Καθώς η ένταση της πανδημίας δεν λέει να κοπάσει στην Ευρώπη (και όχι μόνο φυσικά), ενώ η επίτευξη «ανοσίας της αγέλης» μέσω των μαζικών εμβολιασμών απέχει ακόμη πολύ, η πίεση που δέχονται οι οικονομίες των «27» – τα νοικοκυριά, οι επιχειρήσεις και οι προϋπολογισμοί – γίνεται δυσβάσταχτη. Λογικό είναι, λοιπόν, οι κυβερνήσεις να περιμένουν ως… μάννα εξ ουρανού την πρώτη δόση από το μερίδιο που τους αναλογεί από τα 750 δις. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης.
Μέχρι σήμερα, η εντύπωση που κυριαρχούσε ήταν πως η εκταμίευση θα άρχιζε κάποια στιγμή στις αρχές του καλοκαιριού, αφότου η Κομισιόν θα είχε δώσει το «πράσινο φως» στα σχέδια δράσης που θα είχαν καταθέσει τα κράτη-μέλη. Φαίνεται, όμως, πως αυτό δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο, καθώς υπάρχουν πολλά εμπόδια μέχρι εκείνη τη στιγμή.
Είναι κάτι που αποτυπώνεται και στο άτυπο debate που διεξήχθη μέσα από τις σελίδες των Financial Times ανάμεσα σε δύο σημαίνουσες προσωπικότητες των δύο πιο ισχυρών χωρών της Ευρώπης, της Γερμανίας και της Γαλλίας: Τον νυν πρόεδρο της Μπούντεσταγκ, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και τον υπουργό Οικονομικών της δεύτερης, Μπρινό λε Μερ, που κατέστησαν σαφές ότι οι πολιτικές προτεραιότητες Βερολίνου και Παρισιού είναι διαφορετικές.
Βοήθεια, αλλά με όρους
Ο Σόιμπλε – ο οποίος είναι προφανές ότι δεν μπορεί να ξεχάσει τον ρόλο που έπαιξε την περίοδο 2009-’17, όταν ήταν υπουργός Οικονομικών – άνοιξε πρώτος τον «χορό». Με τη γνωστή του κυνικότητα, κατηγόρησε τις κυβερνήσεις πολλών εταίρων της χώρας του για αναποφασιστικότητα στην προώθηση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων οι οποίες, κατά τη γνώμη του, αποτελούν προϋπόθεση εκ των ων ουκ άνευ για τη λήψη βοήθειας από το Ταμείο.
«Υπάρχει έλλειμμα πραγματικής προόδου, έλλειμμα αποτελεσματικότητας στην υλοποίηση των μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων στα κράτη-μέλη. Αυτές οι δυσκολίες με ανησυχούν πολύ», δήλωσε χαρακτηριστικά μιλώντας στην εφημερίδα. Κατηγόρησε δε τους εμπλεκόμενους (εμμέσως πλην σαφώς και την Ανγκελα Μέρκελ) ότι δαπάνησαν πολύ χρόνο προκειμένου να συμφωνήσουν για τη δύναμη πυρός του Ταμείου και την αναλογία στα κονδύλια, «χωρίς όμως να σκεφτούν επαρκώς τον τρόπο που θα δαπανηθούν».
«Θα έπρεπε εδώ και πού καιρό να έχουμε αποσαφηνίσει σε ποιους τομείς θα επενδύσουν τα κράτη αυτά τα κεφάλαια – τεχνητή νοημοσύνη, ψηφιοποίηση, προώθηση πολιτικών για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής», τόνισε, διατυπώνοντας με σαφήνεια τις προτεραιότητες του ίδιου και του Βερολίνου.
Στην ίδια γραμμή ο Ντομπρόφσκις
Η αλήθεια είναι, μάλιστα, πως ο Σόιμπλε δεν αποτελεί εξαίρεση. Μπορεί να ηττήθηκε στη μάχη της διαδοχής στους Χριστιανοδημοκράτες και την καγκελαρία (ο εκλεκτός του Φρίντριχ Μερτς ήρθε δεύτερος), όμως διαθέτει πολλούς συμμάχους, τόσο εντός όσο και εκτός Γερμανίας.
Ένας από αυτούς είναι και ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν, Βάλντις Ντομπρόφσκις. Όπως δήλωσε την περασμένη εβδομάδα, άλλωστε, οι εκταμιεύσεις από το Ταμείο θα είναι συνδεδεμένες με την επίτευξη «συγκεκριμένων και μετρήσιμων στόχων», για να προσθέσει πως «υπάρχει ακόμη πολλή δουλειά» που πρέπει να γίνει – καλώντας, παράλληλα, ορισμένα κράτη-μέλη να γίνουν πολύ πιο συγκεκριμένα τις προτάσεις των οποίων θα ζητήσουν χρηματοδότηση.
Αμφότεροι, εάν θέλουμε να είμαστε ακριβείς, εννοούν – όσο κι αν δεν το λένε με το όνομά του, για ευνόητους λόγους – ένα νέο μνημόνιο, που θα αφορά τόσο τις επιχορηγήσεις όσο και τα δάνεια. Κάτι που, όπως είναι γνωστό, απαιτούσαν εξαρχής οι αποκαλούμενοι «frugals» του Βορρά – Ολλανδία, Αυστρία, Δανία, Σουηδία και Φινλανδία.
Οι θέσεις αυτές, ωστόσο, είναι φανερό πως όχι απλώς δεν βρίσκουν σύμφωνους, αλλά εξοργίζουν άλλους εταίρους. Ανάμεσά τους είναι και η Γαλλία – και ο καθ’ ύλην αρμόδιος υπουργός της, ο λε Μερ, δεν δίστασε να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου.
Λε Μερ: Δεν θα μας σταματήσουν οι τεχνοκράτες
«Διαπιστώνω πως υπάρχουν εμπόδια και όλη η διαδικασία προχωρά πολύ αργά. Υπάρχει ανάγκη να επιταχύνουμε και, εάν θέλουμε να βγούμε από την οικονομική κρίση με τους καλύτερους δυνατούς όρους, τα ευρωπαϊκά κονδύλια πρέπει να φτάσουν το συντομότερο δυνατό», είπε μιλώντας στους FT. Αμέσως μετά δε, άφησε την… μπηχτή του: «Δεν ξοδέψαμε όλο αυτό το πολιτικό κεφάλαιο για να δούμε το σχέδιό μας να καθυστερεί για τεχνοκρατικούς λόγους».
«Η (οικονομική) πραγματικότητα (που ζούμε) καθορίζεται από τρία πράγματα: τα υψηλότερα επίπεδα χρέους στην ιστορία, τα χαμηλότερα επίπεδα επιτοκίων στην ιστορία και τη μεγαλύτερη ανάγκη επενδύσεων στην ιστορία», τόνισε, ξεκαθαρίζοντας πως το δημοσιονομικό πλαίσιο της ΕΕ και της ευρωζώνης πρέπει να αλλάξει ριζικά και όχι απλώς προσωρινά.
Σημειώνεται πως η Γαλλία είχε θέσει στόχο να καλύψει με ευρωπαϊκά κονδύλια το 40% του «πακέτου» στήριξης της οικονομίας που έχει εκπονήσει η κυβέρνηση Μακρόν σε εθνικό επίπεδο για φέτος, ύψους 100 δισ. ευρώ, διαπιστώνει όμως ότι κάτι τέτοιο δεν θα είναι εύκολο. Το ίδιο – και σε μεγαλύτερο βαθμό – ισχύει προφανώς και για άλλες χώρες, κυρίως του Νότου, όπως Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία και Ελλάδα.
Η αντιπαράθεση θα είναι σκληρή, αναμφίβολα.