Τελικά η πανδημία έχει και τα καλά της. Όπως μας έχει συνηθίσει πλέον το Eurogroup, υπό την πίεση των δυσμενών εξελίξεων που έφερε η υγειονομική κρίση στις ευρωπαϊκές οικονομίες, αποφάσισε να προχωρήσει στην ενίσχυση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, με σκοπό την καλύτερη προστασία του χρηματοπιστωτικού συστήματος από μελλοντικές αναταράξεις. Προτάσεις, σχετικές με την ενίσχυση της δύναμης κρούσης, τις αρμοδιότητες και κυρίως τον τρόπο λειτουργίας και δράσης, άρχισαν να εμφανίζονται σχεδόν από την επομένη της ιδρύσεώς του.
Την ύπαρξή του χρωστάει ασφαλώς στην ελληνική κρίση χρέους, αφού αποτέλεσε τον ευρωπαϊκό βραχίονα της Τρόϊκας, η οποία ανέλαβε τη σωτηρία της χώρας μας από τη de jure χρεοκοπία και την οδήγησε ταυτόχρονα δυστυχώς στην οπισθοδρόμηση και στην οικονομική καχεξία, μέσα από αλλεπάλληλα προγράμματα λιτότητας. Έτσι και η αποδοχή του θεσμού με τη μορφή που λειτούργησε έως τώρα, δεν καταγράφει και τις καλύτερες επιδόσεις. Απόδειξη, ότι τα 240 δισ. ευρώ, που αποφασίστηκε από το Eurogroup στις 9/4/2020 να χορηγηθούν ως δάνεια προς τα κράτη μέλη και μάλιστα με πολύ ελκυστικό επιτόκιο και σχετικά ήπιους για τον ΕΣΜ όρους, παραμένουν στα αζήτητα. Στην πραγματικότητα τα κράτη μέλη αρνούνται να αξιοποιήσουν το θεσμό για να βελτιώσουν τη ρευστότητά τους, ενόψει των μεγάλων δαπανών στήριξης των οικονομιών τους, επειδή πιστεύουν τρόπον τινά ότι τα χρήματα αυτά είναι «τοξικά».
Πράγματι, ο ESM ως ανεξάρτητος διεθνής χρηματοδοτικός οργανισμός, βασισμένος σε διακρατικό και όχι ενωσιακό δίκαιο, έχει ως κεντρική αποστολή την παροχή δανείων ή εγγυήσεων προς κράτη μέλη της ομάδας του Eurogroup, τα οποία βρίσκονται σε δυσκολίες να ανταποκριθούν σε επικείμενες πληρωμές και έτσι να αποφύγουν την χρεοκοπία, με πολύ επαχθείς όμως όρους. Το ιδρυτικό του κεφάλαιο ανέρχεται σε 705 δις Ευρώ, η δε συμμετοχή κάθε χώρας υπολογίστηκε με βάση το ύψος του ΑΕΠ της. Για τα δάνεια που συνάπτει ο οργανισμός εγγυώνται επίσης αλληλέγγυα όλες οι χώρες, ανάλογα πάλι με τη μερίδα τους στο κεφάλαιο.
Στα τέλη του 2017 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο πλαίσιο του «οδηγού για την εμβάθυνση της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης της Ευρώπης», πρότεινε τη μετατροπή του ΕΣΜ σε ένα Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο, κάτω από ενωσιακό δίκαιο, με σκοπό τη διασύνδεσή του με το δεύτερο πυλώνα ολοκλήρωσης της Τραπεζικής Ένωσης, το Μηχανισμό Εξυγίανσης Τραπεζών. Η πρόταση αυτή απορρίφτηκε ένα χρόνο αργότερα από το Συμβούλιο Αρχηγών των κρατών και αντικαταστάθηκε από μια σειρά προτάσεων, οι οποίες παρότι δεν αποτελούν μια ολοκληρωμένη μεταρρυθμιστική παρέμβαση, αλλάζουν σε μεγάλο βαθμό τον αρχικό σχεδιασμό του ΕΣΜ, τόσο σε ότι αφορά τις αρμοδιότητες, όσο και στον τρόπο λειτουργίας του, πάντα όμως στο πλαίσιο του διακρατικού δικαίου. Η μεταρρύθμιση αυτή, η οποία όφειλε να έχει ολοκληρωθεί το Δεκέμβριο του 2019 και να ισχύσει από το 2024, αναβλήθηκε λόγω αντιρρήσεων της ιταλικής κυβέρνησης.
Η πανδημία, η μεγάλη ύφεση και οι αναμενόμενες αρνητικές επιπτώσεις στις ευρωπαϊκές τράπεζες, κυρίως εκείνες που έχουν μεγάλα ανοίγματα σε τομείς όπως ο τουρισμός, οι μεταφορές ή η εστίαση, έφεραν πιο κοντά την αναζήτηση λύσεων, που σηματοδοτούν πέρα από τα τεχνικά χαρακτηριστικά τους και τη βούληση των κρατών του Ευρωσυστήματος για κοινή δράση. Έτσι στις 30/11/2020 οι υπουργοί οικονομικών συνολικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφάσισαν να δημιουργήσουν ένα δίχτυ ασφαλείας για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, το οποίο θα κατατεθεί για έγκριση τον επόμενο Ιανουάριο.
Οι βασικότερες παρεμβάσεις
Οι βασικότερες παρεμβάσεις της μεταρρύθμισης βρίσκονται αφενός στη δυνατότητα που ανοίγεται για υγιείς οικονομίες να αξιοποιούν ενισχυμένες προληπτικές πιστωτικές γραμμές (PCCL) και αφετέρου στην ανάληψη από τον ESM της λειτουργίας ενός κοινoύ ταμείου ασφαλείας (Backstop) για το Ενιαίο Ταμείο Εξυγίανσης τραπεζών (Single Resolution Fund/SRF) που ιδρύθηκε το 2014. Πρόκειται για ένα αποθηκευτικό ταμείο, το οποίο σκοπό έχει να βοηθάει στην εκκαθάριση χρεοκοπημένων τραπεζών. Για την εξυπηρέτηση του σκοπού το ταμείο θα πρέπει να έχει συγκεντρώσει από εισφορές των ιδίων των τραπεζών μέχρι το τέλος του 2023 το ποσό των 55 δις Ευρώ. Ήδη τα διαθέσιμα κεφάλαια ανέρχονται στα 47 δις. Το ποσό, όπως αντιλαμβάνεται κανείς δεν είναι ικανό να ανταποκριθεί στα μεγέθη των ευρωπαϊκών τραπεζών, υπάρχει όμως η δυνατότητα της προσφυγής στις αγορές και να αντληθούν κεφάλαια με πολύ καλούς όρους. Την εγγύηση βέβαια την παρέχουν οι κυβερνήσεις των κρατών μελών με βάση τη συμμετοχή τους. Σε κάθε περίπτωση η επάρκεια των κεφαλαίων θα δοκιμαστεί στην πράξη, όταν, ό μοι γένοιτο, προκύψει πρόβλημα με κάποια μεγάλη τράπεζα ή με πολλές μικρές ταυτόχρονα.
Συμπερασματικά, με την ίδρυση του Backstop η Ευρώπη έκανε ένα ακόμη βήμα προς την ολοκλήρωση της Τραπεζικής Ένωσης. Απομένει όμως ένα πολύ σημαντικό τμήμα της, που είναι η Ευρωπαϊκή Εγγύηση Καταθέσεων (EDIS), τη στιγμή μάλιστα που η κατάσταση των ευρωπαϊκών τραπεζικών συστημάτων στην προ κορωνοιού εποχή, κρινόταν ως πολύ ικανοποιητική. Ακόμη, για άλλη μια φορά χάθηκε η ευκαιρία, για την μετατροπή του ESM σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο. Μπορεί να αναλαμβάνει αρμοδιότητες δημοσιονομικού ελέγχου, που μέχρι τώρα ασκούσε αποκλειστικά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όμως απέχει πολύ για να βρεθεί στο ίδιο επίπεδο με το ΔΝΤ.
Με τη μεταρρύθμιση γίνονται μεγάλες αλλαγές προς τη σωστή κατεύθυνση, χωρίς αυτό να σημαίνει, ότι οι ανησυχούντες ότι με την απόφαση εγκαθίσταται ένα ΔΝΤ από την πίσω πόρτα. Ο ESM αναλαμβάνει επιτέλους μέρος στην αντιμετώπιση των προβλημάτων, που θα αφήσει πίσω του ο κορωνοιός, αν και επειδή δεν προβλέπεται η έναρξη λειτουργίας του Backstop πριν το 2022, υπάρχουν αμφιβολίες αν θα προλάβει. Οι τελευταίες επισημάνσεις της Κας Lagarde για τη σοβαρότητα της κατάστασης των οικονομιών, αλλά και οι οδηγίες προς τις μεγάλες ευρωπαϊκές τράπεζες του κεντρικού επόπτη της ΕΚΤ κ. Andrea Enria δεν επιτρέπουν εφησυχασμό και απώλεια χρόνου.
Χαράλαμπος Γκότσης, Καθηγητής Οικονομικών, τ. Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, τ. μέλος του European Systemic Risk Board