Τρόμο, σε 200.000 εργαζομένους – υποψηφίους συνταξιούχους, προκάλεσε η «Έκθεση Πισσαρίδη», που δημοσιεύτηκε τις προηγούμενες ημέρες.
Συγκεκριμένα, στη σελίδα 105, αναφέρεται ότι, «Απόλυτα κρίσιμοι είναι και οι δυσμενείς δημογραφικοί συσχετισμοί, που ασκούν ασφυκτικές πιέσεις στο δημόσιο ταμείο στο επίπεδο των παροχών».
Στη σελίδα 106, η Έκθεση αναφέρει ότι, «H συνταξιοδοτική δαπάνη στην Ελλάδα παραμένει ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό του ΑΕΠ (16,5% έναντι 13,2% κατά μέσο όρο στην Ευρωζώνη), με τη χώρα να βρίσκεται στην υψηλότερη θέση στην Ευρωζώνη, παρά τις διαδοχικές περικοπές και αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα από το 2010».Και συνεχίζει λίγο παρακάτω στην ίδια σελίδα, «η συνταξιοδοτική και μισθολογική δαπάνη του δημοσίου ως ποσοστό του ΑΕΠ να μειωθεί σταδιακά, συγκλίνοντας προς τον μέσο όρο της Ευρωζώνης και κλείνοντας μερικώς την ψαλίδα».
Για να καταλήξει στη σελίδα 109 ότι, «Ένα θέμα το οποίο χρήζει ιδιαίτερης προσοχής όσον αφορά τις συνταξιοδοτικές δαπάνες είναι η πρόωρη συνταξιοδότηση»… «Με βάση τις αλλαγές που έγιναν τα προηγούμενα χρόνια, αναμένεται ότι έως το 2022, οι επιλογές πρόωρης συνταξιοδότησης θα έχουν καταργηθεί και θα ισχύει μια γενική ηλικία συνταξιοδότησης των 67 ετών (ή των 62 ετών με εισφορές 40 ετών). Δεδομένων των δυσμενών δημογραφικών εξελίξεων για την Ελλάδα, δεν θα πρέπει να επανεισαχθούν εξαιρέσεις από αυτούς τους καθολικούς κανόνες».
Η Έκθεση βεβαίως, είτε αγνοεί, είτε γνωρίζει (;) κάτι παραπάνω, σε σχέση με την κατάργηση των μεταβατικών ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, που ισχύουν ήδη από την εφαρμογή του ν.4336/2015 και αναμένεται να δώσουν τη δυνατότητα σε 200.000 ασφαλισμένους, να βγουν στη σύνταξη πριν το 62 έτος της ηλικίας τους τα επόμενα έτη. Ήδη το τέως ΙΚΑ, πριν την συγχώνευση του στον e-ΕΦΚΑ είχε λάβει θέση για το συγκεκριμένο ζήτημα, με την εγκύκλιο 52/2015, όπου ρητά αναφέρει ότι «σε περίπτωση που το προβλεπόμενο από τους πίνακες (ΠΙΝΑΚΑΣ 1 ΚΑΙ 2) περί μεταβατικών ορίων συμπληρώνεται μετά την 1.1.2022, η σύνταξη καταβάλλεται κατά το έτος που συμπληρώνεται αυτό το νέο όριο ηλικίας.».
Για να γίνει αντιληπτό, πόσο σημαντική είναι αυτή η παραδοχή, αξίζει να παρατεθεί το παρακάτω παράδειγμα:
Έστω μητέρα ανηλίκου τέκνου, που το τέκνο, ήταν ανήλικο το 2010 και η ίδια, συμπλήρωσε 5.500 ημέρες εργασίας το 2010 και είναι σήμερα (12/2020) 58 ετών. Σύμφωνα με το νόμο 4336/2015, σήμερα γνωρίζουμε ότι, η εν λόγω ασφαλισμένη βγαίνει σε πλήρη σύνταξη, σε ηλικία 59 ετών και 6 μηνών,δηλαδή τον 6ο/2022.Αν ισχύσουν οι «παραινέσεις» της ‘Έκθεσης και καταργηθούν τα λεγόμενα, μεταβατικά όρια ηλικίας το 2022, η συγκεκριμένη ασφαλισμένη θα λάβεισύνταξη το νωρίτερο στα 62, δηλαδή 2,5 χρόνια μετά.
Σε πιο ακραίες περιπτώσεις, οι ασφαλισμένοι, θα επιβαρυνθούν ακόμα και με 7 χρόνια επιπλέον εργασίας!
Από πλευράς της κυβέρνησης, τηρείται «σιγήν ιχθύος» και οι υπηρεσίες του υπουργείου αναφέρουν ότι, θα τοποθετηθούν για το ζήτημα, στα τέλη του επόμενου έτους(2021), αν δεν υπάρξει,νομοθετική πρωτοβουλία.
Φυσικά σε μια περίοδο αυξανόμενης ανεργίας, ένα τέτοιοενδεχόμενο, κατάργησης των μεταβατικών ορίων ηλικίας, θα οδηγήσει στην ανέχεια χιλιάδες απολυμένους, που έχουν ως μοναδικό καταφύγιο, την πρόωρη συνταξιοδότηση. Η «ζημιά» βέβαια ήδη γίνεται, με τη δημοσιοποίηση της Έκθεσης, αφού οι παραπάνω αποστροφές, οδηγούν χιλιάδες ασφαλισμένους, στην έξοδο στη σύνταξη, υπό τον φόβο, μήπως «εγκλωβιστούν» από το 2022 και μετά. Το γεγονός αυτό παράλληλα αυξάνει και τη σχετική συνταξιοδοτική δαπάνη, οδηγώντας στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό, που επιδιώκει η «Επιτροπή Πισσαρίδη».
Αποδείχθηκε άλλωστε ότι, βραχυπρόθεσμα, όπως συνέβη και με την αύξηση των ορίων ηλικίας το 2015, ότι η συνταξιοδοτική δαπάνη καθόλου δεν περιορίστηκε.
Στον αντίποδα μια ορθότερη προσέγγιση, θα ήταν να κατευθυνθούμε στη λογική ανεύρεσης πόρων, για να στηριχθεί η δημόσια κοινωνική ασφάλιση και όχι στη γνώριμη συνταγή μείωσης των παροχών.
Διονύσης Τεμπονέρας, Δικηγόρος- Εργατολογος