Ησυστηματική εκπαιδευτική έρευνα και η κοινωνική κριτική διαπιστώνουν χωρίς επιφυλάξεις ότι το Λύκειο ως εκπαιδευτική βαθμίδα «νοσεί». Συγκεκριμένα επισημαίνεται ότι το Λύκειο έχει παύσει να συνιστά συντελεστή παροχής γενικής μόρφωσης και υπηρετεί, όχι πάντα επιτυχώς, την προετοιμασία των μαθητών και των μαθητριών για τη συμμετοχή στις Πανελλήνιες Εξετάσεις.
Αποδίδεται, δηλαδή, στο Λύκειο στενός, εξειδικευτικός ρόλος φροντιστηριακού χαρακτήρα. Εκφάνσεις αυτής της παθογένειας θεωρούνται:
l Η υπονόμευση του κύρους μαθημάτων μη εντασσομένων στα πανελλαδικώς, ανά κατεύθυνση, εξεταζόμενα.
l Η απαξίωση της διδακτικής λειτουργίας και της διδακτέας ύλης που δεν συνδέεται με τα επιλεγόμενα προς πανελλαδική εξέταση θέματα.
l Η ισοπεδωτική χρησιμοποίηση της βαθμολογικής κλίμακας που οδηγεί σε «υπερπαραγωγή» αριστούχων.
l Η παραγνώριση των κατευθύνσεων-αρχών των Προγραμμάτων Σπουδών.
l Η αδυναμία συντονισμού για την επίτευξη ενός modus operandi, που θα αποφέρει ένα παιδευτικό αποτέλεσμα χωρίς μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ των σχολικών μονάδων.
l Η άρνηση για σύνδεση της διδασκαλίας με την αξιολόγηση του εκπαιδευτικού έργου, των συντελεστών του και την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών.
Οι προηγηθείσες διαπιστώσεις υποδεικνύουν στους έχοντες την ευθύνη της εκπαιδευτικής πολιτικής την ανάγκη αλλαγής προσανατολισμού. Η δράση επιβάλλεται να είναι άμεση και η αναζήτηση παιδευτικού οράματος, τρόπων και μέσων χρειάζεται να ξεκινά από τη δημιουργία αποτελεσματικής ανατροφοδοτούμενης σχέσης μεταξύ Προγραμμάτων Σπουδών, Σχολικών Εγχειριδίων, Διδακτικής Πράξης και Αξιολόγησης του εκπαιδευτικού έργου.
Προς την κατεύθυνση αυτήν χρήσιμη μπορεί να αποβεί η θέσπιση Τράπεζας Θεμάτων Διαβαθμισμένης Δυσκολίας ως δεξαμενής γνώσης, εμπειρίας, μεθόδων δράσης και ανατροφοδότησης. Η Τράπεζα Θεμάτων αποτελεί ένα παιδαγωγικό εργαλείο που μπορεί να λειτουργήσει, ανάλογα με την πρόβλεψη ασφαλιστικών δικλίδων, ως μηχανισμός αναβάθμισης της διδακτικής διαδικασίας, διότι:
l Ενισχύει την επιδίωξη για «ισότητα ευκαιριών» στην εκπαίδευση.
l Προωθεί τη συμμετοχή των εκπαιδευτικών της σχολικής τάξης στη διαδικασία διαμόρφωσης θεμάτων αξιολόγησης πανελλαδικού χαρακτήρα.
l Παρέχει κίνητρα στους εκπαιδευτικούς για άμεση σύνδεση του διδακτικού σχεδιασμού με τη διαδικασία διαμόρφωσης αντιπροσωπευτικών θεμάτων.
l Επαυξάνει τις δυνατότητες για άμιλλα και συνεργασία μεταξύ των εκπαιδευτικών.
l Λειτουργεί ως μοχλός επιμορφωτικής δράσης και επίδρασης για τη διατύπωση κατάλληλων θεμάτων και λειτουργική αξιολόγηση των μαθητών/τριών.
l Διαμορφώνει συνθήκες ελέγχου της εφαρμογής των αρχών και των κατευθύνσεων των Προγραμμάτων Σπουδών.
l Συμβάλλει στην κατοχύρωση της αξιοπιστίας της εξεταστικής διαδικασίας και στην εγκυρότητα της θέσης του μαθητή στη βαθμολογική κλίμακα.
l Παρέχει δυνατότητες και κίνητρα για ερευνητικό προσανατολισμό του διδάσκοντος και αξιοποίηση μεταδεδομένων.
l Ενισχύει τη συνειδητοποίηση της ανάγκης για αξιοποίηση της διαμορφωτικής αξιολόγησης, αφού τα θέματα της Τράπεζας θα δίνουν αφορμές για επαναληπτικό προβληματισμό και νέα δοκιμασία.
l Αποκαλύπτει νέες πτυχές προσέγγισης της διδακτέας ύλης και διερευνητική αξιοποίηση και αναβάθμιση του εξελισσόμενου εκπαιδευτικού έργου στον χώρο της σχολικής μονάδας και όχι μόνο.
l Υποχρεώνει τους έχοντες την ευθύνη της εκπαιδευτικής πολιτικής να έχουν συνεχή μέριμνα για την κάλυψη των παρουσιαζόμενων κενών σε διδακτικό προσωπικό, (διαφορετικά να ακυρώνεται η λειτουργία της).
l Αποκαλύπτει τις λειτουργικές αδυναμίες του εκπαιδευτικού συστήματος και υποδεικνύει την ανάγκη διαμόρφωσης προγραμμάτων ενδοσχολικής επιμόρφωσης εκπαιδευτικών.
Η θέσπιση και μόνο της Τράπεζας Θεμάτων δεν επαρκεί για να βελτιωθεί η εκπαιδευτική λειτουργία. Είναι απαραίτητο η παρουσία της να συναρτηθεί με όρους και προϋποθέσεις που διασφαλίζουν τον σεβασμό στις παιδαγωγικές αρχές που διέπουν τη διδασκαλία και την αξιολόγηση. Παράλληλα, είναι απαραίτητο να αναγνωρίζει τη σχέση της σχολικής μονάδας με την κοινωνική πραγματικότητα που επηρεάζει τον παραστατικό κύκλο, τις ανάγκες, τις δυνατότητες και τα ενδιαφέροντα των μαθητών.
Ο κίνδυνος που απορρέει από την καθιέρωση της αξιολόγησης βάσει της Τράπεζας Θεμάτων είναι η τυποποίηση της σχολικής εργασίας. Γι’ αυτό επιδίωξη συνεχής του οργανωτή της Τράπεζας Θεμάτων είναι:
l Να μην προηγείται χρονικά η ανάρτηση των θεμάτων από τη διδακτική προσέγγιση της διδακτέας ύλης.
l Να μην υπονομεύεται το ενδιαφέρον και η περιέργεια για τη διδακτέα μαθησιακή ενότητα από την προσδοκία των αναρτώμενων θεμάτων.
l Να αποφευχθεί ο κίνδυνος εντατικοποίησης της σχολικής εργασίας που δημιουργεί η φιλοδοξία ανταπόκρισης των μαθητών σε όλα τα αναρτώμενα θέματα.
l Να παρέχονται κίνητρα στους εκπαιδευτικούς για συμμετοχή στην επιλογή, διαμόρφωση και επίλυση θεμάτων που εντάσσονται στην Τράπεζα Θεμάτων.
l Τα θέματα που θα ορίζουν οι διδάσκοντες να έχουν ανάλογο κύρος και βαρύτητα με εκείνα της Τράπεζας Θεμάτων.
l Να οργανωθούν ελεγκτικοί μηχανισμοί για την εξασφάλιση των συνθηκών που θα οδηγήσουν σε μια Τράπεζα Θεμάτων με ποιοτικά χαρακτηριστικά και σαφή ψυχοπαιδαγωγικό προσανατολισμό.
Η πορεία του Γενικού Λυκείου επιβάλλει τη λήψη αποφάσεων, την εφαρμογή μεθόδων και τη χρήση εργαλείων ικανών να αναπροσανατολίσουν την παιδευτική λειτουργία. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, το Λύκειο είναι ανάγκη να αποτελέσει συντελεστή και εκφραστή γενικής μόρφωσης των νέων. Στο αίτημα αυτό μπορεί να συμβάλει η Τράπεζα Θεμάτων Διαβαθμισμένης Δυσκολίας, αν η οργάνωση και η λειτουργία της στηριχθεί με αποφάσεις και ενέργειες που θα την καταστήσουν μηχανισμό ενίσχυσης της συνάντησης μαθητών και διδασκόντων και συντελεστή αναμόρφωσης της διδακτικής πράξης.
*Ο κ. Γεώργιος Σπανός είναι ομότιμος καθηγητής Παιδαγωγικής ΕΚΠΑ.