Παρά τις αναπάντεχες και μεγάλες διαταραχές που το σημάδεψαν, το 2020 έφυγε με ένα ελπιδοφόρο μήνυμα: η επιστήμη και η τεχνολογία μπορούν να δώσουν απαντήσεις σε πολλά από όσα μας απασχολούν. Κρατώντας αυτό το δίδαγμα, υποδεχτήκαμε τη νέα χρονιά με αισιοδοξία και με μια αίσθηση σιγουριάς ότι, τελικά, μπορούμε να επαναπροσδιορίσουμε οι ίδιοι το μέλλον μας.
Με την έλευση του εμβολίου και την επιστροφή στην κανονικότητα να βρίσκονται στον ορίζοντα, το επόμενο μεγάλο στοίχημα είναι η ανάκαμψη από την παγκόσμια ύφεση που προκάλεσε η πανδημία. Στον δρόμο της επιστροφής σε ρυθμούς ανάπτυξης, η ελληνική οικονομία σήμερα βρίσκεται αντιμέτωπη με τρεις παράλληλες προκλήσεις.
1. Να συνεχιστούν και να ολοκληρωθούν οι μεταρρυθμίσεις που δρομολογήθηκαν τα τελευταία χρόνια, με έμφαση στη φορολογία, στην περαιτέρω ψηφιοποίηση της δημόσιας διοίκησης, στο εκπαιδευτικό σύστημα και στη Δικαιοσύνη.
2. Να κατανοήσουμε και να διαχειριστούμε τις δραστικές αλλαγές που επέφερε ο δημιουργικός μετασχηματισμός της παγκόσμιας οικονομίας που συντελέστηκε τα τελευταία χρόνια, με καταλύτες την παγκοσμιοποίηση, την επανάσταση της ψηφιακής τεχνολογίας, τις δημογραφικές εξελίξεις και την περιβαλλοντική αλλαγή. Ο τομέας της τεχνολογίας αναπτύσσεται με πολλαπλάσιους ρυθμούς από την υπόλοιπη οικονομία, προσελκύει τη μερίδα του λέοντος των επενδύσεων και δημιουργεί τις περισσότερες νέες θέσεις εργασίας, ενώ συγχρόνως γκρεμίζει τα όρια μεταξύ των κλάδων της οικονομίας. Με όπλο την ψηφιακή τεχνολογία και τη δυνατότητα που παρέχει να παρακολουθείς και να προσαρμόζεσαι στις διαρκώς μεταβαλλόμενες επιθυμίες και προσδοκίες των καταναλωτών, νεοφυείς επιχειρήσεις καινοτομούν και επαναπροσδιορίζουν το επιχειρείν.
3. Σε αυτό το περιβάλλον ραγδαίου τεχνολογικού μετασχηματισμού, εάν θέλουμε να πετύχουμε υψηλούς και βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης, πρέπει να αποδεχτούμε ότι η καινοτομία και η ψηφιακή τεχνολογία αποτελούν βασικές και κρίσιμες προτεραιότητες.
Υπό αυτό το πρίσμα, το 2020 άφησε ως κληρονομιά δύο εξαιρετικά θετικές εξελίξεις: την ταχύτητα του ψηφιακού μετασχηματισμού του κράτους, υπό την πίεση της πανδημίας, και τον σημαντικό αριθμό άμεσων ξένων επενδύσεων στον τομέα της τεχνολογίας.
Οπως όλοι διαπιστώσαμε, η COVID-19 άλλαξε – κυριολεκτικά μέσα σε λίγες εβδομάδες – συμπεριφορές αλλά και αντιλήψεις που θεωρούσαμε μέχρι χθες δεδομένες, θέτοντας σε κίνηση, ή επιταχύνοντας, τρεις τάσεις που αναμένεται να κυριαρχήσουν τα επόμενα χρόνια:
l Εμφαση στην κλιματική αλλαγή και στη βιώσιμη ανάπτυξη – τάση που αντικατοπτρίζεται ήδη στη μεγάλη βαρύτητα που δίνει το Ταμείο Ανάκαμψης της Ευρωπαϊκής Ενωσης στη βιωσιμότητα και στην κυκλική οικονομία. Για τη χώρα μας – που υστερεί σημαντικά σε αυτόν τον τομέα, αλλά έχει θέσει εξαιρετικά φιλόδοξους στόχους για τα επόμενα χρόνια – η ευκαιρία είναι προφανής.
l Επιτάχυνση υιοθέτησης της ψηφιακής τεχνολογίας και της διείσδυσής της σε παραδοσιακούς κλάδους της οικονομίας. Η εμπειρία του κορωνοϊού μετέβαλε δραστικά τη σχέση επιχειρήσεων, εργαζομένων και καταναλωτών με την τεχνολογία, τροφοδοτώντας τη ραγδαία ανάπτυξη του ηλεκτρονικού εμπορίου, δημιουργώντας επίσης νέα πεδία επιχειρηματικής δράσης που θα ενταθούν με τα επικοινωνιακά δίκτυα 5ης γενιάς.
l Υποχώρηση της παγκοσμιοποίησης. Η πανδημία έχει ευαισθητοποιήσει τους πολίτες, αλλά και τις επιχειρήσεις, ως προς την ανάγκη οικοδόμησης πιο ευέλικτων και ανθεκτικών αλυσίδων εφοδιασμού, ενώ πολλές κυβερνήσεις προσανατολίζονται στη μείωση της εξάρτησης των οικονομιών τους από απομακρυσμένες ή πολιτικά ασταθείς τρίτες χώρες. Ενώ δεν είναι σαφές πώς θα υλοποιηθούν αυτοί οι σχεδιασμοί, πρέπει να αναμένουμε μετακίνηση των αλυσίδων εφοδιασμού προς χώρες στα όρια της ευρωπαϊκής ηπείρου. Οι ευκαιρίες που δημιουργεί η εξέλιξη αυτή σε ό,τι αφορά την προσέλκυση επενδύσεων είναι, και πάλι, σημαντικές.
Είναι ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα δεν θα σταθεί ικανή να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις αυτές εάν στηριχθεί στο παραγωγικό μοντέλο στο οποίο βασίστηκε τις τελευταίες δεκαετίες. Χρειαζόμαστε, σήμερα, ένα νέο, κοινωνικά δίκαιο, παραγωγικό μοντέλο, που θα δίνει έμφαση στην εξωστρέφεια, στην προσέλκυση νέων και παραγωγικών επενδύσεων (greenfield investments), στην ενσωμάτωση της ψηφιακής τεχνολογίας, στη μετάβαση στην κυκλική οικονομία και στην αξιοποίηση του πολυτιμότερου αγαθού που έχουμε: του ανθρώπινου κεφαλαίου. Συνεκτικός ιστός αυτού του νέου παραγωγικού μοντέλου θα πρέπει να είναι η καινοτομία, καθώς συνδέει την αναβάθμιση των δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού με τις νέες τεχνολογίες και μορφές καθαρής ενέργειας.
Η χώρα μας κινήθηκε επί δεκαετίες αποκομμένη, εν μέρει, από το παγκόσμιο οικοσύστημα, χωρίς να παράγει διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα και υπηρεσίες και, συχνά, με την αίσθηση ότι οι παγκόσμιες τάσεις και εξελίξεις δεν την αφορούν. Τα τελευταία χρόνια διαπιστώσαμε όλοι πού οδήγησε αυτή η εσφαλμένη αντίληψη.
Αφήνοντας πίσω τις ψευδαισθήσεις του παρελθόντος, μπορούμε να επαναπροσδιορίσουμε το μέλλον μας, θέτοντας τα θεμέλια για μια ισχυρή και βιώσιμη ανάπτυξη – για το αύριο της χώρας και το μετέπειτα. Αρκεί, βέβαια, να κατανοήσουμε τις ευκαιρίες που παρουσιάζονται μπροστά μας και να τις διαχειριστούμε με σχέδιο, επιμονή, συνέπεια και διάθεση για δημιουργία.
*Ο κ. Παναγιώτης Παπάζογλου είναι διευθύνων σύμβουλος της EY Ελλάδος.