Το βασικό ερώτημα σε σχέση με το νέο νομοσχέδιο του Υπουργείου Παιδείας για την πανεπιστημιακή αστυνομία είναι το εξής: πλήττεται το αυτοδιοίκητο των Πανεπιστημίων από τη δημιουργία αστυνομικού σώματος που θα εδρεύει μέσα στα ΑΕΙ, αλλά θα υπάγεται απευθείας στην Ελληνική Αστυνομία και στο Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη;
Η άποψη που θα υποστηρίξω στη συνέχεια δέχεται ότι βρισκόμαστε μπροστά σε παραβίαση του αυτοδιοίκητου και ότι η μόνη θεραπεία του προβλήματος είναι η υπαγωγή του ειδικού σώματος φύλαξης στις εκλεγμένες πρυτανικές αρχές του Πανεπιστημίου, όπως συμβαίνει με την τοπική αυτοδιοίκηση και τη Δημοτική Αστυνομία.
Οι τοποθετήσεις της πλειονότητας των Συγκλήτων των ΑΕΙ, της Συνόδου των Πρυτάνεων και της ΠΟΣΔΕΠ αναγνωρίζουν, χωρίς περιστροφές, την ανάγκη αναβάθμισης και βελτίωσης της φύλαξης των ΑΕΙ, αλλά εκφράζουν τη διαφωνία τους με τη ρύθμιση του νομοσχεδίου που αναφέραμε παραπάνω.
Όλοι οι προαναφερθέντες αισθάνονται ότι μετακινούμαστε από την ελλιπή φύλαξη στην υπερβολική εκδοχή της, η οποία ακρωτηριάζει το αυτοδιοίκητο του Πανεπιστημίου, και ότι στο πεδίο της εφαρμογής ελλοχεύει ο κίνδυνος να δημιουργήσει η εν λόγω ρύθμιση νέα προβλήματα – ακόμα και αν λύσει αυτά για τα οποία θεσπίζεται.
Ας δούμε πρώτα το αυτοδιοίκητο. Η άποψη ότι το αυτοδιοίκητο αφορά μόνο στην ακαδημαϊκή οργάνωση και λειτουργία των ΑΕΙ και δεν σχετίζεται με την προστασία των χώρων, των κτηρίων και των υποδομών εκάστου Πανεπιστημίου δεν είναι ορθή, κυρίως γιατί βλέπει το ζήτημα αποσπασματικά και όχι στο σύνολό του. Τα κτήρια των Πανεπιστημίων και οι χώροι των πανεπιστημιουπόλεων δεν είναι αποθήκες υλικών ή έστω απλά χώροι εργασίας πολιτών.
Είναι οι χώροι στους οποίους εκτυλίσσεται το σύνολο της ακαδημαϊκής δραστηριότητας του ιδρύματος (εκπαιδευτικής, ερευνητικής, πολιτιστικής κλπ) και ο ζωντανός χώρος αντίστοιχων φοιτητικών δραστηριοτήτων (εκπαιδευτικών, ερευνητικών, πολιτιστικών, αθλητικών, πολιτικών κλπ).
Η όλη διαδικασία προστασίας των χώρων και των ανθρώπων που βρίσκονται σε αυτούς (είτε ως εργαζόμενοι, είτε ως φοιτητές, είτε ως επισκέπτες) είναι οργανικό μέρος της ακαδημαϊκής λειτουργίας (καθορίζει την ατμόσφαιρα και επηρεάζει την ίδια την ακαδημαϊκή λειτουργία) και ως τέτοιο πρέπει να αντιμετωπίζεται. Είναι πεδίο εφαρμογής πανεπιστημιακής πολιτικής στο πλαίσιο του αυτοδιοίκητου, με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι υπάρχει η κάλυψη της πολιτείας.
Αυτό σημαίνει ότι οι ακραίες παραβατικές συμπεριφορές και ενέργειες είναι ζητήματα της Ελληνικής Αστυνομίας και της Δικαιοσύνης (όπως συμβαίνει σε όλη την επικράτεια και σύμφωνα με το υπάρχον θεσμικό πλαίσιο), ενώ τα υπόλοιπα είναι ζητήματα του Πανεπιστημίου και της διοίκησής του. Ο σεβασμός, λοιπόν, στο αυτοδιοίκητο απαιτεί το ειδικό σώμα φύλαξης να ανήκει στο Πανεπιστήμιο. Πέραν αυτού, θα πρέπει το σώμα αυτό να είναι αναπόσπαστο τμήμα της πανεπιστημιακής κοινότητας και να αποτελεί βασική συνιστώσα της ακαδημαϊκής ζωής.
Η υπό συζήτηση ρύθμιση θέτει και θέμα συνέπειας της πολιτείας προς τις δικές της αρχές, όταν συνταγματικά προβλεπόμενες «αυτοδιοικητικές μονάδες» δεν αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο. Στο περιβάλλον της τοπικής αυτοδιοίκησης η προστασία της κοινοτικής και δημοτικής περιουσίας είναι αρμοδιότητα της Δημοτικής Αστυνομίας.
Προβλέπεται μάλιστα ότι η Ελληνική Αστυνομία παρέχει συνδρομή στο προσωπικό της Δημοτικής Αστυνομίας κατά την άσκηση του έργου της σε ειδικές περιπτώσεις και καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης. Σύμφωνα με αυτά, επομένως, η Ομάδα Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων πρέπει να είναι υπηρεσία των αυτοδιοικούμενων νομικών προσώπων που ονομάζονται Πανεπιστήμια και πρέπει να συγκροτηθεί με τρόπο ανάλογο εκείνου της Δημοτικής Αστυνομίας. Μια ματιά στον νόμο που ρυθμίζει τα της Δημοτικής Αστυνομίας θεωρώ ότι το αποδεικνύει.
Όλοι θέλουμε, υποθέτω, να δώσουμε μια λύση σοβαρή και μόνιμη στο πρόβλημα της φύλαξης και όχι λύση εντυπωσιακή, αλλά άγαρμπη, που θα συνοδεύεται από την αίσθηση της προσωρινότητας. Αν αυτό ισχύει, τότε θα πρέπει να έχουμε κατά νου τη μεγάλη εικόνα και όχι απλώς τη μεμονωμένη (αυτή των ακραίων συμπεριφορών κάποιων μειοψηφιών) στην οποία στρέφεται αναγκαστικά τώρα η προσοχή μας.
Η μεγάλη εικόνα προβάλλει την ιδιαιτερότητα του πανεπιστημιακού περιβάλλοντος και τα διαχρονικά χαρακτηριστικά του. Στο περιβάλλον αυτό κινούνται χιλιάδες νέων ανθρώπων με όνειρα, αγάπη για τη γνώση και ενθουσιασμό.
Ταυτόχρονα, όμως, οι ίδιοι νέοι έχουν προβλήματα (των οποίων πάντα θα επιζητούν τη λύση), δυναμισμό, ιδιαίτερη ευαισθησία σε θέματα ελευθερίας και δικαιοσύνης και διάθεση για σύγκρουση με ό,τι θεωρούν ότι αντιστρατεύεται τις ιδέες τους ή με ό,τι αποτελεί στην αντίληψή τους σύμβολο αυταρχισμού. Το ειδικό σώμα της ΕΛΑΣ, ακόμα και αν φέρει στολή διαφορετική, θα είναι πάντα το ξένο σώμα, ο ιδανικός αντίπαλος, το μόνιμο σύμβολο του αυταρχισμού μέσα στα πανεπιστήμια για μεγάλη μερίδα φοιτητών.
Από την άλλη πλευρά, το ειδικό αυτό σώμα φύλαξης θα αποτελείται από νέους επίσης ανθρώπους, χωρίς γνώση του ακαδημαϊκού περιβάλλοντος, πιθανότατα χωρίς πανεπιστημιακή ή έστω μεταλυκειακή παιδεία, τη συμπεριφορά των οποίων θα ορίζουν κανόνες πειθαρχίας μάλλον παρά διάθεση συνεννόησης και κατανόησης του άλλου. Ελπίζω οι φόβοι μου να είναι υπερβολικοί, αλλά φοβάμαι ότι οδεύουμε προς τη δημιουργία συγκρουσιακού κλίματος μέσα στα πανεπιστήμια.
Το γεγονός μάλιστα ότι το νομοσχέδιο παραπέμπει σε μελλοντικό προεδρικό διάταγμα για τον καθορισμό πολύ σημαντικών παραμέτρων (διαδικασίες πρόσληψης, εκπαίδευση, μετεκπαίδευση του σώματος φύλαξης, «λεπτομέρειες» (!) σχετικά με την άσκηση των καθηκόντων του κλπ), επιτείνει αυτές τις ανησυχίες, καθώς αφήνει εκτός συζήτησης στοιχεία που θα μπορούσαν ενδεχομένως να λειτουργήσουν ως δικλείδες ασφαλείας.
Πάντως, το πρόβλημα έχει και την άλλη όψη. Το ειδικό σώμα φύλαξης δεν θα πρέπει να ανήκει στην ΕΛ.ΑΣ. και για λόγους που σχετίζονται, επίσης, με την αξιοπιστία, την αξιοπρέπεια και τη δημοκρατική εικόνα της ίδιας της Ελληνικής Αστυνομίας. Οποιαδήποτε αποτυχία, υπερβολή, κατάχρηση εξουσίας κλπ θα χρεώνεται εκ των πραγμάτων στην ΕΛ.ΑΣ., ενώ ταυτόχρονα αυτό θα τροφοδοτεί αντιδράσεις και θα αποτελεί μόνιμη πηγή έντασης.
Ελπίζω οι συζητήσεις που εξακολουθούν να γίνονται και θα ολοκληρωθούν στη Βουλή να βρουν ευήκοα ώτα! Η νομοθεσία μπορεί να βελτιώσει τα πράγματα μακροπρόθεσμα, μόνο όταν λαμβάνει υπόψη της όλες τις διαστάσεις της κοινωνικής (στην περίπτωσή μας: και πανεπιστημιακής) πραγματικότητας.
* Ο Δημήτρης Καραδήμας είναι Καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας και Αντιπρύτανης Ακαδημαϊκών Υποθέσεων και Φοιτητικής Μέριμνας του ΕΚΠΑ
[1] Η παράγραφος 5 του άρθρου 16 του Συντάγματος προβλέπει παραχώρηση «πλήρους αυτοδιοίκησης» στα Πανεπιστήμια.
[2] Βλ. Νόμος 3731 /2008, Αναδιοργάνωση της Δημοτικής Αστυνομίας, άρθρο 1, παρ. 1, εδάφιο 26.
[3] Στον ίδιο νόμο, άρθρο 1, παρ. 2.
[4] Βλ., π.χ., το άρθρο 2 του νόμου 3731/2008, το οποίο αναφέρεται στη σύσταση της υπηρεσίας της Δημοτικής Αστυνομίας, αλλά περιέχει και αναφορά στην ειδική εκπαίδευση και στα ειδικά καθήκοντα του προσωπικού της Δημοτικής Αστυνομίας (όπως, π.χ., στην άσκηση καθηκόντων ειδικού ανακριτικού υπαλλήλου για παραπτώματα που διώκονται ποινικά).
[5] Βλ. Σχέδιο νόμου άρθρο 13, παρ. 6.