Οι επετειακοί εορτασμοί αποτελούν αφορμή αναστοχασμού για όσα έχουν παρέλθει αλλά και προβολής στο μέλλον για όσα εν δυνάμει έρχονται. Αυτή η διπλή λειτουργία των επετείων γίνεται ακόμη πιο έντονη όταν αυτές εορτάζονται σε συγκυρίες έντονης κρίσης και κλυδωνισμών. Και αυτό γιατί η κρίση ανοίγει ρωγμές στην παροντική πραγματικότητα, αναδεικνύει την απορητική συνθήκη του παρόντος, δημιουργώντας παράλληλα το κατάλληλο περιβάλλον για την άρθρωση της κριτικής. Κρίση και κριτική.
Σε μια τέτοια συγκυρία ζούμε σήμερα. Η πλανητική κρίση που αναπτύσσεται σαν καταιγίδα γύρω από το συμβάν της σύγχρονης πανδημίας αναπροσδιορίζει την επετειακή λειτουργία του δικού μας 2021. Δεν πρόκειται βέβαια ούτε για την πρώτη, ούτε για την πιο επώδυνη πανδημία που έχουν αντιμετωπίσει οι άνθρωποι του τόπου μας. Είναι όμως η πρώτη πανδημία του 21ου αιώνα και φέρει έτσι όλα τα δυναμικά χαρακτηριστικά του παρόντος μας. Αποτυπώνει τα επιτεύγματα και τις αδυναμίες μας, μας βαθμολογεί με μια έννοια για όσα έχουν γίνει, ανατρέπει τις σταθερές του δημόσιου και ιδιωτικού βίου μας, αποκαλύπτει τις ευαλωτότητες αλλά και τη δυναμική της κοινωνίας μας και δημιουργεί νέες ευαλωτότητες και νέες δυναμικές. Η κρίση, μέρος της οποίας είναι η πανδημία και ο εγκλεισμός, ακριβώς επειδή διέλυσε τις σταθερές του καθημερινού βίου, αποτελεί ένα συμβολικό σημείο μηδέν που διαπερνά τη διάκριση και συμπεριλαμβάνει το δημόσιο και το ιδιωτικό, το συλλογικό και το υποκειμενικό, τη βιοπολιτική και την πολιτική οικονομία του κοινωνικού είναι μας.
Η σύμπτωση κρίσης και επετείου είναι λοιπόν μια δυναμική στιγμή αναστοχασμού και δημιουργικότητας. Ο δεύτερος αιώνας του εθνικού βίου μας συμπληρώνεται σε μια περίοδο τα χαρακτηριστικά της οποίας είναι δύσκολο να διακρίνουμε και την έκβαση της οποίας είναι σχεδόν αδύνατο να προδιαγράψουμε ή να σχεδιάσουμε. Πόσω μάλλον που οι συνθήκες της κρίσης είναι πλανητικές, χωρίς με αυτό να παραγνωρίζουμε βέβαια τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά της ελληνικής έκφανσης όσων συμβαίνουν δίπλα μας αλλά και στον κόσμο. Θα έλεγε κανείς ότι η χώρα γιορτάζει τα 200 χρόνια εθνικού βίου εισερχόμενη παράλληλα στη δεύτερη δεκαετία συνεχούς κρίσης και πυκνών μετασχηματισμών, ή μάλλον καλύτερα στη δεύτερη δεκαετία μιας σειράς εμφωλευμένων κρίσεων.
Η πανδημική λοιπόν επέτειος του 2021 είναι ένα ιδιαίτερο γεγονός. Και δεν είναι τυχαίο ότι οι προετοιμασίες για τον εορτασμό διακρίνονται από αμηχανίες και σιωπές. Θα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον για τον ιστορικό του μέλλοντος – και μας κάνει όλες και όλους τους ιστορικότροπα σκεπτόμενους να ζηλεύουμε κάπως – να μελετήσει τα αφηγήματα περί έθνους, πολιτείας, συλλογικότητας και ιδιοσυστασίας που θα παράγουν τα επετειακά εγχειρήματα του 2021 στα ιστορικά τους συγκείμενα.
Το 2021 συμπληρώνονται συμβολικά δύο αιώνες εθνικού βίου, δύο αιώνες πολιτειακής συγκρότησης, κοινωνικής διαμόρφωσης, εθνικών πολιτισμικών διεργασιών, οικονομικών μετασχηματισμών. Και όλα αυτά συμβαίνουν σε έναν τόπο αρχαίο, σε μια περιοχή του κόσμου αρχαία, με μνήμες, φωνές και εικόνες από ένα βαθύ παρελθόν να ανασύρονται, να αναπλαισιώνονται, να ορίζουν, να τιθασεύουν, ίσως κάποτε να υποτάσσουν το εκάστοτε παρόν.
Μπαίνω όμως στον πειρασμό να σκεφτώ το 2021 από την οπτική του μέλλοντος και όχι του παρελθόντος. Και να φανταστώ τη συνθήκη, όπου, τον επόμενο αιώνα, κάποιος θα αναρωτιέται κοιτώντας πίσω «πώς και γιατί επιζήσαμε τότε;». Και αντιπαρέρχομαι στιγμιαία τη μακάβρια αναφορά του ερωτήματος στη βιολογική επιβίωση για να σκεφτώ τους όρους της συλλογικής επιβίωσης σε περιόδους βιοπολιτικής κρίσης. Και πιο συγκεκριμένα, αφού σήμερα συλλογιζόμαστε το 1821, πώς και γιατί επιβίωσε η ελληνική κοινωνία μετά το 2021;
Το ερώτημα αυτό απασχολεί ήδη τον δημόσιο διάλογο στη χώρα μας. Αναδεικνύεται και επανέρχεται στην πύκνωση των κατακερματισμένων πια εκφάνσεων του δημόσιου διαλόγου, σε αμέτρητα zoom meetings ομάδων πολιτικής ζύμωσης και προβληματισμού. Ενας κοινός τόπος αυτού του αποκεντρωμένου και ριζωματικού σχεδόν δημόσιου διαλόγου, που αναπτύσσεται τους τελευταίους μήνες ως μουρμουρητό στο Διαδίκτυο, είναι η αναζήτηση των πυλώνων ανθεκτικότητας της ελληνικής κοινωνίας σήμερα. Αυτή η αναζήτηση είναι φυσιολογική και αναπόφευκτη σε κάθε περίοδο όπου η ανάγκη της επιβίωσης υπερβαίνει όλες τις άλλες προτεραιότητες. Γιατί η ανάδειξη των πυλώνων ανθεκτικότητας, η θωράκιση και η προάσπισή τους θέτουν και τις προϋποθέσεις της συλλογικής επιβίωσης: το ανθρώπινο δυναμικό, το δημόσιο σύστημα υγείας, η δημόσια εκπαίδευση, το εγχώριο ερευνητικό και επιστημονικό δυναμικό, οι δομές κοινωνικής αλληλεγγύης, οι δημοκρατικοί θεσμοί και το πολιτειακό σύστημα, οι ζωντανοί πυρήνες οικονομικής και παραγωγικής δραστηριότητας. Χωρίς αυτούς τους πυλώνες ανθεκτικότητας καμία κοινωνία δεν επιβιώνει σε μακρές περιόδους εμφωλευμένων κρίσεων.
Με το μάτι στραμμένο στο μέλλον, λοιπόν, η επετειακή συγκυρία του 2021 στη χώρα μας μπορεί να αποτελέσει μια απορητική στιγμή κριτικού αναστοχασμού για το παρελθόν αλλά και αποτίμησης της παροντικής εμπειρίας και κυρίως σχεδιασμού των μετασχηματισμών της μεταπανδημικής περιόδου. Μετασχηματισμών που θα έρθουν έτσι και αλλιώς, αλλά που χωρίς την άσκηση στην πολιτική θα μοιάζουν σαν μετα-καταιγίδα μετά την πανδημία. Το ερώτημα που πλανάται πλέον παντού είναι: πώς θα πορευτούμε μετά το τέλος του αναγκαστικού εγκλεισμού; Πώς θα πορευτούμε όταν, έτσι για να ανακαλέσουμε τα αφηγηματικά μοτίβα του 1821, δεν θα τα σκιάζει πια όλα η φοβέρα και δεν θα τα πλακώνει η σκλαβιά; Γύρω από αυτό το ερώτημα υφαίνεται, νομίζω, το νήμα που ενώνει σήμερα το 1821 με το 2021.
Καλή χρονιά!
*Η κυρία Ιωάννα Λαλιώτου είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας, αντιπρύτανης στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.