Εδώ και μερικές εβδομάδες, οι ειδήσεις σχετικά με τα εμβόλια ενάντια στον SARS-CoV-2 πληθαίνουν, καθώς οι εταιρείες η μία μετά την άλλη ανακοινώνουν αποτελέσματα ασφάλειας και αποτελεσματικότητας, αναπτερώνοντας τις ελπίδες μας ότι βαθμηδόν η πανδημία θα ελεγχθεί και η κανονικότητα θα επιστρέψει.
Στις αξιοπρόσεκτες ειδήσεις της εβδομάδας που μόλις πέρασε συγκαταλέγονται η έναρξη του εμβολιασμού στη Βρετανία (με το εμβόλιο της Pfizer) και η δημοσίευση στην ιατρική επιθεώρηση «The Lancet» των ενδιάμεσων αποτελεσμάτων ασφάλειας και αποτελεσματικότητας του εμβολίου του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και της εταιρείας AstraZeneca. Πρόκειται για την πρώτη δημοσίευση δεδομένων των κλινικών δοκιμών σε επιστημονικό περιοδικό. Πιθανότατα θα ακολουθήσουν και άλλες εταιρείες, ανταποκρινόμενες στο καθολικό αίτημα για διαφάνεια των στοιχείων.
Σύμφωνα πάντως με τα όσα γνωρίζουμε μέχρι σήμερα, και τα τρία εμβόλια (AstraZeneca, Moderna, Pfizer) τα οποία προηγούνται στην κούρσα για την έγκριση διαθέτουν καλό προφίλ ασφάλειας. Οσο για την αποτελεσματικότητα, αυτή ποικίλλει, αλλά σε κάθε περίπτωση ξεπερνά τις προσδοκίες των επιστημόνων και τις απαιτήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Προφανώς, η ύπαρξη ασφαλών και αποτελεσματικών εμβολίων είναι μια τεράστια νίκη στον πόλεμο ενάντια στον ιό. Είναι όμως η τελειωτική; Το ερώτημα αυτό δεν μπορεί να απαντηθεί. Οχι μόνο επειδή υπάρχουν τεχνικά προβλήματα που πρέπει να επιλυθούν (όπως η μαζική παραγωγή και διακίνηση εμβολίων που πρέπει να φυλάσσονται σε ειδικές συνθήκες), αλλά και επειδή παραμένουν ακόμη αναπάντητα σημαντικά επιστημονικά ερωτήματα.
Κομβικό μεταξύ αυτών είναι η δυνατότητα των εμβολίων να προλαμβάνουν την ασυμπτωματική νόσο. Ολα δείχνουν ότι οι εμβολιασμένοι δεν θα νοσούν όταν μολύνονται με τον ιό καθώς θα φέρουν αντισώματα εναντίον του (χάρη στο εμβόλιο). Το αν όμως θα είναι φορείς, και κυρίως μεταδότες, του ιού δεν είναι ξεκάθαρο. Από αυτά που έχουν ανακοινωθεί μέχρι σήμερα, μόνο η AstraZeneca διερευνά αυτό το ενδεχόμενο εξετάζοντας σε τακτά χρονικά διαστήματα την παρουσία του ιού σε στοματικά δείγματα των εθελοντών, χωρίς όμως να είναι σε θέση ακόμη να δώσει απάντηση.
Τα παραπάνω σημαίνουν ότι ο εμβολιασμός, όταν σύντομα αρχίσει και στη χώρα μας, δεν θα ισοδυναμεί με ένα διαβατήριο προς την ανέμελη συμπεριφορά. Θα χρειαστεί να είμαστε προσεκτικοί για πολύ καιρό ακόμη προκειμένου να προστατεύσουμε όσους δεν μπορούν να εμβολιαστούν, όπως παραδείγματος χάριν οι εγκυμονούσες ή άλλες υποομάδες του πληθυσμού οι οποίες δεν συμπεριελήφθησαν στις μελέτες.