Σημειώνεται ότι η Επιστημονική Εταιρεία, πέρα από την πρόληψη στο επίπεδο της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας έχει τονίσει με επιστολή προς το υπουργείο Υγείας και το υπουργείο Δικαιοσύνης, την άμεση ανάγκη λειτουργίας των «Αυτοτελών Γραφείων Προστασίας Ανηλίκων Θυμάτων – «Σπίτι του Παιδιού»», για τη δικανική εξέταση ανηλίκων θυμάτων κακοποίησης, με στόχο την κατάλληλη μεταχείρισή τους και την προστασία τους από δευτερογενή θυματοποίηση στο πλαίσιο του συστήματος ποινικής δικαιοσύνης.
«Στην Ελλάδα σήμερα, και τρία χρόνια μετά τη θέσπιση του νέου πλαισίου κανόνων, βάσει διεθνώς αναγνωρισμένων προτύπων, ο τρόπος δικανικής εξέτασης των ανήλικων θυμάτων σεξουαλικής κακοποίησης παραμένει ο ίδιος!!! Ειδικότερα, από την στιγμή της καταγγελίας ή της αποκάλυψης της κακοποίησης, τα παιδιά καλούνται να περιγράψουν την παραβίαση που υπέστησαν σε πολύωρες καταθέσεις, σε διαφορετικές υπηρεσίες κατά τα διάφορα στάδια της διαδικασίας (προανάκριση, ιατροδικαστική εξέταση, κύρια ανάκριση, πραγματογνωμοσύνη, ακροαματική διαδικασία, κλπ), συνήθως σε ακατάλληλους χώρους, σε επαγγελματίες που δεν διαθέτουν επαρκείς γνώσεις και εκπαίδευση για την ορθή διεξαγωγή της εξέτασης και την προσήκουσα μεταχείριση των θυμάτων. Η δε απουσία ενός συστήματος διασφάλισης της προστασίας των προσωπικών δεδομένων των ανηλίκων στο πλαίσιο των δικαστικών διαδικασιών, επιτρέπει συστηματικά την δημοσιοποίηση από τα ΜΜΕ προσωπικών τους στοιχείων και λεπτομερειών για την κακοποίηση που υπέστησαν, καθιστώντας τους αναγνωρίσιμους, με περαιτέρω επιβάρυνση για τον ψυχισμό τους. Η εξαιρετικά επώδυνη και ψυχοπιεστική αυτή διαδικασία, η οποία, όπως είναι γνωστό, μπορεί να διαρκέσει πολλά έτη, ισοδυναμεί με δευτερογενή θυματοποίηση των ανηλίκων από το ίδιο το σύστημα που έχει ως αποστολή την προστασία τους…», ανέφερε η Παιδοψυχιατρική Εταιρεία Ελλάδος-Ένωση Ψυχιάτρων Παιδιών & Εφήβων, στην επιστολή της προς τα υπουργεία Δικαιοσύνης και Υγείας.