Με τα επιβεβαιωμένα κρούσματα κορωνοϊού να αγγίζουν τα 100 εκατομμύρια παγκοσμίως και με θανάτους που ξεπέρασαν τα 2,1 εκατομμύρια, δεν χωρεί αμφιβολία ότι η πανδημία καλά κρατεί, έναν χρόνο μετά το αρχικό ξέσπασμά της στην Κίνα.
Προφανώς το θέμα της διαχείρισής της είναι κορυφαίο στην παγκόσμια ατζέντα: κυριάρχησε την περασμένη Πέμπτη στην πρώτη σύνοδο των ευρωπαίων ηγετών για το 2021, ενώ και η πρώτη ημέρα του 46ου αμερικανού προέδρου στο Οβάλ Γραφείο ήταν αφιερωμένη σχεδόν μονομερώς στα του κορωνοϊού.
Ο Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε ένα σχέδιο δράσης «αμυντικού» χαρακτήρα, ο προϋπολογισμός του οποίου ανέρχεται στα 1,9 τρισεκατομμύρια δολάρια και στο οποίο κομβικό ρόλο παίζει ο εμβολιασμός. Ούτε λίγο ούτε πολύ, η υπόσχεση είναι να εμβολιαστούν 100 εκατομμύρια άνθρωποι τις πρώτες 100 ημέρες της θητείας του, ακόμη και αν για να επιτευχθεί αυτό χρειαστεί οι φαρμακευτικές εταιρείες να εξουσιοδοτήσουν μέρος της παραγωγής εμβολίων τους σε παραγωγικές μονάδες που δεν τους ανήκουν. Μέσω του εμβολιασμού, ο Τζο Μπάιντεν ελπίζει να αναστρέψει την κατάσταση που παρέλαβε και η οποία έχει ήδη κοστίζει τη ζωή σε περισσότερους από 420.000 ανθρώπους στις ΗΠΑ.
Χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη στην ΕΕ
Με δεδομένο ότι ο πληθυσμός των ΗΠΑ ξεπερνά τα 300 εκατομμύρια, ακόμη και αν το φιλόδοξο πρόγραμμα στεφθεί με επιτυχία, θα απαιτηθούν τουλάχιστον άλλοι τόσοι εμβολιασμοί για να αγγίξει η χώρα ένα ικανοποιητικό ποσοστό εμβολιαστικής κάλυψης ώστε να λειτουργεί η ανοσία της αγέλης. Οι ΗΠΑ, οι οποίες άρχισαν τον εμβολιασμό πριν από το τέλος του 2020, βρίσκονται στην 5η θέση της κατάταξης των χωρών με βάση τα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης έχοντας ήδη χορηγημένες 5 δόσεις ανά 100 ανθρώπους. Πρώτη χώρα και με διαφορά σε αυτή την κατάταξη είναι το Ισραήλ (38 δόσεις ανά 100 ανθρώπους) και έπονται τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (22,5 δόσεις ανά 100 ανθρώπους), το Μπαχρέιν (8,5 δόσεις ανά 100 ανθρώπους) και το Ηνωμένο Βασίλειο (8 δόσεις ανά 100 ανθρώπους).
Σε σχέση με τις παραπάνω χώρες, τα ποσοστά εμβολιαστικής κάλυψης στην ΕΕ κρίνονται ιδιαίτερα χαμηλά, καθώς κινούνται γύρω στις 1,2 δόσεις ανά 100 ανθρώπους. Η χαμηλή εμβολιαστική κάλυψη στην ΕΕ προκάλεσε έντονες συζητήσεις κατά τη διάρκεια της συνόδου των ευρωπαίων ηγετών, πολλοί από τους οποίους δεν έκρυψαν την αγανάκτησή τους για το γεγονός ότι η ΕΕ βρίσκεται στο έλεος της Pfizer, η οποία αθέτησε τις υποχρεώσεις της αποτυγχάνοντας να παραδώσει τις 12,5 εκατομμύρια δόσεις που όφειλε για το 2020.
Προβλήματα στην παραγωγή
Η εταιρεία ανακοίνωσε μείωση στη ροή παραγωγής εμβολίων προκειμένου να προβεί σε αναγκαίες εργασίες αναβάθμισης του εργοστασίου της στο Βέλγιο, πράγμα το οποίο έθεσε τα σχέδια εμβολιασμού των ευρωπαϊκών χωρών εκτός χρονοδιαγράμματος. Αξίζει να σημειωθεί ότι η ΕΕ έχει προπαραγγείλει 300 εκατομμύρια δόσεις από την Pfizer ενώ είχε χρηματοδοτήσει με 100 εκατομμύρια ευρώ την εταιρεία BioNTech, η οποία δημιούργησε το εμβόλιο. Φαίνεται όμως ότι και η AstraZeneca, η οποία έχει καταθέσει τον φάκελο και αναμένει ευρωπαϊκή έγκριση του εμβολίου της, θα δυσκολευτεί να ανταποκριθεί στις παραγγελίες. Υπολογίζεται ότι στο πρώτο τρίμηνο του 2021 δεν θα μπορέσει να παραδώσει παρά 40 εκατομμύρια δόσεις, ενώ η ΕΕ περίμενε 100 εκατομμύρια.
Εξαπλώνονται τα μεταλλαγμένα στελέχη
Η αδημονία των ευρωπαίων ηγετών για εμβόλια είναι απολύτως δικαιολογημένη: με βάση τα δεδομένα του περασμένου Νοεμβρίου, θα έπρεπε ήδη να βλέπουμε φως στο τούνελ της πανδημίας. Φαίνεται όμως ότι οι υπολογισμοί έγιναν «χωρίς τον ξενοδόχο». Τα μεταλλαγμένα στελέχη του ιού και ειδικότερα το βρετανικό (Β.1.1.7) και το νοτιοαφρικανικό (S01Y.V2) διευρύνουν την παγκόσμια εξάπλωσή τους. Με δεδομένη την αυξημένη μεταδοτικότητα του βρετανικού στελέχους, το οποίο φαίνεται πως προκαλεί σοβαρότερη νόσο και μπορεί να πιέσει διά του μεγάλου αριθμού κρουσμάτων τα συστήματα υγείας, ολοένα και περισσότερες χώρες αναγκάζονται να παρατείνουν τα lockdowns ή να τα καταστήσουν αυστηρότερα.
Αναπάντητο παραμένει ακόμη το ερώτημα σχετικά με το αν οι υπάρχουσες μεταλλάξεις του ιού μπορούν να καταστήσουν αναποτελεσματικά τα εμβόλια. Οι ειδικοί εκτιμούν ότι προς το παρόν δεν έχουμε τέτοιες ενδείξεις. Επισημαίνουν ωστόσο ότι όσο αυξάνονται τα κρούσματα, τόσο αυξάνεται και η πιθανότητα να υπάρξει ένα στέλεχος που θα ξεπεράσει τα εμβόλια. Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι η ταχεία εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού, η οποία θα υψώσει ένα τείχος ανοσίας ενάντια στον ιό και θα μειώσει δραστικά τη διασπορά του, θα κρίνει τελικά την έκβαση της συλλογικής προσπάθειας αντιμετώπισης της πανδημίας.