Οπως όλοι γνωρίζουμε, εφέτος γιορτάζουμε τα διακόσια χρόνια από την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης, που σήμανε και την αρχή του τέλους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Παράλληλα όμως εφέτος, όπως επίσης όλοι διαπιστώνουμε, ζούμε την αναβίωση του νεο-οθωμανισμού στη γειτονική μας Τουρκία, η οποία τώρα, πέρα από τις συνεχιζόμενες αμφισβητήσεις της ελληνικής κυριαρχίας σε όλα τα επίπεδα, θέτει και θέμα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάννης του 1923, που αποτέλεσε, μεταξύ πολλών άλλων, και τον θεμέλιο λίθο στις σχέσεις των δύο χωρών.
Ετσι η Ελλάδα μαζί με την Κύπρο είναι οι δύο μοναδικές χώρες στην Ευρωπαική Ενωση όπου μια γειτονική τους χώρα απειλεί με στρατιωτικά μέσα την εδαφική τους κυριαρχία. Ενώ ειδικά για την Κύπρο προβάλλεται τώρα το φάσμα της προσάρτησης του βόρειου τμήματος του νησιού υπό το πρόσχημα της δημιουργίας δύο κρατών.
Και το γεγονός είναι ότι η επικίνδυνη αυτή διάσταση του προβλήματος δεν έχει ουσιαστικά γίνει κατανοητή ούτε από τους συνεταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ούτε από τους αμερικανούς συμμάχους μας στο ΝΑΤΟ. Ενώ, παρά τις αλλεπάλληλες διμερείς διαπραγματεύσεις όλα αυτά τα χρόνια, δεν μπόρεσε να βρεθεί κάποια λύση. Εκτός ίσως από τη γνωστή συμφωνία του Ελσίνκι του 1999, επί Σημίτη, όπου η Ελλάδα αποδέχθηκε να αποσύρει το βέτο της για την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ, με αντάλλαγμα τη συμφωνία των δύο χωρών να καταφύγουν στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης εάν έως τον Δεκέμβριο του 2004 δεν απέδιδαν οι τότε διμερείς διαπραγματεύσεις. Η κυβέρνηση Καραμανλή όμως πάγωσε στη συνέχεια τη συμφωνία αυτή, όπως και δεν ενθάρρυνε το περιώνυμο Σχέδιο Ανάν, που αποτελούσε έναν επώδυνο μεν συμβιβασμό, αλλά εξασφάλιζε την είσοδο της ενωμένης Κύπρου στην ΕΕ. Ενώ σήμερα βρισκόμαστε ενώπιον της οριστικής διχοτόμησης.
Η επίλυση των γνωστών ελληνοτουρκικών προβλημάτων γίνεται μάλιστα σήμερα ακόμη δυσκολότερη καθώς τα προβλήματα αυτά επεκτείνονται πλέον και στην Ανατολική Μεσόγειο, μετά την ανακάλυψη των ενεργειακών κοιτασμάτων και της άρνησης της Τουρκίας, που κατέχει το μεγαλύτερο μήκος ακτών στην περιοχή, να διαπραγματευτεί τον διαμοιρασμό των θαλασσίων ζωνών επειδή δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία, που βρίσκεται στο κέντρο της επίδικης αυτής περιοχής. Και όχι μόνο δεν αναγνωρίζει, αλλά επιχειρεί να δημιουργήσει και τετελεσμένα υπέρ της με τις γνωστές σεισμικές έρευνες συνοδεία πολεμικών σκαφών. Μanu militarι, δηλαδή. Ενθαρρυμένη καθώς είναι από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις της στο Αζερμπαϊτζάν, στη Λιβύη, στη Συρία και στο Ιράκ, όπου κανείς Ευρωπαίος ή Αμερικανός δεν έχει εκφράσει την παραμικρή διαμαρτυρία. Και να δούμε τώρα ποια στάση θα τηρήσει η νέα αμερικανική διοίκηση του προέδρου Μπάιντεν.