Εχουν περάσει 5 χρόνια από τη Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή και η παγκόσμια προσπάθεια μετάβασης από τα ορυκτά καύσιμα στην καθαρή ενέργεια επιταχύνεται. Η Ευρώπη πρωτοστατεί, θέλοντας να γίνει η πρώτη κλιματικά ουδέτερη (μηδενικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου) ήπειρος μέχρι το 2050. Η Ιαπωνία και η Νότια Κορέα ακολουθούν, ανακοινώνοντας πως θα μηδενίσουν τις εκπομπές άνθρακα έως το 2050, ενώ η Κίνα δεσμεύτηκε να το καταφέρει πριν από το 2060.
Πολλοί, όπως ο «Economist», υποστηρίζουν πως αυτός ο εν εξελίξει μετασχηματισμός της ενεργειακής βιομηχανίας θα αλλάξει την παγκόσμια τάξη πραγμάτων και τη γεωπολιτική ισχύ για πάντα. Οι πετρελαιοπαραγωγές χώρες, όπως αυτές του Περσικού Κόλπου, θα κινδυνεύσουν με κατάρρευση, η Ρωσία θα χάσει την ισχύ της και νέες χώρες θα κυριαρχήσουν. Επιβεβαιώνονται αυτές οι προβλέψεις από τις μέχρι τώρα εξελίξεις;
Στην πραγματικότητα, οι γεωπολιτικές επιπτώσεις της μετάβασης είναι πιο πολύπλοκες. Παρ’ όλο που η ζήτηση πετρελαίου μειώνεται, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Κουβέιτ και η Σαουδική Αραβία συνεχίζουν να πωλούν σε ικανοποιητικό βαθμό. Και αυτό γιατί η εξόρυξη εκεί διενεργείται σε χαμηλά βάθη, με πολύ μεγάλη οικονομική απόδοση, μικρή διαρροή μεθανίου και πολύ χαμηλά ποσοστά ανάφλεξης. Ακόμη λοιπόν και σε αυτή τη φάση μειούμενης ζήτησης, το μερίδιο της παραγωγής τους στον OPEC (Οργανισμό Εξαγωγών Πετρελαιοπαραγωγών Χωρών) αυξάνεται, ως αποτέλεσμα της ανταγωνιστικότητας τους σε σχέση με τις άλλες χώρες. Αυτή τη δυνατότητα που ακόμα διατηρούν, προσπαθούν να την αξιοποιήσουν ώστε να προχωρήσουν με ταχύτητα στη διαφοροποίηση των οικονομιών τους. Ο στόχος τους είναι να αποτελέσουν, στη μετά πετρελαίου εποχή, χώρες εξαγωγής φθηνής καθαρής ενέργειας, είτε με τη μορφή ηλεκτρισμού, είτε κυρίως με τη μορφή καυσίμων, όπως το υδρογόνο και η αμμωνία, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε εργοστάσια, κτίρια και μεταφορές.
Η Σαουδική Αραβία, για παράδειγμα, που έχει άφθονο ηλιακό δυναμικό, έχει ξεκινήσει έργα δισεκατομμυρίων δολαρίων για την παραγωγή «πράσινου υδρογόνου». Επιπλέον προχωράει στην παραγωγή «μπλε αμμωνίας», που συνίσταται στη μετατροπή υδρογονανθράκων σε υδρογόνο και εν συνεχεία σε αμμωνία, δεσμεύοντας τα υποπροϊόντα διοξειδίου του άνθρακα. Εχει μάλιστα ήδη στείλει το πρώτο εμπόρευμα «μπλε αμμωνίας» στον κόσμο στην Ιαπωνία. Η τελευταία στοχεύει να καταστεί ηγέτιδα δύναμη στη χρήση υδρογόνου.
Οσον αφορά τη Ρωσία, όντας ο μεγαλύτερος προμηθευτής φυσικού αερίου στην Ευρώπη και ένας από τους σημαντικότερους παγκοσμίως, μπορεί και διατηρεί ακόμα την επιρροή της, καθώς το φυσικό αέριο θεωρείται καύσιμο μετάβασης προς μια οικονομία μηδενικών εκπομπών. Σύμφωνα με τα σενάρια του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, η ζήτησή του στην περιοχή Ασίας – Ειρηνικού θα αυξηθεί τις επόμενες δύο δεκαετίες, πριν αρχίσει να υποχωρεί. Στην Ευρώπη θα μειωθεί, αλλά δεδομένου ότι η Ρωσία είναι ο οικονομικά αποδοτικότερος προμηθευτής, το μερίδιό της στην αγορά θα διατηρηθεί για την επόμενη δεκαετία. Ετσι, κερδίζει χρόνο για τη δική της διαφοροποίηση, που θα βασίζεται κυρίως στην πυρηνική ενέργεια. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Γερμανία και άλλοι πρώην ηγέτες της πυρηνικής τεχνολογίας έχουν εκχωρήσει σε μεγάλο βαθμό τον τομέα αυτόν στη Ρωσία, αλλά και στην Κίνα. Η Ρωσία εκμεταλλεύεται τον χώρο που της δίνεται και με όχημα την κρατική εταιρεία Rosatom όχι μόνο κατασκευάζει, αλλά χρηματοδοτεί και λειτουργεί τους πυρηνικούς σταθμούς στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας των χωρών που διεισδύει.
Οι μέχρι τώρα λοιπόν κυρίαρχες χώρες εξαγωγής ορυκτών καυσίμων αξιοποιούν το «παράθυρο ευκαιρίας» για να μετασχηματιστούν σε ισχυρές ηλεκτροπαραγωγές χώρες, με δυνατότητα εξαγωγής καθαρής ενέργειας.
Εκπλήξεις μπορεί να υπάρξουν από άλλες χώρες. Δεν αναμένεται όμως να έρθουν από τους «συνήθεις ύποπτους», όπως η Αμερική ή η Κίνα, καθώς το κλειδί της νέας γεωπολιτικής ισχύος δεν θα είναι κατ’ αντιστοιχία ούτε η εξαγωγή σχιστολιθικού αερίου, ούτε φθηνών ηλιακών συλλεκτών ή ηλεκτρικών μπαταριών αυτοκινήτων. Το κλειδί είναι η πρόσβαση σε φθηνή ανανεώσιμη ενέργεια. Για παράδειγμα, η δυνατότητα εγκατάστασης ηλεκτρολυτών σε υπάρχοντα φωτοβολταϊκά και αιολικά, όπως τώρα συμβαίνει στην Ισπανία, στο Μαρόκο και στη Χιλή, για την παραγωγή καθαρών καυσίμων, μπορεί να αναδείξει αυτές τις χώρες ως υπερδυνάμεις μιας νέας οικονομίας με βάση το υδρογόνο.
Και η χώρα μας θα μπορούσε να αποτελέσει έκπληξη, αν αξιοποιήσει αποτελεσματικά το τεράστιο δυναμικό της στις ανανεώσιμες πηγές και τις επιπλέον προοπτικές που ανοίγει η Ευρωπαϊκή Ενωση, με τη νέα της στρατηγική για τα θαλάσσια (υπεράκτια) αιολικά πάρκα.
Η θαλάσσια αιολική ενέργεια αναμένεται να είναι η σημαντικότερη πηγή παραγωγής ηλεκτρισμού στην Ευρώπη το 2040. Η προώθησή της, μέσω πλωτών ανεμογεννητριών, είναι απολύτως κατάλληλη για τα ελληνικά ύδατα και μπορεί να μετατρέψει το Αιγαίο σε κέντρο παραγωγής και εξαγωγής καθαρής ενέργειας. Επιπλέον, μπορεί να ενισχύσει την εγχώρια προστιθέμενη αξία και την τοπική απασχόληση με την ανάπτυξη υποδομών σε όλο το εύρος της εφοδιαστικής αλυσίδας (λιμάνια, ναυπηγεία, βιομηχανία καλωδίων).
Τέτοιες πρωτοβουλίες και θεσμικές παρεμβάσεις μπορούν να υπερβούν τη δύσκολη συζήτηση της εξόρυξης υδρογονανθράκων στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο, που σε λίγα χρόνια θα μοιάζει τελείως ξεπερασμένη. Και να θέσουν τη χώρα σε ρόλο πρωταγωνιστή στη νέα ενεργειακή εποχή.
* Ο κ. Χάρης Δούκας είναι αναπληρωτής καθηγητής στο ΕΜΠ.