Η Τουρκία αποτελεί σήμερα πρόβλημα για τη Δύση και εξάγει αστάθεια, τονίζει στη συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα» ο Νίκολας Μπερνς με αφορμή τη συμμετοχή του στο πρόσφατο συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου «Greek Economic Summit» που πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά στις 1-3 Δεκεμβρίου. Καθηγητής σήμερα στο διάσημο Πανεπιστήμιο Harvard αλλά και με την ιδιότητα του πρώην πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Αθήνα, ο κ. Μπερνς καταθέτει ευθαρσώς την προσωπική του άποψη ότι η αμερικανική κυβέρνηση θα έπρεπε να προασπιστεί την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας απέναντι στις συνεχείς αμφισβητήσεις της Αγκυρας τόσο στο Αιγαίο όσο και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Σε περίπου έναν μήνα, η νέα αμερικανική κυβέρνηση υπό τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο Τζο Μπάιντεν θα αναλάβει τα καθήκοντά της, έπειτα από τέσσερα χρόνια μιας άνευ προηγουμένου διάρρηξης του παγκοσμίου ρόλου των ΗΠΑ. Ποιοι θα είναι, πιστεύετε, οι βασικοί πυλώνες της εξωτερικής πολιτικής; Εκτιμάτε ότι θα μπορέσουν να υπάρξουν ορισμένες ταχείες αλλαγές, σε τομείς όπως η COVID-19 ή το κλίμα;
«Κοιτάξτε τι είπε ο Τζο Μπάιντεν όχι μόνο πριν αλλά και μετά τις εκλογές. Δήλωσε ότι οι ΗΠΑ θα επιστρέψουν στη Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα. Εκανε μάλιστα μία συμβολική όσο και πρακτική κίνηση ορίζοντας τον πρώην υπουργό Εξωτερικών Τζον Κέρι ως Ειδικό Προεδρικό Απεσταλμένο για το Κλίμα. Αυτή είναι μία μεγάλη δέσμευση για τις ΗΠΑ. Ο νεοεκλεγείς πρόεδρος έχει επίσης δηλώσει ότι οι ΗΠΑ θα επιστρέψουν στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, μία κομβική κίνηση εν μέσω πανδημίας. Και ας μην ξεχνάμε βέβαια ότι επί δεκαετίες είναι υποστηρικτής του ΝΑΤΟ και της στρατηγικής μας σχέσης με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Αυτές οι κινήσεις θα μας επιτρέψουν να επιστρέψουμε στο τραπέζι των ηγέτιδων δυνάμεων, εκεί που θα έπρεπε να βρισκόμαστε, σε αντίθεση με ό,τι συνέβη με τον πρόεδρο Τραμπ. Πιστεύω ότι μας αποδυνάμωσε. Ηταν ένας πολύ «φτωχός» πρόεδρος, ίσως ο χειρότερος πρόεδρος που έχουμε ζήσει στην Ιστορία των ΗΠΑ».
Εξειδικεύοντας λίγο περισσότερο επί των διατλαντικών σχέσεων, βλέπουμε έναν διάλογο που έχει ξεκινήσει στην Ευρώπη περί της στρατηγικής αυτονομίας της. Ωστόσο, ο νεοεκλεγείς πρόεδρος και η ομάδα του είναι πεπεισμένοι ατλαντιστές. Ποια μορφή πιστεύετε ότι θα λάβουν οι σχέσεις ΗΠΑ – Ευρώπης, καθώς όπως βλέπουμε οι Ευρωπαίοι είναι ιδιαίτερα ανοικτοί;
«Τα πράγματα θα πάνε καλά. Οι ΗΠΑ και η Ευρώπη βρίσκονται στην ουσία αντιμέτωπες με τις ίδιες προκλήσεις. Δεν μπορούμε να απομακρυνόμαστε στρατηγικά μεταξύ μας, αλλά να ερχόμαστε εγγύτερα. Αντιλαμβάνομαι την αγανάκτηση στην Ευρώπη εξαιτίας της πολιτικής του προέδρου Τραμπ, αλλά ο Τζο Μπάιντεν είναι εντελώς διαφορετική περίπτωση. Και ας μην ξεχνάμε ότι ο επιλεγείς για τη θέση του υπουργού Εξωτερικών Τόνι Μπλίνκεν γνωρίζει πάρα πολύ καλά την Ευρώπη και υποστηρίζει την ενεργή αμερικανική εμπλοκή. Υπάρχουν πολλά που πρέπει να γίνουν από κοινού. Τούτη δεν είναι καλή στιγμή να πούμε ότι ακολουθούμε διακριτούς δρόμους. Πρέπει να έρθουμε πιο κοντά τόσο στο ΝΑΤΟ όσο και ευρύτερα στις σχέσεις ΗΠΑ – Ευρώπης».
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων ετών, οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις πέρασαν πολλές ανακατατάξεις. Διαφορετικά κέντρα άσκησης πολιτικής, όπως ο Λευκός Οίκος και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, προσέγγισαν διαφορετικά την Τουρκία. Ας σημειώσουμε εδώ και την πρόσφατη τοποθέτηση του Μάικ Πομπέο στο ΝΑΤΟ σε σχέση με την Τουρκία. Μπορεί η Τουρκία να επιστρέψει στον «δυτικό δρόμο» ή ο πρόεδρος Ερντογάν θα επιλέξει τον δικό του, ενισχύοντας τις σχέσεις της με τη Ρωσία και την Κίνα ή ενισχύοντας τις φιλικές της σχέσεις με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους; Ποια σχολή πιστεύετε θα επικρατήσει; Αυτή που λέει ότι πρέπει να προσφερθεί πρώτα ένα «καρότο» στην Αγκυρα ώστε να φανεί αν αλλάζει πολιτική προτού χρησιμοποιηθεί το «ραβδί» ή μήπως πρέπει να προηγηθεί το «ραβδί»;
«Νομίζω ότι αυτό εξαρτάται από τον ίδιο τον πρόεδρο Ερντογάν. Αυτή τη στιγμή, η Τουρκία αποτελεί πρόβλημα. Λανθασμένα και ασύνετα αμφισβητεί, όπως γνωρίζετε πολύ καλά, την ελληνική κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα στο Ανατολικό Αιγαίο, ενώ παράλληλα αμφισβητεί τα δικαιώματα τόσο της Ελλάδος όσο και της Κύπρου στην Ανατολική Μεσόγειο. Η συμπεριφορά της Τουρκίας δεν βοηθά καθόλου σε Συρία, Ιράκ και Λιβύη, ενώ το ίδιο συμβαίνει με το Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Η Τουρκία εξάγει αστάθεια αυτή τη στιγμή. Βλέπετε επίσης τη στήριξη προς την Ελλάδα – αυτό είναι εμφανές και στις δηλώσεις της αμερικανικής κυβέρνησης καθώς και άλλων χωρών όπως η Γαλλία. Δεν είναι σύμπτωση αυτό. Προσωπικά και ως πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα πιστεύω ότι η κυβέρνησή μας θα έπρεπε να προασπιστεί και να υποστηρίξει την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας».
Υπάρχει κάτι επιπλέον που θα μπορούσαν να κάνουν οι ΗΠΑ για να υποστηρίξουν την Ελλάδα ως έναν έμπιστο σύμμαχο και όχι απαραίτητα σε αντιπαράθεση με την Τουρκία; Εχουμε επίσης δει τα σχέδια προμήθειας αεροσκαφών F-35 και πιθανής συμπαραγωγής φρεγατών. Βλέπετε δυνατότητα να γίνει η Ελλάδα ένας μικρός βιομηχανικός κόμβος για αμυντικούς σκοπούς;
«Νομίζω ότι υπάρχει μεγάλη εμπιστοσύνη στον Πρωθυπουργό Μητσοτάκη. Είναι ένας πολιτικός που τον θαυμάζουν στις ΗΠΑ και οι πολιτικές που έχει ξεκινήσει έχουν οδηγήσει σε προόδους στην ελληνική οικονομία. Το βλέπετε αυτό από τον τρόπο με τον οποίο μελλοντικοί επενδυτές κοιτούν προς την Ελλάδα. Στον αμυντικό τομέα, πρέπει να πιστώσω τόσο στην κυβέρνηση και στον Πρωθυπουργό όσο και στον αμερικανό πρέσβη στην Αθήνα, τον Τζεφ Πάιατ, την ενδυνάμωση που έχει σημειωθεί. Δείτε τι κάνουμε μαζί στην Κρήτη. Η συνεργασία μεταξύ των Ενόπλων Δυνάμεών μας είναι ακριβώς αυτό που χρειαζόμαστε σε αυτούς τους αβέβαιους καιρούς. Για τα θέματα των εξοπλισμών υπάρχουν ειδικότεροι από εμένα, η ελληνική κυβέρνηση και η αμερικανική πρεσβεία. Αυτό που μπορώ να πω όμως είναι ότι η προσπάθεια εκσυγχρονισμού της οικονομίας, της διαφοροποίησης των επενδύσεων, αλλά επίσης, σε ό,τι αφορά την αμυντική σφαίρα, της συμμετοχής της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ δείχνουν ότι θα έπρεπε να θέλουμε κάτι τέτοιο. Αισθανόμαστε Ελληνες, φίλοι της Ελλάδας.
Ελπίζω ότι θα δούμε τον εκσυγχρονισμό των στρατιωτικών δυνατοτήτων της Ελλάδας και την ενδυνάμωση των σχέσεων με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ. Πιστεύω πραγματικά ότι είμαστε ο ισχυρότερος φίλος που έχει η Ελλάδα. Οπως γνωρίζετε, διετέλεσα πριν από πολύ καιρό, περίπου δύο δεκαετίες, πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα. Ηταν μία δύσκολη εποχή για τις διμερείς σχέσεις κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Κόσοβο. Ευτυχώς βρισκόμαστε σήμερα σε μία εντελώς διαφορετική κατάσταση, η σχέση μας σήμερα είναι ισχυρότερη από ό,τι ήταν εδώ και πολλές δεκαετίες. Αυτό μου δίνει ελπίδα ότι θα δούμε πρόοδο στη στρατιωτική μας συνεργασία, περισσότερες ιδιωτικές επενδύσεις και ιδιωτικές εμπορικές συναλλαγές, αλλά και γενικότερα διεύρυνση των οικονομικών μας σχέσεων».