«Η Τουρκία ηγείται στο ΝΑΤΟ» επιγράφεται δημοσίευμα της Berliner Zeitung, το Σάββατο, που υπενθυμίζει ότι «με την αλλαγή του χρόνου η Τουρκία αναλαμβάνει την ηγεσία στη Δύναμη Ταχείας Αντίδρασης του ΝΑΤΟ (VJTF). Για τον σκοπό αυτό διαθέτει, όπως ανακοίνωσε η Ατλαντική Συμμαχία, ταξιαρχία πεζικού 4.200 ανδρών, εξοπλισμένη με τα πιο σύγχρονα τουρκικά συστήματα τεθωρακισμένων, αντιαεροπορικής άμυνας και οβιδοβόλων».
Η εφημερίδα σημειώνει ότι αυτά συμβαίνουν «σε μία στιγμή, κατά την οποία η Τουρκία επεκτείνει τον ρόλο της ως περιφερειακής στρατιωτικής δύναμης. Η τουρκική οικονομία παραμένει σε βαθιά κρίση. Κι όμως, σύμφωνα με εκτιμήσεις του Διεθνούς Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη (SIPRI) η Τουρκία αναδεικνύεται σε έναν από τους μεγαλύτερους εξαγωγείς πολεμικού υλικού παγκοσμίως. Η μαζική επέκταση της πολεμικής βιομηχανίας αποτελεί τμήμα μίας ευρύτερης στρατηγικής και μίας πιο επιθετικής εξωτερικής πολιτικής».
Το νέο μέτωπο της Άγκυρας είναι το Ιράκ, όπως σημειώνει η εφημερίδα Die Welt σε δημοσίευμα με τίτλο «Η χαρά του Ερντογάν για τη διένεξη με τους Κούρδους». Η εφημερίδα επισημαίνει ότι «η Τουρκία έχει εγκατασταθεί πλέον στο βόρειο Ιράκ και τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη της συνεχίζουν να βομβαρδίζουν θέσεις του PKK. Μόλις την περασμένη Παρασκευή έγιναν νέες επιθέσεις σε διάφορες περιοχές κατά μήκος των συνόρων. Η Τουρκία πλήττει ακόμη και τα μετόπισθεν, που μέχρι σήμερα είχαν παραμείνει εκτός πολεμικών επιχειρήσεων- χαρακτηριστικό παράδειγμα η επίθεση στο ειδυλλιακό Κούνα Μάζι, ορεινό οικισμό που απέχει περίπου 200 χιλιόμετρα από τα σύνορα». Σύμφωνα με τον αρθρογράφο «στο Ιράκ η κυβέρνηση της Άγκυρας συνεχίζει την επιθετική της νεο-οθωμανική πολιτική, που έχει ήδη εκδηλωθεί στη Συρία, τη Λιβύη, την Ανατολική Μεσόγειο και στον πόλεμο για το Ορεινό Καραμπάχ».
Δημοσιογράφος στην Τουρκία, μία δύσκολη αποστολή
Στο εσωτερικό της γειτονικής χώρας εστιάζει η Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ) σε ανταπόκριση από την Κωνσταντινούπολη, με χαρακτηριστικό τίτλο και υπότιτλο: «Που μοιάζουν Πούτιν και Ερντογάν – έτος μεταρρυθμίσεων για την Τουρκία το 2021». Με σκωπτική διάθεση ο σχολιαστής παρατηρεί ότι «πολλά από αυτά που διαβάζουμε για τη Ρωσία είχαν συμβεί προηγουμένως στην Τουρκία» και δίνει το εξής παράδειγμα: «Δεν θέλω να σας κουράσω βγάζοντας το άχτι μου για τις συνθήκες που επικρατούν στο δημοσιογραφικό επάγγελμα στην Τουρκία. Τι καινούριο να πει κανείς άλλωστε για ΜΜΕ, τα οποία κατευθύνονται από το Παλάτι σε ποσοστό 95%; Φαίνεται όμως ότι το Παλάτι δεν αρκείται στο 95%. Μόλις 26 ημέρες κατάφερε να επιβιώσει ένας νέος, ανεξάρτητος τηλεοπτικός σταθμός, που άρχισε να λειτουργεί την 1η Δεκεμβρίου. Και αυτό παρότι το Olay TV δεν ασκούσε μετωπική αντιπολίτευση, απλώς προέβαλε θέματα που το Παλάτι δεν ήθελε να διατηρούνται στην επικαιρότητα. Στην αρχή οι έμπιστοι του Ερντογάν επιχείρησαν να στελεχώσουν τη δημοσιογραφική ομάδα με δικούς τους ανθρώπους. Αλλά καθώς προσέκρουσαν στην άρνηση της διεύθυνσης, ο ιδιοκτήτης του καναλιού, ο επιχειρηματίας Τσαβίτ Τσακλάρ, δέχθηκε τόσο έντονες πιέσεις, ώστε αναγκάστηκε να τερματίσει τη λειτουργία του».
Μια ματιά στο «έτος εκλογών»
Για τη Γερμανία το 2021 είναι «έτος εκλογών». Τον Σεπτέμβριο εκλέγεται η νέα Βουλή από την οποία θα προκύψει η νέα ομοσπονδιακή κυβέρνηση, με την Άνγκελα Μέρκελ να έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα είναι υποψήφια. ‘Οπως σημειώνει η Süddeutsche Zeitung, «είναι η πρώτη φορά που καγκελάριος αποχωρεί οικειοθελώς, επιτρέποντας μία καθαρή διαδοχή στην ηγεσία. (…) Μέχρι σήμερα κανείς δεν έχει αποχωρήσει από την καγκελαρία με τη θέλησή του. Είτε έχανε τις εκλογές (Σρέντερ, Κολ, Κίζινγκερ), είτε αναγκαζόταν να αποχωρήσει μετά από αλλαγές ή διαμάχες στον κυβερνητικό συνασπισμό (Σμιντ, Έρχαρντ), είτε υπέκυπτε στις πιέσεις του κόμματος (Αντενάουερ).
Τα προγνωστικά για τον Σεπτέμβριο είναι δύσκολα, καθώς προηγούνται άλλες πέντε εκλογικές αναμετρήσεις σε διαφορετικά κρατίδια. Πρώτο ραντεβού στην κάλπη στις 14 Μαρτίου στη Βάδη Βυρτεμβέργη, το μοναδικό κρατίδιο της Γερμανίας με «πράσινο» πρωθυπουργό, τον 73χρονο Βίνφριντ Κρέτσμαν, ο οποίος επιδιώκει την επανεκλογή του. ‘Οπως σημειώνει η Süddeutsche Zeitung «ο πράσινος πραγματιστής πολιτικός είναι εξαιρετικά δημοφιλής και θεωρείται αξιόπιστη επιλογή ακόμη και για τους ψηφοφόρους των χριστιανοδημοκρατών (CDU). Σε δημοσκόπηση της Infratest Dimap λίγο πριν τα Χριστούγεννα το 35% των ερωτηθέντων λέει ότι θα ψηφίσει Πράσινους, ενώ το 30% προτιμά την CDU. Η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να ικανοποιεί τους χριστιανοδημοκράτες, οι οποίοι, υπό την ηγεσία της Σουζάνε Άιζενμαν, φιλοδοξούν να επιστρέψουν στην κορυφή».
Γιάννης Παπαδημητρίου