Δεν είναι λίγοι όσοι υποστηρίζουν ότι το υπουργείο Εξωτερικών είναι ένα «υπουργείο πολυτελείας» ή ότι προσφέρει, άκοπα, προβολή στον εκάστοτε κάτοχό του. Ως συνήθως όμως στην πολιτική, το ποτήρι είναι παράλληλα μισογεμάτο και μισοάδειο. Δεν υπάρχουν βεβαιότητες. Για τον Νίκο Δένδια, η μέχρι τώρα θητεία του στον θώκο του νεοκλασικού κτιρίου της Βασιλίσσης Σοφίας δεν ήταν διόλου ανέφελη.
Εξαρχής ανέκυψε σειρά γεγονότων και κακοτοπιών που υπήρξαν δύσβατες και επικίνδυνες. Κοινός παρονομαστής σε όλες σχεδόν ήταν η Τουρκία και οι επεκτατικές βλέψεις του προέδρου της, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με έμφαση, αν και όχι αποκλειστική, σε όλη τη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου.
Η Γερμανία και οι κυρώσεις
Με τόσα ζητήματα ανοιχτά, οι απόρρητες συσκέψεις στο υπουργείο Εξωτερικών θα πρέπει να διεξάγονται με την ένταση στο κόκκινο. Στην τετ-α-τετ συνομιλία όμως ο κ. Δένδιας εκπέμπει εικόνα ηρεμίας. Αναμφίβολα, μια τέτοια συζήτηση δεν θα μπορούσε παρά να εκκινήσει από την πρόσφατη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, στην οποία η Αθήνα επεδίωξε να υπάρξει σκληρή καταδίκη της Τουρκίας και ενδεχομένως κυρώσεις. «Η πραγματικότητα είναι ότι θα θέλαμε καλύτερα αποτελέσματα από τη Σύνοδο Κορυφής» παραδέχεται. «Από την άλλη πλευρά», προσθέτει, «με δεδομένη την προεδρία του Συμβουλίου και την αντίληψή της, δεν θα μπορούσε κανείς να αναμένει, ρεαλιστικά, περισσότερα πράγματα». Στους παροικούντες την «κοινοτική Ιερουσαλήμ» των Βρυξελλών ήταν άλλωστε σαφές ότι από τη στιγμή που η Γερμανία υπήρξε τόσο κάθετη εναντίον της επιβολής ουσιαστικών κυρώσεων κατά της Τουρκίας χώρες όπως η Ισπανία και η Ιταλία δεν θα άλλαζαν την ήπια γραμμή που είχαν προαποφασίσει έναντι της Αγκυρας.
Ο ρόλος και ο φόβος του Μεταναστευτικού
Ο υπουργός Εξωτερικών εκτιμά ότι το γερμανικό πολιτικό σύστημα και η γερμανική κοινωνία αντιλαμβάνονται την τουρκική επιθετικότητα και τον τουρκικό παραλογισμό σε ορισμένα ζητήματα. Ωστόσο, «υπάρχει ένα μεγάλο ζήτημα με την παρούσα γερμανική κυβέρνηση που αφορά το Μεταναστευτικό. Οσα συνέβησαν το 2015 έχουν λειτουργήσει ως τραύμα» εξηγεί και «όποιος κίνδυνος σχετίζεται με αυτό μεγεθύνεται υπερβολικά στα μάτια τους. Εκτιμώ επίσης», συνεχίζει, «ότι κινούνται με στερεότυπα του τύπου “ο Ερντογάν δεν θα είναι εκεί για πάντα”. Αρα, ας ανεχθούμε αυτό που συμβαίνει σήμερα εν όψει ενός καλύτερου μέλλοντος που μαθηματικά θα έλθει». Πρόκειται, θα έλεγε κανείς, για μια μεταφυσική πολιτική προσέγγιση των Γερμανών.
Η μεταβολή της τουρκικής κοινωνίας
Για τον κ. Δένδια, ο φάκελος «Τουρκία» δεν περιορίζεται στη λήψη μέτρων για την Τελωνειακή Ενωση ή και για το εμπάργκο όπλων. «Οι ίδιοι οι Ευρωπαίοι δεν έχουμε λάβει μια σταθερή απόφαση για την πορεία που θέλουμε να έχουν οι ευρωτουρκικές σχέσεις» εξηγεί. Για τον ίδιο, η επιλογή της Ελλάδας κατά τη δεκαετία του 1990 να επιδιώξει την επίλυση των διαφορών μέσα από το ενταξιακό πλαίσιο υπήρξε γενναία. Σήμερα βέβαια η Τουρκία αποκλίνει και το συγκεκριμένο ιστορικό εγχείρημα αστοχεί. «Αν μιλούσαμε με όρους πιθανοτήτων, το 90% οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η Τουρκία θα συνεχίσει να αποκλίνει και το 10% να επανασυγκλίνει. Εγώ αυτό το 10% δεν θα το πετούσα. Και πρέπει να αντιληφθούμε ότι η επιλογή του 90% ενέχει έναν κίνδυνο: μια ειδική σχέση. Αυτή θα μπορούσε να επιτρέψει στην Τουρκία πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά και να μην της επιβάλλει τις υποχρεώσεις για το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα, που για εμάς είναι απαραίτητες. Είμαστε», προσθέτει, «σχεδόν ιστορικά υποχρεωμένοι να επιδιώξουμε μια μεταβολή της τουρκικής κοινωνίας προς την Ευρώπη. Διαφορετικά, πρέπει να κινηθούμε σε μια λογική Ευρώπης-φρουρίου. Δεν θα είναι ευχάριστο αυτό».
Καμία διεύρυνση της ατζέντας
Υπάρχει όμως αισιοδοξία για επανάληψη των διερευνητικών επαφών, για την οποία υπήρξαν εσχάτως και αρνητικές υπηρεσιακές εισηγήσεις; Οπως εξηγεί, η Αθήνα αναμένει μια ημερομηνία από την Αγκυρα, αλλά η τελευταία θέλει μάλλον να είναι σίγουρη ότι δεν θα εισπράξει μια άρνηση. Αυτή δεν θα υπάρξει «εφόσον το κλίμα είναι κατάλληλο, το “Ορούτς Ρέις” “δεν κόβει βόλτες” και θα έχουμε μια σταθερότητα, όχι κινήσεις τακτικής». Η Ελλάδα επιθυμεί τη συνέχιση των συνομιλιών από εκεί που σταμάτησαν, με τουρκική υπαιτιότητα, τον Μάρτιο του 2016. Με τη συνεχή επίκληση του αιτήματος για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών, η Αγκυρα δείχνει να επιθυμεί εκ των προτέρων διεύρυνση της ατζέντας. «Αυτό δεν θα γίνει δεκτό» ξεκαθαρίζει. Τον ρωτάμε αν ετέθη από τρίτες χώρες, π.χ. τη Γερμανία, η ιδέα διεύρυνσης της ατζέντας. «Ούτε κατ’ ιδίαν» υπογραμμίζει. «Νομίζω ότι όλοι καταλαβαίνουν, αν και ενδομύχως ίσως να σκέφτονται αλλιώς, ότι αν ανοίξει αυτός ο ασκός, δεν θα ξανακλείσει» προσθέτει.
Ο ρόλος της αμυντικής συμφωνίας με ΗΠΑ
Ο Νίκος Δένδιας εκτιμά επίσης ότι η πρόσφατη ανακοίνωση των αμερικανικών κυρώσεων εναντίον της Τουρκίας θα επιδράσουν στην τρέχουσα ισορροπία. Και ο ίδιος θεωρεί ότι με την τροποποίηση του παραρτήματος της ελληνοαμερικανικής αμυντικής συμφωνίας (MDCA) το 2019 «η Ελλάδα παρείχε στις ΗΠΑ μια βάση για να προχωρήσει σε ένα τέτοιο βήμα, καθώς προσέφερε την πολυτέλεια απεμπλοκής από τη γεωπολιτική ομηρεία της Τουρκίας». Ο υπουργός Εξωτερικών αναδεικνύει δε εμφατικά τη σημασία της παρέμβασης του αμερικανού ομολόγου του Μάικ Πομπέο στην τελευταία συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ: «Αναίρεσε ουσιαστικά το βασικό επιχείρημα της Τουρκίας ότι αποτελεί τη “λυδία λίθο” της ύπαρξης της Συμμαχίας στην περιοχή μας».
Οπως εξηγεί, η Αθήνα βρίσκεται ήδη σε επαφή για αναθεώρηση του κορμού της MDCA, με διεύρυνση του αμερικανικού στρατιωτικού αποτυπώματος, αλλά «πρέπει να δούμε ποιες είναι οι φιλοδοξίες της νέας αμερικανικής κυβέρνησης». Η Ελλάδα διεκδικεί έναν διευρυμένο ρόλο στη Βαλκανική, όπως ο ίδιος παραδέχεται, τόσο για γεωστρατηγικούς λόγους όσο και για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. «Το γεωπολιτικό αντάλλαγμά μας είναι η σταθερότητα και η ασφάλεια» τονίζει.
Οι δύο βασικοί στόχοι στο Λιβυκό
Η λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου απορρόφησε το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας του Νίκου Δένδια σχεδόν από την αρχή – με βασικότερο δεδομένο την υπογραφή του τουρκολιβυκού Μνημονίου για τις θαλάσσιες ζώνες τον Νοέμβριο του 2019. «Στο Λιβυκό δεν είχαμε πολλές επιλογές όταν ήρθαμε στην εξουσία» παρατηρεί.
«Πρώτο μας μέλημα ήταν να διασφαλίσουμε ότι οι λιβυκές ακτές απέναντι από την Κρήτη θα ελέγχονται από φίλιες δυνάμεις, είτε επί του πεδίου είτε τρίτες. Στη συζήτηση της επόμενης ημέρας, βασικοί στόχοι είναι δύο: η αποτροπή δημιουργίας τουρκικής βάσης και η αναίρεση αποφάσεων της κυβέρνησης Σάραζ, όπως το τουρκολιβυκό Μνημόνιο» λέει.