Η έκθεση Πισσαρίδη στηρίζεται στη λογική ότι οι στρεβλώσεις που περιορίζουν συστηματικά τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας πρέπει να αρθούν γρήγορα και συστηματικά.
Σε αυτή τη βάση οι συγγραφείς της έκθεσης οικοδομούν ένα εκτεταμένο πλέγμα προτάσεων, το οποίο αποτελεί την πληρέστερη μέχρι τώρα σύνοψη προϋποθέσεων για να επανατοποθετηθεί η Ελλάδα στην παγκόσμια οικονομία. Δύο πράγματα όμως λείπουν εμφατικά: τι θα οδηγήσει την ελληνική κοινωνία στην αποδοχή αυτών των προτάσεων και πώς θα απομακρυνθούν τα εμπόδια που μέχρι τώρα δεν επιτρέπουν την εφαρμογή παρόμοιων πολιτικών και μεταρρυθμίσεων.
Η χώρα και όλοι οι πολίτες της πρέπει να αποδεχθούν τον στόχο της αναβάθμισης της ανταγωνιστικότητας και της διαμόρφωσης μιας νέας αντίληψης συνεχούς σύγκρισης και διάκρισης απέναντι στους καλύτερους. Η αριστεία πρέπει να καθοδηγεί τις συλλογικές και ατομικές ενέργειες και να κατευθύνει όλες τις παραγωγικές δυνάμεις στην επιτυχία του στόχου.
Η Ελλάδα οφείλει να εκμεταλλευτεί όλα τα σημερινά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματά της στο έπακρο, αλλά και να δημιουργήσει καινούργια: ενίσχυση της μοναδικότητάς της στην τουριστική αγορά, διεύρυνση του ρόλου της ως διαδρόμου ενεργειακής και εμπορικής ζεύξης μεταξύ Ανατολής και Δύσης, μηδενισμό του θερμικού αποτυπώματος με τον έξυπνο συνδυασμό ανανεώσιμης ενέργειας και ενεργειακής αποδοτικότητας, κατάκτηση μιας διεθνώς αναγνωρίσιμης θέσης στην παραγωγή ενδιάμεσων προϊόντων, ανάδειξη της μεσογειακής διατροφής στην κορυφή των προτιμήσεων.
Αυτοί οι επιμέρους στόχοι διεθνούς παρουσίας συνιστούν ένα όραμα που θα μπορούσε να κινητοποιήσει τις αργούσες δυνάμεις της ελληνικής κοινωνίας.
Σύμφωνα με μελέτη της PwC, η κουλτούρα κάθε λαού επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και τον πλούτο που παράγει. Η κουλτούρα του σύγχρονου Ελληνα έχει τρεις διαστάσεις που εμποδίζουν την αλλαγή του status quo: ελάχιστη διάθεση ανάληψης κινδύνου, απουσία μακροπρόθεσμης σκέψης και χαμηλή επιχειρηματικότητα.
Οποιεσδήποτε ευγενείς προσδοκίες και στόχοι αναπτυχθούν είναι δύσκολο ως αδύνατο να επιτευχθούν, χωρίς λελογισμένους κινδύνους, σχεδιασμό, καινοτομικότητα και επιμονή. Δυστυχώς όμως, μετά τη μεταπολίτευση η ελληνική κοινωνία εστίασε κυρίως στην, χωρίς πολλούς περιορισμούς, διαθεσιμότητα κεφαλαίων και πολύ λιγότερο στο αποτέλεσμα της αξιοποίησής τους. Η μητέρα όλων των μεταρρυθμίσεων είναι η αλλαγή της κυρίαρχης αντίληψης από την αναμονή και την απαίτηση στήριξης από το κράτος, στην προσπάθεια και στο αποτέλεσμα. Το όραμα μιας δυναμικής και πρωτοπόρου Ελλάδας χρειάζεται συμβατούς στόχους, ισχυρά κίνητρα για τη συμβολή όλων στην επιτυχία τους και αντικίνητρα για την εγκατάλειψη ή υπονόμευσή τους.
Η απαραίτητη αλλαγή αντιλήψεων και νοοτροπίας θα διαμορφώσει νέες συμπεριφορές και ένα πρότυπο για τον κάθε πολίτη, μακριά από την τυφλή προστασία των κεκτημένων και τις συνεχείς αλόγιστες διεκδικήσεις και σαφώς τοποθετημένο στην αναζήτηση ευκαιριών, στη διαφορετικότητα, στις συνεχείς συγκρίσεις με τον ανταγωνισμό και στην επιθυμία επιτυχίας.
Η μητέρα των μεταρρυθμίσεων ξεκινά από τις ελίτ και τις ηγεσίες του τόπου σε όλες τις διαστάσεις λειτουργίας της κοινωνίας και για να έχει πιθανότητα να συμβεί επιτάσσεται η σύμπηξη ευρύτερων κοινωνικών και πολιτικών συναντιλήψεων και συμμαχιών. Αυτές θα ορίσουν τα μέτωπα και τα όρια των αλλαγών και θα θέσουν σε κίνηση οργανωμένες διεργασίες σύγκλισης και προώθησης νέων πρακτικών. Στην κατάληξή τους θα έχει ολοκληρωθεί μία μετατόπιση αντιλήψεων και αξιών και θα έχει συντεθεί ένα νέο πρότυπο πολιτικής και οικονομικής διακυβέρνησης.
Η έκθεση Πισσαρίδη παρουσιάζει έναν σχεδόν πλήρη κατάλογο πολιτικών και ενεργειών για την επόμενη δεκαετία, αλλά δεν μπορεί να τους προσδώσει νόημα με την κρατούσα νοοτροπία και χωρίς το όραμα που πρέπει να στηρίξουν. Η πολιτική ηγεσία έχει ήδη ξεκαθαρίσει ότι όλοι πρέπει να οδηγούμεθα από τη δημιουργία ενός καλύτερου μέλλοντος για τη χώρα και όχι από τη συντήρηση του σήμερα και την άλογη υπεράσπιση των κεκτημένων. Οφείλει πλέον να διατυπώσει τους όρους εμπλοκής των κοινωνικών και οικονομικών δυνάμεων του τόπου στην προσπάθεια αξιακού επαναπροσδιορισμού και την επανατοποθέτηση της χώρας στη διεθνή σκηνή, ώστε το μέλλον να αποκτήσει πολιτικό νόημα.
Ο κ. Κώστας Σ. Μητρόπουλος είναι σύμβουλος επιχειρήσεων