Σχεδόν μισό αιώνα μετά τον de facto διαμελισμό της Κύπρου, διαμορφώθηκε η αντίληψη ότι το Κυπριακό είναι ένα ανεπίλυτο πρόβλημα ή ότι δεν μπορεί να λυθεί με τον τρόπο που επιδιώκεται από το 1974 και μετά, δηλαδή με Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία (ΔΔΟ). Μετά την τελευταία αποτυχία στο Κραν Μοντανά, προέκυψε η ιδέα για λύση δύο ξεχωριστών κρατών.
Τι λύση θέλουμε
Σε περίπου έναν μήνα θα πραγματοποιηθεί ακόμη μια διάσκεψη για την Κύπρο, αλλά αυτή τη φορά θα είναι διαφορετική από όλες τις προηγούμενες. Το ζητούμενό της δεν θα είναι η αναζήτηση λύσης ΔΔΟ, αλλά να αποφασίσει τι είδους λύση πρέπει να επιδιωχθεί σε ένα μεταγενέστερο στάδιο. Την ανάγκη ξεκαθαρίσματος των προθέσεων των ενδιαφερομένων μερών την επέβαλε η τουρκική πλευρά. Το σημερινό status quo επιβίωσε μισό αιώνα διότι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο εξυπηρετούσε όλες τις πλευρές. Η σημερινή Τουρκία αποφάσισε ότι δεν την εξυπηρετεί άλλο και επιδιώκει να το ανατρέψει με λύση ή με κρίση.
Πριν από την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, το δόγμα της Τουρκίας ήταν ότι «το Κυπριακό λύθηκε το 1974». Από την ένταξη και μετά – που συνέπεσε με την άνοδο του ΑΚΡ στην εξουσία – η νέα τουρκική προσέγγιση είναι ότι «η μη λύση δεν είναι λύση». Παραστατικά, η «μη λύση» είναι ένα ενοχλητικό πετραδάκι στην μπότα ενός γίγαντα, που έχει ανάγκη να απελευθερωθεί από τη δυσφορία που του προκαλεί.
Μια καθαρή λύση στο πρόβλημα της Τουρκίας θα ήταν να σηκωθεί και να φύγει από την Κύπρο. Ο αντίλογος από την τουρκική πλευρά είναι πως θέλει να αφαιρέσει το πετραδάκι από την μπότα της, όχι να κόψει το πόδι της διότι για την Τουρκία μια, τουλάχιστον ουδέτερη, Κύπρος θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ για την εθνική της ασφάλεια. Ως επιχειρησιακός χώρος οποιασδήποτε εχθρικής δύναμης, η Κύπρος θα είναι ένας κλοιός που η ίδια αρνείται να τον αποδεχτεί. Αυτό είναι το υπόβαθρο της εθνικής της πολιτικής προς την Κύπρο, από τη δεκαετία του ’50.
Εξήντα χρόνια από τότε που οι Ελληνες και οι Τούρκοι της Κύπρου ζουν σε πολιτική διάσταση, υπάρχουν μόνο δύο μοντέλα λύσης: η ΔΔΟ, που θα είναι ένα σύμφωνο συμβίωσης, και το οριστικό διαζύγιο με τη δημιουργία δύο κρατών. Εάν η επιδιωκόμενη λύση είναι πράγματι η ομοσπονδία, το Κυπριακό είναι στα χαρτιά λυμένο. Υστερα από δεκαετίες συνομιλιών, οι ελάχιστες διαφορές που απέμειναν καλύπτονται από τη μεσολαβητική πρόταση των Ηνωμένων Εθνών που κωδικοποιήθηκαν στην τελευταία διάσκεψη του Κραν Μοντανά ως το «πλαίσιο Γκουτέρες».
Το ότι το Κυπριακό δεν λύθηκε στο Κραν Μοντανά αποδίδεται στην υπαναχώρηση του προέδρου Αναστασιάδη από τη λύση ομοσπονδίας. Στο Κραν Μοντανά ο Νίκος Αναστασιάδης πρότεινε παρασκηνιακά στον υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου το μόνο ρεαλιστικό υποκατάστατο της ομοσπονδίας: τη λύση των δύο κρατών. (Το παρασκήνιο αυτό δημοσίευσα σε άρθρο μου «Το Κυπριακό, η ΑΟΖ και το άγνωστο παρασκήνιο του Κραν Μοντανά», στο «Βήμα», στις 9/2/2020, χωρίς να υπάρξει καμιά αμφισβήτηση των πληροφοριών.)
Η νέα αυτή προσέγγιση του Αναστασιάδη δεν ήταν μια ρεαλιστική πρόταση που προέκυψε μετά από κάποιον ώριμο προβληματισμό. Δεν στηριζόταν σε έναν ευρύτερο σχεδιασμό, ούτε τέθηκε ποτέ ως επιλογή στη δημόσια σφαίρα. Ηταν περισσότερο ένας τακτικισμός για να αποσυμφορήσει την αντίδραση της Τουρκίας μετά το ναυάγιο του Κραν Μοντανά και εν πολλοίς πέτυχε στον στόχο της. Η Τουρκία δελεάστηκε και προσπάθησε να πείσει τον ηγέτη των Τουρκοκυπρίων Μουσταφά Ακιντζί, που αρνήθηκε να συνεργαστεί. Αυτή ήταν και η αιτία της ρήξης του τότε ηγέτη των Τουρκοκυπρίων με την Αγκυρα. Βέβαια, η Τουρκία θα αποδεχόταν τα δύο κράτη μόνο σε ένα πλαίσιο συνομοσπονδίας, που θα διασφαλίζει ότι το νότιο ελληνικό κράτος δεν θα μπορούσε ποτέ να αξιοποιηθεί ως εχθρικό έδαφος.
Η πρόταση του Αναστασιάδη για λύση δύο κρατών δεν ευδοκίμησε. Οσοι γνωρίζουν καλά τον Αναστασιάδη αντιλαμβάνονται ότι δεν έχει το σθένος ούτε την ικανότητα για τόσο ριζοσπαστικά άλματα. Εξάλλου, μόλις άρχισε να δέχεται την πρώτη δημόσια κριτική το αρνήθηκε, πόσω μάλλον να διαπραγματευτεί και να υποστηρίξει τη διχοτόμηση της Κύπρου. Οταν η Τουρκία αντιλήφθηκε την πραγματικότητα, αποφάσισε να τον ξεμπροστιάσει ανακοινώνοντας το περιεχόμενο των παρασκηνιακών διαβουλεύσεων. Ταυτόχρονα, άρχισε να προκαλεί κρίσεις στην κυπριακή ΑΟΖ για να εκβιάσει τις εξελίξεις.
Από δικοινοτικό σε γεωπολιτικό πρόβλημα
Αναζητώντας διεθνή στήριξη, ο Αναστασιάδης συνήψε περιφερειακές «συμμαχίες» με όλα τα κράτη που είχαν ανοιχτούς λογαριασμούς με την Τουρκία, παρασύροντας σε αυτή την πορεία και την Ελλάδα. Ασφαλώς και οι περιφερειακές συμμαχίες είναι απαραίτητες, ειδικά για μικρά κράτη, όμως θα πρέπει να εντάσσονται σε ένα ρεαλιστικό σχέδιο, να έχουν έναν σκοπό και να προσδοκούν σε ένα αποτέλεσμα. Στην περίπτωση της Κύπρου δεν υπάρχει κάποιος σχεδιασμός, ούτε ρεαλιστικός στόχος, πέρα από διακηρύξεις χωρίς περιεχόμενο. Τα κράτη που συμμετέχουν στις τριμερείς και πολυμερείς συνεργασίες έχουν λόγους να ερεθίζουν την Τουρκία στο μαλακό της υπογάστριο, αλλά η Κύπρος δεν έχει να εισπράξει τίποτε από αυτά, πέρα από περιπέτειες.
Η Τουρκία αντέδρασε στις κινήσεις αυτές, καταγγέλλοντας την Κύπρο ότι συμμετέχει σε συμμαχίες για τον αποκλεισμό της από την Ανατολική Μεσόγειο και έστειλε τα τρυπάνια της και τον στόλο της για να αποδείξει με ακραίες πράξεις ότι αυτή κάνει κουμάντο στην Ανατολική Μεσόγειο. Με τους τακτικισμούς του, ο Αναστασιάδης μετέφερε στη διεθνή σκηνή τις πρακτικές που εφαρμόζει με επιτυχία στο εσωτερικό. Εκείνο που στην ουσία πέτυχε ήταν να αναδείξει την ουσία της κυπριακής διένεξης: το Κυπριακό βγήκε εντελώς από το πλαίσιο μιας δικοινοτικής διαφοράς, ξεπέρασε τον ανταγωνισμό για τους υδρογονάνθρακες και η κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο εξελίχθηκε πλέον σε γεωπολιτική.
Η ΕΕ στηρίζει το κράτος-μέλος της, αλλά η αλληλεγγύη αυτή έχει όρια. Τα συμφέροντα – πολιτικά, οικονομικά και γεωπολιτικά – που διακυβεύονται είναι τεράστια. Παρ’ όλον ότι η Τουρκία είναι μια προβληματική χώρα, η ΕΕ τη θέλει με τη Δύση και δεν είναι πρόθυμη να θυσιάσει αυτό τον στόχο για τα «τερτίπια» ενός κράτους που δεν έπεισε ότι ξέρει τι θέλει. Η ΕΕ αποδέχτηκε στους κόλπους της την Κύπρο με άλυτο το εθνικό της πρόβλημα για να τη βοηθήσει να το επιλύσει, όχι για να καταστρέψει τις δικές της σχέσεις με την Τουρκία.
Το «βαρίδι» της διαφθοράς
Η αντίληψη που επικρατεί στις Βρυξέλλες είναι ότι η Κύπρος βρίσκεται υπό την επιρροή ξένων συμφερόντων και δη ρωσικών, που έχουν στρατηγικό στόχο την απόσπαση της Τουρκίας από τη Δύση. Ο δρόμος που θέλει να βαδίσει η Κύπρος είναι σε αντίθετη κατεύθυνση από τις προτεραιότητες της Ευρώπης και διόλου συμβατός με τη νέα προσπάθεια των ΗΠΑ να προσδιορίσουν ξανά τον ρόλο τους στη Μέση Ανατολή. Υστερα, είναι το ζήτημα της αξιοπιστίας της ηγεσίας μιας χώρας η οποία είναι βουτηγμένη στη διαφθορά. Η ειλικρίνεια και οι προθέσεις του Αναστασιάδη είναι υπό αμφισβήτηση, όχι μόνο στο εσωτερικό αλλά και στην Ευρώπη.
Το βαθύ δίκτυο διαφθοράς που νέμεται τον πλούτο της χώρας, σαφώς και δεν θέλει να διαταράξει τις υφιστάμενες ισορροπίες. Αυτό είναι επίσης κατανοητό στην Ευρώπη. Το τελευταίο σκάνδαλο που συγκλονίζει την Κύπρο και αφορά την πώληση της ευρωπαϊκής υπηκοότητας προσέλαβε διεθνείς διαστάσεις, ενώ η ΕΕ κατηγοριοποίησε την Κύπρο στα κράτη όπου δεν λειτουργεί το κράτος Δικαίου. Η προσωπική ανάμειξη του Προέδρου, μέσω του δικηγορικού του γραφείου και στενών συγγενικών του προσώπων, με τις «μπίζνες των διαβατηρίων» έχει απαξιώσει την εικόνα της Κύπρου στην Ευρώπη.
Ο αντίλογος του προέδρου Αναστασιάδη, που διανύει περίοδο παρακμής στο εσωτερικό λόγω της διαφθοράς, είναι πως η Κύπρος, όχι ο ίδιος, βρίσκεται στο στόχαστρο για να συρθεί σε συνομιλίες και να ενδώσει στις αξιώσεις της Τουρκίας. Το σενάριο αυτό, το οποίο διαχέεται από το Προεδρικό, δεν έχει ακροατήριο επειδή η διαφθορά είναι πλέον το εθνικό πρόβλημα της Κύπρου και το Κυπριακό είναι παράγωγό της…
Ο κ. Μακάριος Δρουσιώτης, δημοσιογράφος και συγγραφέας, διετέλεσε ειδικός συνεργάτης του προέδρου Αναστασιάδη την περίοδο 2013 – 2014.
Το τελευταίο του βιβλίο «Η Συμμορία», πραγματεύεται τη διαπλοκή πολιτικών και δικηγόρων στο διεφθαρμένο σύστημα εξουσίας της Κύπρου.