«Πολλά ακόμη θα ξεκαθαρίσουν τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες, αλλά αυτά που ήδη γνωρίζουμε είναι αρκετά. Ο πρόεδρος τον Ηνωμένων Πολιτειών κάλεσε αυτόν τον όχλο, συγκέντρωσε τον όχλο και άναψε τη φλόγα αυτής της επίθεσης. Ολα όσα ακολούθησαν ήταν δική του ευθύνη. Τίποτα από αυτά δεν θα είχε συμβεί χωρίς τον πρόεδρο. Ο πρόεδρος θα μπορούσε αμέσως να είχε σταματήσει τη βία. Δεν το έκανε. Ποτέ δεν έχει υπάρξει μεγαλύτερη προδοσία από πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, του αξιώματός του και του όρκου που έδωσε στο Σύνταγμα».
Με αυτή τη δήλωση, στις 13 Ιανουαρίου, η Λιζ Τσέινι υποστήριξε την απόφασή της να ψηφίσει υπέρ της αποπομπής του Ντόναλντ Τραμπ, υπό το βάρος κατηγοριών ότι εκείνος προκάλεσε με τα λόγια του την εισβολή ακροδεξιών υποστηρικτών του στο Καπιτώλιο, στις 6 Ιανουαρίου, προκειμένου να σταματήσει η διαδικασία επικύρωσης της νίκης του Τζο Μπάιντεν στις προεδρικές εκλογές του 2020.
Το παράδειγμα της 54χρονης αμερικανίδας βουλευτού των Ρεπουμπλικανών από το Γουαϊόμινγκ ακολούθησαν ακόμη εννέα αντιπρόσωποι του κόμματός της, προκαλώντας τις αντιδράσεις των συναδέλφων τους, πολλοί εκ των οποίων καλούν προς απομάκρυνση της Τσέινι από τη θέση του προέδρου της Διάσκεψης των Ρεπουμπλικανών στη Βουλή των Αντιπροσώπων, θέση που την κατατάσσει τρίτη στην ιεραρχία του κόμματος. Οι Δημοκρατικοί, από την άλλη, επικροτώντας την απόφασή της, επαναλάμβαναν συνεχώς φράσεις από τη δήλωση, προσπαθώντας να πείσουν όσο γίνεται περισσότερους ότι ο 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ θα πρέπει να δικαστεί για τις πράξεις του.
«Δεν πάω πουθενά»
Κόρη του Ντικ Τσέινι, ενός από τους πιο ισχυρούς αντιπροέδρους σε ολόκληρη την Ιστορία των ΗΠΑ, έχει αποδείξει στη διάρκεια της μακράς ενασχόλησής της με τα κοινά ότι έχει κληρονομήσει τον δυναμισμό του πατέρα της. Δεν διστάζει να υποστηρίξει τις απόψεις της, ακόμη και αν γνωρίζει ότι αυτό μπορεί να προκαλέσει τη δυσαρέσκεια των άλλων, ενώ στις προτροπές μελών του κόμματός της να παραιτηθεί από τη σημαντική θέση της απαντάει ευθαρσώς ότι δεν πρόκειται να πάει πουθενά.
Αν και θεωρούνταν αρχικά από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ, στη συνέχεια, εξαιτίας κάποιων αποφάσεων και δηλώσεων του πρώην προέδρου, ήρθε σε αντιπαράθεση μαζί του. Η πιο σημαντική αφορούσε την COVID-19. Η Τσέινι έχει αρκετές φορές υποστηρίξει τον δρα Αντονι Φάουτσι, πολύπειρο λοιμωξιολόγο και επικεφαλής του Εθνικού Ινστιτούτου Αλλεργιών και Λοιμωδών Νόσων των ΗΠΑ (NIAID), μέλος της task force για τη διαχείριση της πανδημίας, σε θέσεις του που έβρισκαν αντίθετο τον Τραμπ.
Η πρόσφατη κίνησή της έκανε πολλούς να αναρωτιούνται για το αν θα αποτελέσει τροχοπέδη για την περαιτέρω πολιτική της ανέλιξη. Από ό,τι φαίνεται, όμως, από τις αντιδράσεις των ψηφοφόρων της στο Γουαϊόμινγκ, δεν κινδυνεύει να χάσει την έδρα της στην Πολιτεία, στην οποία εξελέγη με ένα ποσοστό που υπερέβαινε το 68% έναντι των αντιπάλων της. Αντιθέτως, αρκετοί υποστηρίζουν ότι μπορεί να επωφεληθεί από τη συγκεκριμένη κίνηση και τελικά να αναλάβει ακόμη πιο ηγετικό ρόλο στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα.
Η δημόσια οικογενειακή ρήξη
Πριν από περίπου οκτώ χρόνια, το 2013, η συντηρητική πολιτικός, δικηγόρος και μητέρα πέντε παιδιών, κατά τη διάρκεια προεκλογικού αγώνα για τη θέση του γερουσιαστή στην Πολιτεία της, απάντησε σε σχετική ερώτηση ότι τάσσεται ενάντια στον γάμο ομοφύλων. Το ενδιαφέρον όμως σε αυτή την κίνησή της έγκειται στο ότι δείχνει να μην την ευαισθητοποιεί το γεγονός ότι η μικρότερη αδελφή της, Μέρι, είναι παντρεμένη με τη Χέδερ Πόου και έχουν και δύο παιδιά.
Η αντίδρασή τους ήρθε μέσω των social media: «Ή θεωρείς ότι όλες οι οικογένειες θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως ισότιμες ή όχι. Η θέση της Λιζ είναι να συμπεριφέρεται στην οικογένειά μου σαν να είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας» ήταν η δήλωση που ανήρτησε η Μέρι Τσέινι στον λογαριασμό της στο Facebook. Η Πόου ήταν ακόμη πιο δηκτική στη δική της ανάρτηση: «Η Λιζ δεν δίστασε να μας πει πόσο χαιρόταν για εμάς. Το να λέει τώρα ότι δεν υποστηρίζει το δικαίωμά μας να παντρευτούμε είναι τουλάχιστον προσβλητικό».
Οι γονείς τους τοποθετήθηκαν υπέρ της Λιζ, λέγοντας ότι μπορεί κάποιος να χαίρεται για το πρόσωπο που αγαπά και ταυτόχρονα να μη συμφωνεί με αυτό που κάνει. Πάντως ο Ντικ Τσέινι, όσο ήταν αντιπρόεδρος, είχε αντιταχθεί σε πρόταση νόμου ο οποίος περιόριζε το δικαίωμα στους ομοφυλοφίλους να παντρευτούν. Μετά το πέρας της θητείας του δηλώνει ανοιχτά υπέρ του γάμου ομοφύλων.
Μετά τη δημόσια αυτή ρήξη των δύο αδελφών, δεν έχει γίνει ξεκάθαρο αν οι σχέσεις τους έχουν πλέον αποκατασταθεί. Το σίγουρο πάντως είναι ότι αυτή τη στιγμή η Λιζ τα έχει βάλει με έναν πολύ ισχυρότερο αντίπαλο από ό,τι είναι οι Μέρι και Χέδερ και παραμένει αβέβαιο το αν θα καταφέρει να βγει κερδισμένη σε αυτή τη μάχη.