Την ώρα που η Κομισιόν και κυρίως οι ιταλικές επιχειρήσεις και επιχειρηματίες αναμένουν τα σχέδια της Ρώμης για την ανάκαμψη της δοκιμαζόμενης οικονομίας, η πολιτική ελίτ επιδίδεται σε ένα κρεσέντο εσωστρέφειας και ασχολείται καταρχήν με τα του οίκου της. Η 66η κατά σειρά ιταλική κυβέρνηση από την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου κατέρρευσε με φόντο ακριβώς αυτό το πρόγραμμα ανοικοδόμησης ύψους 200 δις ευρώ το οποίο χρηματοδοτείται από την ΕΕ.
Ο μικρότερος κυβερνητικός εταίρος, το Italia-Viva του πρώην πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι αποφάσισε να τερματίσει την κυβερνητική συνεργασία. Ο πρωθυπουργός Κόντε αναγκάστηκε να υποβάλει την παραίτησή του, μολονότι μόλις είχε κερδίσει την ψήφο εμπιστοσύνης και στα δυο σώματα του Κοινοβουλίου, διότι θεωρούσε την ίδια ώρα επισφαλή την πλειοψηφία στη Γερουσία για το μετέπειτα νομοθετικό έργο, καθώς θα εξαρτιόνταν κάθε φορά από τις διαθέσεις των γερουσιαστών του Ρέντσι.
Ζητούμενο πλέον είναι ο σχηματισμός της 67ης μεταπολεμικής κυβέρνησης. Για την ιταλική πολιτική τέτοιες κρίσεις αποτελούν μάλλον τον κανόνα και όχι την εξαίρεση. Ο μέσος όρος θητείας των ιταλικών κυβερνήσεων ανέρχεται σε μόλις 14 μήνες. Μέχρι σήμερα η χώρα μετρά 28 πρωθυπουργούς. Ο νυν επικεφαλής, Τζουζέπε Κόντε έχει καλές πιθανότητες να καταφέρει να συγκροτήσει την τρίτη του κυβέρνηση. Είχε αναλάβει για πρώτη φορά το 2018 όταν μετά την εκλογική τους νίκη, οι αριστεροί και δεξιοί λαϊκιστές των Πέντε Αστέρων και της Λέγκα, δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν στους δικούς τους υποψηφίους, δίνοντας τα ηνία στον ανεξάρτητο Κόντε. Η ασυνήθιστη εκείνη κυβερνητική συμμαχία είχε κρατήσει μόλις έναν χρόνο. Μέχρι τη στιγμή που ο ακροδεξιός αρχηγός της Λέγκα, Σαλβίνι πίστεψε ότι είχε έρθει η ώρα να γίνει ο ίδιος πρωθυπουργός και να αντικαταστήσει τον Κόντε. Εντούτοις απέτυχε παταγωδώς καθώς ο Κόντε κατάφερε αιφνιδιαστικά να οδηγήσει τους Σοσιαλδημοκράτες και τους αριστερούς λαϊκιστές από κοινού στα κυβερνητικά έδρανα.
«Προσβολή» των πολιτών
Η επόμενη τρικυμία ήρθε το Σεπτέμβριο του 2019 όταν ο Ρέντσι αποφάσισε να εγκαταλείψει την κοινοβουλευτική ομάδα των Σοσιαλδημοκρατών και να ιδρύσει νέο πολιτικό φορέα, παίρνοντας θέση στην κυβέρνηση ως τρίτος πλέον εταίρος. Για τον πρώην πρωθυπουργό, ο οποίος είχε υποστεί βαριά ήττα στις εκλογές του 2018 από τους λαϊκιστές, ήταν η ώρα της εκδίκησης. Ο Ρέντσι πίστευε ότι ήταν η ευκαιρία να ανατρέψει τον Κόντε και να ανταποδώσει εις διπλούν το πολιτικό πλήγμα στους Πεντάστερους.
Τις τελευταίες εβδομάδες, ο Κόντε προσπαθούσε να σώσει την κυβερνητική του συμμαχία. Τόνιζε όμως ότι ο Ρέντσι δεν του είχε πει ποτέ υπό ποιες προϋποθέσεις θα παρέμενε στην κυβέρνηση ή θα βοηθούσε στη συγκρότηση νέου συνασπισμού. Στον αντίποδα ο Ρέντσι ξεκίνησε έναν μαραθώνιο τηλεοπτικών εμφανίσεων, υποσχόμενος ότι το τέλος της κυβέρνησης Κόντε θα ήταν προς όφελος της χώρας και θα συνέβαλε τα μάλα στην καλύτερη αντιμετώπιση της πανδημίας. Οι ψηφοφόροι δεν φάνηκαν να πείθονται. Τα 2/3 των Ιταλών θεωρούν λανθασμένη τη στρατηγική του πρώην πρωθυπουργού. Σε ένα βαρύ κατηγορώ, η εφημερίδα L’Espresso έγραψε ότι το πολιτικό θέατρο του παραλόγου συνιστά «προσβολή και περιφρόνηση των θεατών» καθώς εν μέσω της χειρότερης οικονομικής κρίσης από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η χώρα έχει ασφαλώς σοβαρότερα προβλήματα.
Οι εξελίξεις βρίσκονται και πάλι στα χέρια του Προέδρου της Δημοκρατίας Ματαρέλα που τις επόμενες μέρες υποδέχεται τους αρχηγούς όλων των κομμάτων στην Προεδρική Κατοικία. Ο σοσιαλδημοκράτης θα πρέπει να διερευνήσει εάν θα είχε νόημα να αναθέσει εκ νέου το σχηματισμό κυβέρνησης στον Κόντε. Θεωρητικά θα μπορούσε βέβαια να δώσει την εντολή και σε άλλο υποψήφιο. Εάν αυτός αποτύχει, υπάρχει η δυνατότητα συγκρότησης κυβέρνησης τεχνοκρατών που ωστόσο χρειάζεται τη σύμφωνη γνώμη και των δυο σωμάτων της Βουλής. Στο τραπέζι υπάρχει φυσικά και η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Τα περισσότερα κόμματα όμως, πλην ίσως των ακροδεξιών της Λέγκα, δεν θέλουν να προσφύγουν στην παρούσα φάση στη λαϊκή ετυμηγορία.
Σαλβίνι ο επόμενος πρωθυπουργός;
Η κοινοβουλευτική περίοδος λήγει κανονικά την άνοιξη του 2023. Δημοσκοπήσεις προεξοφλούν σε περίπτωση πρόωρων εκλογών τον καταποντισμό των Πέντε Αστέρων που αναμένεται να χάσουν το ήμισυ της δύναμής τους. Ο Ρέντσι έχει καλές πιθανότητες νέας κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης. Οι δε Σοσιαλδημοκράτες θα διατηρούσαν μάλλον τα ποσοστά τους. Απώλειες θα υφίσταντο πιθανότατα και το Forza Italia του Μπερλουσκόνι. Μεγάλος νικητής θα ήταν, όπως όλα δείχνουν, η ακροδεξιά Λέγκα του Σαλβίνι ο οποίος προαλείφεται ήδη για επόμενος πρωθυπουργός. Το ακροδεξιό στρατόπεδο δεν θα είχε ωστόσο δική του πλειοψηφία, αν και υπάρχουν εκτιμήσεις για εκτόξευση των ποσοστών του επίσης ακροδεξιού κόμματος Fratelli.
Οι περισσότεροι από τους νυν βουλευτές ωστόσο δεν φαίνεται να προκρίνουν τη λύση των πρόωρων εκλογών καθότι θα έφερναν και την απώλεια των παχυλών τους αποζημιώσεων. Ένα μεγάλο μέρος των βουλευτών και γερουσιαστών δεν θα καταφέρει να εκλεγεί εκ των πραγμάτων, καθώς η Βουλή αποφάσισε τον περιορισμό των εδρών από 950 στις 600 από τις επόμενες εκλογές.
Ο Κόντε θα προσπαθήσει λοιπόν να επιβιώσει πολιτικά, να συγκροτήσει την τρίτη του κυβέρνηση και να κερδίσει την ψήφο εμπιστοσύνης της Βουλής. Οι πιθανότητές του δεν είναι κακές, αν αναλογιστεί κανείς ότι οι ιταλοί βουλευτές αλλάζουν συχνά στρατόπεδα και κοινοβουλευτικές ομάδες, εξαρτώντας τις προτιμήσεις τους από το στοίχημα της προσωπικής πολιτικής επιβίωσης. Την Κ.Ο. των Πέντε Αστέρων εγκατέλειψαν κατά την τρέχουσα περίοδο ήδη 48 συνολικά βουλευτές και γερουσιαστές. Ενδεχομένως αυτό να σχετίζεται και με την υποχρέωση των βουλευτών να παραχωρούν μεγάλο μέρος της βουλευτικής τους αποζημίωσης στο κόμμα.
Ο Κόντε ελπίζει ότι θα καταφέρει να κερδίσει μέρος των ανεξάρτητων και φιλελεύθερων βουλευτών και γερουσιαστών προκειμένου να ανακοπεί ο διαφαινόμενος από τα άκρα δεξιά κίνδυνος σε περίπτωση πρόωρων εκλογών.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο μακροβιότερος μέχρι σήμερα πρωθυπουργός της Ιταλίας είναι ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι. Όντας σε ηλικία 84 ετών και έχοντας επιβιώσει επανειλημμένως σειράς σκανδάλων εξακολουθεί να συνδιαμορφώνει τις πολιτικές τύχες της χώρας. Σήμερα είναι ευρωβουλευτής, ωστόσο δεν έχει αποκλείσει ποτέ την επιστροφή του στο εθνικό τερέν.
Μπερντ Ρίγκερτ