Στην πολιτική και στη διπλωματία, μία από τις κρίσιμες παραμέτρους όταν διεξάγονται συνομιλίες είναι αν κάποιος θέλει να βλέπει το ποτήρι μισογεμάτο ή μισοάδειο. Από την άποψη αυτή, ελάχιστοι θα πρέπει να ανέμεναν ότι ο 61ος γύρος των διερευνητικών επαφών, ο οποίος πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα 25 Ιανουαρίου στην Κωνσταντινούπολη (σχεδόν πέντε χρόνια ή 1.776 ημέρες από τον προηγούμενο, 60ο γύρο), θα είχε συνταρακτικά αποτελέσματα είτε προς τη θετική είτε προς την αρνητική πλευρά.
Το «σπάσιμο των πάγων» και η παρουσία Καλίν
Ωστόσο, το γεγονός ότι οι αντιπροσωπείες των δύο πλευρών αποφάσισαν να υπάρξει και νέα συνάντηση (62ος γύρος) στην Αθήνα τον προσεχή Φεβρουάριο δείχνει ότι δεν υπήρξε ναυάγιο. Άνθρωποι που έχουν εμπειρία από τις διερευνητικές συνομιλίες του παρελθόντος εκτιμούν ότι είναι λογικό να υπήρξε προσπάθεια να βρεθεί κοινός τόπος για το που σταμάτησαν οι συνομιλίες το 2016 και οι δύο πλευρές να προσήλθαν με τις αρχικές τους θέσεις.
Οι ίδιες πηγές τόνιζαν ότι ο άτυπος χαρακτήρας των συνομιλιών επιτρέπει ευελιξία και στις δύο πλευρές. Από την άποψη αυτή, όσα ορισμένοι αναφέρουν περί δήθεν αποδοχής από την Αθήνα μίας ευρείας ατζέντας που θέτει η Άγκυρα απλώς δεν λαμβάνουν υπόψη το παρελθόν των σχετικών συζητήσεων.
Άλλωστε, οι τρίωρες συνομιλίες έπρεπε να ξεπεράσουν ένα σκόπελο που δεν είναι αμελητέος: την καχυποψία και την έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο αντιπροσωπειών. Μπορεί ο επικεφαλής της ελληνικής ομάδας, ο πολύπειρος πρέσβης ε.τ. Παύλος Αποστολίδης να έχει «φάει με το κουτάλι» τέτοιου είδους συναντήσεις, όπως και εκ μέρους της τουρκικής πλευράς ο Τσαγκαπτάι Έρτζιγες (σήμερα επικεφαλής της αρμόδιας διεύθυνσης αεροναυτιλιακών θεμάτων στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών), αλλά οι υπόλοιποι, ακόμη και όσοι έχουν ασχοληθεί επισταμένως με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις (δηλαδή οι Αλέξανδρος Κουγιού και Μπαρίς Καλκαβάν αντιστοίχως), πρέπει να σφυρηλατήσουν ένα επίπεδο εμπιστοσύνης. Από την άποψη αυτή, ο 61ος γύρος ήταν μία προσπάθεια «να σπάσει ο πάγος» έπειτα από πέντε χρόνια, αλλά και ένα καλοκαίρι πλήρους έντασης.
H «έκπληξη» της ημέρας
Η «έκπληξη» της ημέρας ήταν η παρουσία στο Ντολμαμπαχτσέ του Ιμπραχίμ Καλίν, εκπροσώπου Τύπου της τουρκικής Προεδρίας αλλά και εξ απορρήτων συμβούλου του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σε θέματα εξωτερικής πολιτικής. Σύμφωνα με τις υπάρχουσες ενδείξεις, η παρουσία του κ. Καλίν υπήρξε επιβοηθητική ώστε το κλίμα να είναι θερμό – χωρίς αυτό φυσικά να εγγυάται ότι υπήρξε ταύτιση των θέσεων των δύο πλευρών. Η κατάσταση των διμερών σχέσεων είναι άλλωστε πολύ διαφορετική από εκείνη του Μαρτίου του 2016 όταν είχε λάβει χώρα η προηγούμενη συνάντηση στο πλαίσιο των διερευνητικών επαφών.
Η εμφάνιση του κ. Καλίν ίσως να είχε και άλλη μία εξήγηση: να μην υπάρχει αμφιβολία ότι η τουρκική Προεδρία εποπτεύει και έχει υπό την αιγίδα της όλη τη διαδικασία, όπως και να αναδείξει τη σημασία που αποδίδεται σε αυτή στο πλαίσιο της «επίθεσης γοητείας» που πραγματοποιεί εσχάτως η Άγκυρα προς την ΕΕ – κυρίως – και τις ΗΠΑ – δευτερευόντως.
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης αντιμετώπισαν με επιφυλακτικότητα την επανάληψη των διερευνητικών επαφών, όπως φάνηκε μεταξύ άλλων από τις ανακοινώσεις ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ. Την ικανοποίησή τους εξέφρασαν η Γερμανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ρεπορτάζ της γερμανικής «Frankfurter Allgemeine Zeitung» που ασκεί και μία κριτική στην ελληνική στάσης.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, σε σχέση με τη γερμανική διαμεσολάβηση των προηγουμένων μηνών, «το Βερολίνο, από την πλευρά του, σημειώνει ότι η γερμανική προεδρία σε καμία περίπτωση δεν συνέπλευσε με την Τουρκία. Εξάλλου, η γερμανική κυβέρνηση, με δεδομένη την αποστροφή προς τη στρατιωτικοποίηση της διένεξης από την Άγκυρα, θεωρεί τις αξιώσεις της Αθήνας μαξιμαλιστικές».
Το ευρωτουρκικό μέτωπο
Παράλληλα με τις διερευνητικές επαφές, στις Βρυξέλλες, ο έλληνας υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας είχε μαραθώνιο επαφών με βασικό θέμα την Τουρκία. Αρχικά συμμετείχε στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων όπου συζητήθηκαν οι ευρωτουρκικές σχέσεις με το βλέμμα και στη σχετική έκθεση που πρέπει να συνταχθεί για να συζητηθεί στη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τον Μάρτιο και ακολούθως είχε επαφές με τον ύπατο εκπρόσωπο για την εξωτερική πολιτική Ζοζέπ Μπορέλ, τον επίτροπο Διεύρυνσης Όλιβερ Βαρχέλι, τους Αντιπροέδρους Βάλντις Ντομπρόφσκις και Μαργαρίτη Σχοινά, ενώ την Τρίτη 26 Ιανουαρίου επρόκειτο να συναντηθεί με τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτεμπεργκ.
Κατά τη διάρκεια της συζήτησης στο Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων ο κ. Μπορέλ και ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας ενημέρωσαν τους ομολόγους τους για τις πρόσφατες επαφές τους με τον Μεβλούτ Τσαβούσογλου. Σύμφωνα με διπλωματικές πηγές, το κύριο συμπέρασμα ήταν ότι διαφάνηκε διάθεση από πλευράς Τουρκίας για ενίσχυση των ευρωτουρκικών σχέσεων.
Ωστόσο, οι ευρωπαίοι υπουργοί τόνισαν ότι η ΕΕ οφείλει να είναι επιφυλακτική και όχι αφελής αναμένοντας όπως η «επίθεση φιλίας» της Άγκυρας συνοδεύεται από συγκεκριμένα βήματα, με συνέχεια, συνέπεια και σε βάθος χρόνου.
Όπως πάντως ανέφερε ο κ. Μάας, οι σχεδιαζόμενες νέες κυρώσεις της ΕΕ σε βάρος της Τουρκίας δεν θα επιβληθούν προς το παρόν. «Δεν αποφασίσαμε σήμερα κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας, καθώς βλέπουμε ότι υπάρχει θετική εξέλιξη», δήλωσε ο γερμανός υπουργός Εξωτερικών σύμφωνα με τηλεγράφημα του γερμανικού πρακτορείου ειδήσεων (DPA).
Η ελληνική πλευρά τόνισε ότι απομένει να γίνουν απτά βήματα ουσιαστικής προόδου σε θέματα ιδιαίτερου ενδιαφέροντος για τη χώρα μας, όπως η συνεχιζόμενη τουρκική παραβατικότητα, το casus belli, η μη συμμόρφωση προς το Διεθνές Δίκαιο και ιδιαίτερα το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, που συνιστά μέρος του ευρωπαϊκού κεκτημένου.
Παράλληλα, η Αθήνα δίνει μεγάλη έμφαση σε δύο ζητήματα κομβικής σημασίας: το μέλλον της Δήλωσης ΕΕ – Τουρκίας της 18ης Μαρτίου 2016 για το Μεταναστευτικό – στην οποία αναμένονται προσαρμογές – αλλά και στην πιστή εφαρμογή των προβλέψεων της Τελωνειακής Ένωσης ΕΕ-Τουρκίας.
«Έπεσαν» οι υπογραφές για τα Rafale
Έπειτα από μία μάχη με τον χρόνο, η οποία κερδήθηκε, υπεγράφη τη Δευτέρα 25 Ιανουαρίου η συμφωνία μεταξύ Ελλάδος και Γαλλίας για την προμήθεια 18 μαχητικών αεροσκαφών Rafale F3R (12 μεταχειρισμένων και 6 καινούριων) μεταξύ του έλληνα υπουργού Εθνικής Άμυνας Νίκου Παναγιωτόπουλου και της γαλλίδας ομολόγου του Φλοράνς Παρλί, η οποία επισκέφθηκε την Αθήνα. Η φιλοδοξία είναι το πρώτο αεροσκάφος να έλθει στην Ελλάδα στα μέσα του έτους και μέχρι τα τέλη του 2021 όσα έχουν έλθει να είναι πλήρως οπλισμένα και επιχειρησιακώς έτοιμα.
Η κυρία Παρλί είχε επίσης συνάντηση με τον έλληνα Πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος εξήρε το επίπεδο της διμερούς συνεργασίας των δύο πλευρών – ενώ δεν πρέπει να λησμονείται ότι μεταξύ των δύο χωρών συζητείται η υπογραφή συμφωνίας στρατηγικής συνεργασίας.
Ωστόσο, η κυρία Παρλί δεν έφερε μαζί της την πλήρη γαλλική πρόταση για προμήθεια φρεγατών Belh@rra από το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό. Αυτό θα γίνει προσεχώς και οι δύο πλευρές βρίσκονται σε συνεχείς συζητήσεις.