Η εκλογή του Τζο Μπάιντεν στην προεδρία των Ηνωμένων Πολτιτειών θα αλλάξει την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ με τρόπο ιδιαίτερα θετικό για την Ευρώπη και, ενδεχομένως, και για την Ελλάδα. Η νέα κυβέρνηση, καθώς φαίνεται από την πρώτη επιλογή των προσώπων της, θα στηρίξει την πολυμερή συνεργασία και τις σταθερές σχέσεις με τους συμμάχους της ανά τον κόσμο.

Τα σημαντικά πρόσωπα για την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ τα επόμενα χρόνια θα είναι τρία: ο Τζο Μπάιντεν, ο Τόνι Μπλίνκεν και ο Τζον Κέρι. Ο νέος πρόεδρος έχει ευρύτατη εμπειρία στην εξωτερική πολιτική, αλλά, υποθέτω, θα έχει άμεσο ρόλο κυρίως στα θέματα της δύσκολης σχέσης των ΗΠΑ με την Κίνα.

Στα ευρωπαϊκά θέματα τον κύριο ρόλο θα έχει ο νέος υπουργός Εξωτερικών Τόνι Μπλίνκεν, που υπηρέτησε ως υφυπουργός υπό τον Ομπάμα και, μεταξύ άλλων, πήγε σχολείο στο Παρίσι και μιλάει άριστα γαλλικά. Ο Τζον Κέρι θα αναλάβει τον ρόλο του «εκπροσώπου του προέδρου» για την κλιματική αλλαγή, ενώ θα έχει θέση στο υπουργικό συμβούλιο και στο συμβούλιο ασφαλείας. Ως υπουργός Εξωτερικών ο Κέρι έπαιξε σημαντικό ρόλο το 2015, στη διαπραγμάτευση της Συμφωνίας του Παρισιού για την Κλιματική Αλλαγή, και είναι βέβαιο ότι ο λόγος του θα έχει βαρύνουσα σημασία. Ας σημειώσουμε ότι και οι τρεις τους γνωρίζουν την ισχύ αλλά και τους περιορισμούς του δικαίου. Σπούδασαν και οι τρεις νομικά και εργάστηκαν ως δικηγόροι στον ιδιωτικό τομέα προτού μπουν στην πολιτική.

Τι σημαίνουν αυτά για την Ελλάδα; Η νέα αμερικανική κυβέρνηση θα δώσει αμέσως βάρος στην Ευρώπη. Θα επιστρέψει στο Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας και θα συμμετάσχει στις διεθνείς προσπάθειες για γενικό εμβολιασμό αλλά και για παγκόσμια ανάκαμψη μετά την πανδημία. Θα ενταχθεί ξανά στη Συμφωνία των Παρισίων για το Κλίμα και πιθανότατα θα εργαστεί ενεργά για την επιτυχία τής – αναβληθείσας λόγω της πανδημίας – μεγάλης Συνόδου για το Κλίμα που, αν όλα πάνε καλά, θα γίνει τον Νοέμβριο του 2021 στη Γλασκώβη.

Η Ελλάδα δεν νομίζω ότι θα έχει ιδιαίτερη τύχη αν σε αυτό το κλίμα απευθυνθεί στην αμερικανική πολιτική ηγεσία ζητώντας ειδική εύνοια στις σχέσεις της με την Τουρκία. Οπως έδειξε η πρόσφατη έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για τις διαφορές μας στο Αιγαίο, η επίσημη αμερικανική διπλωματία θεωρεί ότι η Ελλάδα πρέπει να τηρήσει αυστηρά το διεθνές δίκαιο, ακριβώς όπως και η Τουρκία. Αυτή η τυπική και «υπηρεσιακή» στάση των αμερικανών διπλωματών τώρα θα γίνει, όπως είναι φυσιολογικό, το επίσημο δόγμα της κυβέρνησης Μπάιντεν. Η προσωποπαγής – και ανερμάτιστη – εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ με προσωπικές χάρες και παρεκλλίσεις ευτυχώς θα τελειώσει, με κύριους χαμένους τους δικτάτορες ανά τον κόσμο.

Κατά τη γνώμη μου, ο καλύτερος τρόπος για την Ελλάδα να προωθήσει τα συμφέροντά της, ιδίως σε μια περίοδο που η Τουρκία περνά πολύπλευρη κρίση, είναι να προσαρμόσει την εξωτερική της πολιτική σε μια μακροπρόθεσμη στρατηγική πολυμερούς συνεργασίας και πρωτοπορίας σε θέματα προστασίας του περιβάλλοντος. Στην πράξη αυτό σημαίνει τρεις σημαντικές αλλαγές στην εξωτερική μας πολιτική.

Πρώτον, η Ελλάδα πρέπει να υιοθετήσει πλήρως το διεθνές δίκαιο ως τρόπο επίλυσης διαφορών στο Αιγαίο. Δεν νοείται, π.χ., να συνεχίσουμε να διεκδικούμε εναέριο χώρο πάνω από την ανοικτή θάλασσα. Αυτό απαγορεύεται τόσο από τις Συνθήκες όσο και από το εθιμικό δίκαιο. Αντίστοιχα, η αποκλειστική χρήση της μέσης γραμμής δεν είναι η σωστή μέθοδος οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας. Η Ελλάδα πρέπει να υποθεχθεί τον Τόνι Μπλίνκεν ως υπουργό Εξωτερικών λέγοντάς του ότι, όπως όλες οι προοδευτικές χώρες της ΕΕ, είμαστε ανοικτοί στην εφαρμογή του διεθνούς δικαίου στο Αιγαίο χωρίς αστερίσκους.

Δεύτερον, η Ελλάδα πρέπει να μπει στην πρωτοπορία των ευρωπαϊκών χωρών που θα δηλώσουν φιλόδοξους στόχους για τη μείωση των εκπομπών θερμοκηπίου και την απανθρακοποίηση της οικονομίας μας. Ενας από τους τρόπους πρέπει να είναι η ανάπτυξη στην Ελλάδα νέων τεχνολογιών, όπως είναι η χρήση πράσινου υδρογόνου, ο πλήρης εξηλεκτρισμός των συγκοινωνιών, η εκτεταμένη χρήση ηλιακής ενέργειας αλλά και η εγκατάσταση αιολικών πάρκων στις θάλασσές μας.

Τρίτον, η περιβαλλοντική προστασία των θαλασσών μας πρέπει να γίνει προτεραιότητα μέσα στο πλαίσιο της ενιαίας πολιτικής της ΕΕ. Η διαδικασία υιοθέτησης θαλάσσιων χωροταξικών σχεδίων, που η Ελλάδα οφείλει να ολοκληρώσει μέσα στο 2021, είναι μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να ξεκινήσουμε διάλογο με τις όμορες χώρες προσκαλώντας τους υπουργούς Περιβάλλοντος των όμορων χωρών (Τουρκία, Κύπρος, Αίγυπτος, Ιταλία, Αλβανία) ώστε να συνεργαστούμε σύμφωνα με όσα προβλέπει η Οδηγία 2014/89 για τον θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό. Εκεί θα πρέπει να εξηγήσουμε στους γείτονές μας ότι θα χαράξουμε γραμμές βάσης, ότι η αιγιαλίτιδα ζώνη μας θα επεκταθεί από τα 6 ν.μ. σε 9, 10 ή 12 ν.μ. ανάλογα με την περιοχή και ότι θα αποκτήσουμε Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, με σκοπό να προστατεύσουμε το θαλάσσιο περιβάλλον, να επιτρέψουμε την εγκατάσταση αιολικών πάρκων, αλλά και να μην εμποδίσουμε τη διεθνή ναυσιπλοΐα.

Η εκλογή νέας κυβέρνησης στις ΗΠΑ είναι συνεπώς μια τεράστια ευκαίρια για την Ελλάδα. Μπορούμε να προωθήσουμε την ειρήνη στην περιοχή μας στη βάση του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της ΕΕ, επιλύοντας χρόνια προβλήματα. Για τα επόμενα τέσσερα χρόνια, μια διαφορετική εξωτερική πολιτική, πιο εξωστρεφής, πιο περιβαλλοντικά φιλόδοξη, αλλά και πιο ξεκάθαρα αφοσιωμένη σε οικουμενικές αξίες, θα είχε τη στήριξη όχι μόνο των ευρωπαίων εταίρων μας αλλά και των Ηνωμένων Πολιτειών. Ελπίζω και εύχομαι η ευκαιρία αυτή να μη χαθεί.

++++
Ο κ. Παύλος Ελευθεριάδης είναι καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.