Ούτε στα πιο τρελά τους όνειρα δεν μπορούσαν να φανταστούν τα μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων και όσοι βρίσκονταν στη χθεσινή -τυπική- συνεδρίαση για την επικύρωση της εκλογικής νίκης του Τζο Μπάιντεν στο Καπιτώλιο, τις καταστάσεις που θα ακολουθούσαν.
Η εισβολή των φανατισμένων και «τυφλωμένων» οπαδών του Ντόναλντ Τραμπ στον ναό της αμερικανικής Δημοκρατίας τους βρήκε μέσα στην αίθουσα συνεδριάσεων, να προσπαθούν να κρυφτούν.
Μια από αυτούς, το Μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων, η δημοκρατική Άννι Κούστερ, έσπασε τη σιωπή της μιλώντας για τα όσα τραγικά έζησε το απόγευμα της Τετάρτης (ώρα ΗΠΑ).
«Φοβήθηκα για τη ζωή μου»
«Προσπαθούσαμε να κρυφτούμε πίσω από τον τοίχο των θεωρείων» είπε μιλώντας στο CNN. «Προσπαθούσα να σιγουρευτώ ότι όλοι οι συναδέλφοί μου είναι ασφαλείς, να τους οδηγήσω πίσω από το κιγκλίδωμα. Φοβήθηκα για τη ζωή μου» συνέχισε, εξιστορώντας τις στιγμές που δεν θα μπορέσει ποτέ να ξεχάσει.
«Μας είπαν να χρησιμοποιήσουμε τις μάσκες αερίου που βρίσκονται κάτω από τα καθίσματα και έπρεπε να ανακαλύψουμε όλο το μήκος των θεωρείων» είπε. «Λίγο αφότου έφυγα, ακούστηκε η σφαίρα που έσπασε το παράθυρο και μέσα σε λίγα λεπτά, είχαν παραβιάσει την πόρτα και ήταν στο θάλαμο» συμπλήρωσε.
«Φοβήθηκα ότι θα είχαμε πολλές απώλειες. Εάν είχαν αυτόματα όπλα θα μπορούσαν να είχαν σκοτώσει εκατοντάδες μέλη του Κογκρέσου» τόνισε.
«Αυτή ήταν κυριολεκτικά η απειλή από μέσα. Και γνωρίζετε, προστατεύουμε την πρώτη μας τροπολογία και το δικαίωμα συγκέντρωσης. Δεν θα ήταν ασυνήθιστο να έρθουν και να παρουσιάσουν την άποψή τους, όμως αυτοί ήταν τρομοκράτες. Αυτοί ήταν κακοποιοί. Αυτά ήταν επικίνδυνα άτομα» κατέληξε.
Δεν ήταν προετοιμασμένη η αστυνομία
Οι εικόνες που έρχονται από τις ΗΠΑ έχουν προκαλέσει πολλά ερωτηματικά και αντιδράσεις αναφορικά με την αναποτελεσματικότητα της αστυνομίας που, ακόμη κι αν κατέληξε αριθμητικά να υστερεί κατά πολύ σε σχέση με τους διαδηλωτές, βρέθηκε όμηρη της κατάστασης και σε καμία περίπτωση δεν προστάτευσε τον ναό της αμερικανικής δημοκρατίας.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της Wall Street Journal, οι ομοσπονδιακές αρχές είχαν προγραμματίσει να αντιμετωπίσουν τους διαδηλωτές σχετικά μικρή παρουσία, ελπίζοντας να αποφύγουν την πρόκληση γενικευμένων ταραχών.
Αυτή η προσέγγιση φάνηκε να πηγαίνει «στον κάλαθο των αχρήστων» το μεσημέρι της Τετάρτης (τοπική ώρα) όταν χιλιάδες ταραχοποιοί υπέρ του Τραμπ συγκεντρώθηκαν γύρω από το Καπιτώλιο και κάποιοι παραβίασαν τα οδοφράγματα και εισέβαλαν στο κτίριο, με τη μικρή ομάδα αξιωματικών της Αστυνομίας που φρουρούσε το κτίριο να βρίσκεται προ εκπλήξεως.
Αξιωματούχοι δήλωσαν στην εφημερίδα ότι ανέμεναν σχετικά μικρές συγκρούσεις. «Η Αστυνομία του Καπιτωλίου δεν ήταν προετοιμασμένη για αυτό τον όγκο των διαδηλωτών» δήλωσε ο Ντέιβιντ Γκόμεζ, πρώην διευθυντής του FBI.
Μόλις οι ταραχές μεταφέρθηκαν στο εσωτερικού του Καπιτωλίου, άλλες ομοσπονδιακές υπηρεσίες επιβολής του νόμου καθυστέρησαν να ανταποκριθούν, είτε επειδή περίμεναν την εντολή του απερχόμενου προέδρου, Ντόναλντ Τραμπ, είτε λόγω έλλειψης εμπειρίας στην αντιμετώπιση ταραχών, η οποία δεν είναι η κύρια αποστολή τους, είπε ο κ. Γκόμεζ.
«Μόλις παραβίασαν τα οδοφράγματα, το προσωπικό επιβολής του νόμου συγκλονίστηκε και δεν μπορούσε να ανταποκριθεί άμεσα» είπε.
Αξιωματούχοι του υπουργείου Άμυνας είχαν προηγουμένως δηλώσει ότι περίμεναν πως περίπου 350 μέλη της εθνικής φρουράς της Ουάσιγκτον θα ήταν αρκετά για να στηρίξουν την αστυνομία, και κυρίως για να βοηθήσουν στον έλεγχο της κυκλοφορίας.
Ήθελαν να αποφύγουν την εικόνα της Εθνικής Φρουράς να στέκεται στα σκαλοπάτια του Καπιτωλίου και διέταξαν τους αξιωματικούς να απομακρυνθούν ανατολικά της 9ης οδού στο κέντρο της Ουάσιγκτον, λίγα τετράγωνα μακριά από τους χώρους του Καπιτωλίου, ανέφεραν αξιωματούχοι.
Μετά την παραβίαση του κτιρίου, το υπουργείο Άμυνας ενεργοποίησε άλλα 1.100 μέλη της Εθνικής Φρουράς, ωστόσο ήταν αργά.