Ενα συνονθύλευμα από ακροδεξιούς, συνωμοσιολόγους, θρησκόληπτους ευαγγελιστές, ρατσιστές και βίαιους εξτρεμιστές αποτελεί την πιο πιστή βάση του Ντόναλντ Τραμπ, αυτούς που υπάκουσαν στις προτροπές του να εισβάλουν στο Καπιτώλιο την περασμένη εβδομάδα. Τους ενώνει η προσωπολατρία του προέδρου και η ακράδαντη πεποίθηση ότι έχασε τις εκλογές λόγω νοθείας.
Τα σύμβολα και η ιδεολογία τους κινούνται στα όρια του γελοίου. Χαβανέζικα πουκάμισα φορεμένα μαζί με στρατιωτικά ρούχα είναι το χαρακτηριστικό των Boogaloo Bois, εξτρεμιστικού αντικυβερνητικού κινήματος που επιδιώκει εμφύλιο στις ΗΠΑ. Οι Proud Boys, αποκλειστικά ανδρική νεοφασιστική οργάνωση υπέρ της λευκής υπεροχής που εξοπλίζεται όλο και περισσότερο, φορούν κιτρινόμαυρες μπλούζες. Προτού μπουκάρουν στο Καπιτώλιο, γονάτισαν στον δρόμο και προσευχήθηκαν «in the name of Jesus».
Σύμβολα και ιδεολογίες
Αμερικανικές σημαίες με τον λατινικό αριθμό ΙΙΙ στη θέση των άστρων ανέμιζαν στο Καπιτώλιο μέλη των Three Percenters (3%ers ή III%ers), ακροδεξιάς παραστρατιωτικής οργάνωσης υπέρ της οπλοφορίας και της αντίστασης στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση. Σήματα που έγραφαν «Oath Keepers» (Φύλακες του Ορκου) έφεραν τα μέλη της ομώνυμης εξτρεμιστικής ένοπλης οργάνωσης, ντυμένα, ως συνήθως, με στρατιωτικές στολές, που επίσης επιθυμούν εμφύλιο. Αλλοι ανέμιζαν τη σημαία του Νoτίου Βιετνάμ, που τελευταίως έχει γίνει σύμβολο αντικομμουνιστικής αντίστασης στην αμερικανική Ακροδεξιά.
Ακροδεξιοί εθνικιστές της Alt-right (Εναλλακτικής Δεξιάς) φορούσαν μάσκες του Pepe the Frog, του meme που έχει γίνει σύμβολο του κινήματος. Υπερασπιστές της λευκής υπεροχής κρατούσαν εκδοχές του σταυρού των Σταυροφόρων. Αλλοι ψηφοφόροι του Τραμπ φορούσαν αξεσουάρ MAGA (Make American Great Again) και κρατούσαν σημαίες που τον παρουσίαζαν σαν Ράμπο ή καβάλα σ’ έναν τυραννόσαυρο ρεξ.
Οπαδοί του QAnon είχαν μπλούζες που έγραφαν «Q» ή «Trust the Plan» (Εμπιστεύσου το Σχέδιο). Ο «Σαμάνος του Q» Τζέικ Αντζελι, με τα κέρατα στο κεφάλι και τα ακροδεξιά τατουάζ, από τις πιο προβεβλημένες φιγούρες της εισβολής στο Καπιτώλιο, ήταν ανάμεσα στους συλληφθέντες τις ημέρες που ακολούθησαν, ύστερα από την εξέταση των πάμπολλων βίντεο που κυκλοφορούν από τα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου για την ταυτοποίηση των εισβολέων. Δεν φοβάται τίποτα, λέει, γιατί έχει με το μέρος του «την αλήθεια και τον Θεό» – μόνο που δεν τρώει γιατί, όπως παραπονέθηκαν η μάνα και ο δικηγόρος του, δεν του δίνουν βιολογικό φαγητό στο κρατητήριο.
«Ολα αυτά είναι αστεία μέχρι που γίνονται τρομακτικά» είπε στους «New York Τimes» η Τζόαν Ντόνοβαν, διευθύντρια Ερευνών του Κέντρου Σόρενστιν για τα Μίντια και την Πολιτική στη Σχολή Κένεντι του Χάρβαρντ. Τα παρομοιάζει με καρικατούρα ώσπου «περνούν μια πολύ επικίνδυνη γραμμή».
Οι μάρτυρες του «Q»
Πιο δυναμικό και ανερχόμενο από τα κινήματα του οικοσυστήματος Τραμπ είναι το QAnon, που θεωρεί τον πρόεδρο σωτήρα της χώρας από τους παιδόφιλους και σατανιστές Δημοκρατικούς που κινούν τα νήματα από το βαθύ κράτος.
Κατά την «Washington Post», «η αποτυχημένη εξέγερση έδειξε πόσο οι παρανοϊκές θεωρίες συνωμοσίας του QAnon έχουν ριζοσπαστικοποιήσει τους Αμερικανούς, έχουν αναμορφώσει το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα και ασκούν μεγάλη επιρροή στα πιστεύω των Δεξιών».
Δύο οπαδοί του QAnon σκοτώθηκαν στο Καπιτώλιο, η 34χρονη Ροζάν Μπόιλαντ που είχε πάει στην Ουάσιγκτον από την Τζόρτζια «για να πολεμήσει» και η 35χρονη βετεράνος της Αεροπορίας Ασλι Μπάμπιτ που σκοτώθηκε από σφαίρα αστυνομικού την ώρα που εισέβαλλε από ένα παράθυρο. Ετσι το QAnon απέκτησε τους πρώτους μάρτυρές του.
Δύο νεοεκλεγείσες Ρεπουμπλικανές βουλευτίνες, η Μάρτζορι Τέιλορ Γκριν από την Τζόρτζια και η Λόρεν Μπόμπερτ από το Κολοράντο, είναι δηλωμένες οπαδοί του QAnon. Αλλά και πολλά μέλη των πολιτειακών κοινοβουλίων τουιτάρουν τα συνθήματα του συνωμοσιολογικού κινήματος. «Τους τελευταίους μήνες είναι δύσκολο να διακρίνουμε πού τελειώνει ο κόσμος του QAnon και πού αρχίζει εκείνος του Τραμπ» διαπιστώνει η «Washington Post».
Ολοι μαζί σε έναν «ιερό πόλεμο»
Μια διαπίστωση από τη σύνθεση και τα σύμβολα του όχλου που όρμησε στο Καπιτώλιο είναι, σύμφωνα με τον αμερικανικό Τύπο, ότι οι πιο εξτρεμιστές οπαδοί του Τραμπ έχουν συναντήσει ιδεολογικά τους λευκούς ευαγγελιστές και όλοι μαζί πιστεύουν ότι συμμετέχουν σε έναν ιερό πόλεμο. Ενας από τους κορυφαίους ραδιοφωνικούς ευαγγελιστές, ο Ελληνοαμερικανός Ερικ Μεταξάς, που πήρε συνέντευξη από τον Τραμπ τον Νοέμβριο, του δήλωσε ότι «μετά χαράς θα πεθάνει στον αγώνα» για να ανατραπεί το εκλογικό αποτέλεσμα.
Οι τρελοί κυβερνούν τους κυνικούς
Ο Πολ Κρούγκμαν εξηγεί στη στήλη του στους «New York Times» ότι το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα άρχισε να γέρνει προς τα Δεξιά από τη δεκαετία του ’70, ενώ μέχρι τότε η πραγματική του ατζέντα ήταν κυρίως οικονομική (κατάργηση των περιορισμών και ρυθμίσεων για τις επιχειρήσεις και περικοπή της φορολογίας των πλουσίων). Αλλά το κόμμα δεν μπορούσε να κερδίζει εκλογές έχοντας μόνο την πλουτοκρατία με το μέρος του, γι’ αυτό, όπως γράφει ο νομπελίστας οικονομολόγος, άρχισε να χρησιμοποιεί ρατσιστική ρητορική για να προσελκύσει λευκούς της εργατικής τάξης.
«Από τον Ρόναλντ Ρίγκαν και μετά, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα συνδέεται στενά με τη χριστιανική Δεξιά» λέει ο Κρούγκμαν, φέρνοντας παραδείγματα μουρλών συνωμοσιολογικών θεωριών από περασμένες δεκαετίες που δεν δικαιολογούν καμία έκπληξη για την επικράτηση των συνωμοσιολόγων στο κόμμα σήμερα. «Επί πολύ καιρό, οι ρεπουμπλικανικές ελίτ θεωρούσαν ότι μπορούσαν να εκμεταλλευθούν τον ρατσισμό και τη συνωμοσιολογία ενώ παρέμεναν επικεντρωμένες στην πλουτοκρατική ατζέντα. Αλλά με την άνοδο πρώτα του Κόμματος του Τσαγιού και στη συνέχεια του Ντόναλντ Τραμπ, οι κυνικοί ανακάλυψαν ότι τον έλεγχο τον έχουν οι τρελοί».
Αλλοι, όπως ο Τζόναθαν Κατς που γράφει στο «Foreign Policy», θεωρούν τον τραμπισμό ως την αμερικανική εκδοχή του φασισμού που οικοδομήθηκε σε έναν αιώνα αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Ο Κατς εντόπισε στην εισβολή στο Καπιτώλιο σύμβολα του «αμερικανικού ιμπεριαλισμού και μιλιταρισμού», όπως η νεκροκεφαλή του Τιμωρού (από το ομώνυμο κόμικ που έγινε ταινία), η οποία έχει γίνει έμβλημα ανάμεσα στους άνδρες των ειδικών δυνάμεων στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν, και στους αστυνομικούς και στους οπαδούς της λευκής υπεροχής στις ΗΠΑ.