Υστερα από μια δεκαετία οικονομικής κρίσης και τρία προγράμματα σταθεροποίησης και ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, μνημόνια όπως τα συνηθίσαμε – τα οποία είχαν εκπονήσει από κοινού το ΔΝΤ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα – τι άραγε περισσότερο θα μπορούσε να προσφέρει η έκθεση του καθηγητή Πισσαρίδη;
Αραγε τι περισσότερο περίμεναν οι πολιτικοί – δηλαδή η κυβέρνηση, όσο και τα κόμματα της αντιπολίτευσης – από μια επιτροπή τα στελέχη της οποίας είχαν συνεργαστεί, ορισμένοι ήταν και υπουργοί, με την τρόικα κατά τη μακρά περίοδο των μνημονίων.
Είναι προφανές ότι η έκθεση δεν ανακαλύπτει την Αμερική, εν προκειμένω δεν ανακαλύπτει την Ελλάδα, αλλά αυτό που προσφέρει είναι το «πακετάρισμα» των μεταρρυθμίσεων που έχει ανάγκη η ελληνική οικονομία και οι οποίες δεν υλοποιήθηκαν ποτέ από το πολιτικό σύστημα το οποίο πυροβολούσε κατά ριπάς τις ίδιες προτάσεις που διατύπωναν οι ξένοι δανειστές και όλες τις ιδέες και απόψεις που δημιουργούσαν πολιτικό κόστος.
Αυτό έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ με το πρώτο και δεύτερο μνημόνιο καθώς βρισκόταν στην αντιπολίτευση, αυτό έκανε η ΝΔ με το τρίτο μνημόνιο όταν βρέθηκε στην αντιπολίτευση και προφανώς το ίδιο πράττει και το ΚΙΝΑΛ.
Η έκθεση Πισσαρίδη λοιπόν είναι ένα εργαλείο για να αποκτήσει η κυβέρνηση τη δυνατότητα να πει «να, αυτές τις μεταρρυθμίσεις χρειαζόμαστε, αυτές θα μας φέρουν στη νέα εποχή» και το κυριότερο «δεν είναι μνημόνιο».
Διαφορετικά τι πρόσφερε η έκθεση Πισσαρίδη προτείνοντας την ευελιξία στην αγορά εργασίας, το περίφημο flexiquity, όταν ήδη στην αγορά εργασίας το 45% είναι σε καθεστώς μερικής απασχόλησης και το 10% του εργατικού δυναμικού ζει σε συνθήκες «μαύρης εργασίας».
Αφήστε που μέχρι να καθαρογραφεί η έκθεση που αναφέρεται στον κατώτατο μισθό των 650 ευρώ, η πανδημία δημιούργησε ήδη τη «γενιά των 350 ευρώ», τη στρατιά των ωρομίσθιων εργαζομένων στα σουπερμάρκετ και στις εταιρείες delivery που είναι οι εργασίες του… κορωνοϊού.
Ολα αυτά προφανώς τα γνωρίζει το πολιτικό σύστημα και πολύ περισσότερο το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, η οποία έχει μόνο έναν δρόμο:
να αποκτήσει την «ιδιοκτησία του μεταρρυθμιστικού προγράμματος» και να πει ξεκάθαρα ποιες δομικές αλλαγές υιοθετεί και θα υλοποιήσει μόλις κοπάσει η πανδημία και το κύμα θανάτων και δυστυχίας που αφήνει πίσω του ο κορωνοϊός.