Τον Νοέμβριο του 1922, Ο άγγλος αρχαιολόγος Χάουαρντ Κάρτερ πραγματοποιεί μία από τις σπουδαιότερες ανακαλύψεις στην Ιστορία της παγκόσμιας Αρχαιολογίας, εντοπίζει τον τάφο του βασιλιά της Αιγύπτου, Τουταγχαμών.
Στις 26 Νοεμβρίου 1922, ο Κάρτερ, ο βοηθός του, Άρθουρ Κάλεντερ, ο χρηματοδότης του Κάρτερ, Λόρδος Κάρναρβον με την κόρη του λαίδη Έβελιν Χέρμπερτ ήταν οι πρώτοι άνθρωποι που ύστερα από 3.000 χρόνια έμπαιναν στο αίθουσα του τάφου του Φαραώ Τουταγχαμών.
Λίγες εβδομάδες νωρίτερα, στις 4 Νοεμβρίου 1922, ένα νεαρό αγόρι που εργαζόταν στην ομάδα των ανασκαφών είχε σκοντάψει τυχαία πάνω σε μία πέτρα, που, όπως αποδείχθηκε, ήταν η κορυφή σκαλοπατιών σκαλισμένων σε βράχο.
Ο Κάρτερ άρχισε να σκάβει. Σκαλοπάτια άρχισαν να ξεπροβάλουν, το ένα κάτω από το άλλο, μέχρις ότου η αρχαιολογική ομάδα βρέθηκε μπροστά σε μία πόρτα, φτιαγμένη από λάσπη. Πάνω της διακρίνονταν ιερογλυφικά σύμβολα που χρησιμοποιούνταν μόνο για τον στολισμό βασιλικών τάφων.
Ο Κάρτερ όμως δεν βιάστηκε, ήθελα κατά την είσοδό του σε αυτό που έμοιαζε με τάφο κάποιου σημαντικού προσώπου, να υπάρχουν και μάρτυρες, κι έτσι έδωσε την εντολή τα σκαλοπάτια να ξανασκεπαστούν με χώμα, ώστε να μην μπορεί κανείς άλλος να φτάσει εκεί, και έστειλε τηλεγράφημα στον Κάρναρβον, που τότε βρισκόταν στη Βρετανία, ενημερώνοντας τον για την ανακάλυψη και ζητώντας του να μεταβεί εσπευσμένα στην Αίγυπτο.
Ο Κάρναρβον και η κόρη του έφτασαν στις 23 Νοεμβρίου και στις τρεις ημέρες μετά, όταν τα 16 σκαλοπάτια που οδηγούσαν στην είσοδο του τάφου είχαν και πάλι ξεθαφτεί, ήταν όλα έτοιμα για την ιστορική είσοδο της ομάδας στον τάφο.
Οι κόποι και η αγωνία του Κάρτερ και του Λόρδου Κάρναρβον, που χρηματοδοτούσε για χρόνια την αποστολή αυτή αυτή, έβρισκαν επιτέλους ανταπόκριση.
Ο Κάρναρβον χρηματοδοτούσε τις έρευνες του Κάρτερ ήδη από το 1907, χωρίς όμως να έρθει κάποιο αποτέλεσμα. Η απογοήτευση έφερε την απόφαση, το 1922 να είναι η τελευταία χρονιά ανασκαφών στην Κοιλάδα των Βασιλιάδων. Την τελευταία στιγμή η τύχη χαμογέλασε και σε αυτούς και στην παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά.
Γράφει στο «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ» της 27ης Νοεμβρίου 1923 ο Τίμος Μωραϊτίνης.
«Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι, λέγουν οι ιστορικοί, είχαν την χειροτέρα ιδέαν δια την ζωήν την οποίαν εθεωρούσαν ως ένα σύντομον και κακογραμμένον πρόλογον μιας ζωής ανωτέρας και αιωνίας.
»Διά τον λόγον αυτόν δεν έδιναν καμμίαν προσοχήν διά την καλήν κατασκευήν σπιτιών, ενώ αντιθέτως εσπαταλούσαν πολλά διά την κατασκευήν πολυτελών τάφων.
»Επειδή δε επίστευαν ότι η ψυχή- η οποία τότε έβγαινε μίαν φοράν ενώ τώρα μας βγαίνει εκατοντάκις- αποχωριζομένη του σώματος δεν αποθνήσκει, διά τον λόγον αυτόν εταρίχευον τους νεκρούς των με ένα ορυκτόν που έφερναν από την Περσίαν και το οποίον ελέγετο μουμ, εξού η λέξις μούμια»
Η μαγική στιγμή της εισόδου
O Kάρτερ, χρησιμοποιώντας ένα μικρό σκαρπέλο που του είχε δωρίσει η γιαγιά του στα δέκατα έβδομα γενέθλιά του, άνοιξε μια μικρή τρύπα στην πάνω αριστερή γωνία της πόρτας.
– Μπορείς να δεις τίποτα; Τον ρώτησε ο Κάρναρβον
– Ναι, υπέροχα πράγματα.
Με τη βοήθεια ενός κεριού μπόρεσε να δει πως πολλά από τα χρυσά και εβένινα κτερίσματα βρίσκονταν ακόμα στη θέση τους.
Όπως αναφέρει το «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ» της 10ης Φεβρουαρίου 1924, «ο τάφος του Τουτ-Ανκ-Αμόν διέφυγε την διαρπαγήν των κλεπτών και επιδρομέων, διότι είχε την τύχην να καλυφθή η είσοδός του εξ ολοκλήρου από τα υλικά εκσταφής του άνωθι αυτού κειμένου τάφου, Ραμσή 6ου».
Τα ευρήματα
Ακολούθησαν αρκετοί μήνες καταγραφής των αντικειμένων που βρέθηκαν στον προθάλαμο μέχρις ότου, στις 16 Φεβρουαρίου 1923, ο Κάρτερ ανοίξει τη σφραγισμένη είσοδο του νεκροθαλάμου και αντικρύσει τη σαρκοφάγο του Φαραώ Τουταγχαμών, η οποία βρισκόταν σε άριστη κατάσταση. Διαφωνίες του αρχαιολόγου με τις αιγυπτιακές αρχές, αλλά και μεταξύ Κάρτερ και Κάρναρβον, ο οποίος πέθανε σε ηλικία 56 ετών το 1932, προκάλεσαν καθυστερήσεις στις εργασίες.
Ο Κάρναρβον πέθανε ύστερα από μόλυνση που του προκλήθηκε από τσίμπημα κουνουπιού. Η θεωρία ύπαρξης μιας προαίωνιας κατάρας για όποιον θα διατάρασε την ηρεμία του νεκρού Φαραώ, έστω μέσω κάποιας μόλυνσης από σωματίδια που υποτίθεται ότι βρίσονταν εντός του τάφου, καταρρίφθηκε επιστημονικά.
Η ανακάλυψη του τάφου του Τουταγχαμών έκανε πολύ μεγάλη αίσθηση παγκοσμίως και επηρέασε βαθιά ακόμα και την καθημερινότητα της εποχής εκείνης.
«Φαραώ: Η μόδα. Μαντήλια , μπαστούνια, φορέματα, καπέλλα, ρούχα, αρώματα και γλυκίσματα ακόμη φαραώ: Είνε η λέξις της μόδας. Και εγενικεύθη καθ’ όλην την Ευρώπην, η λέξις αυτή και επεβλήθη από δικαίους και αδίκους εντός ολίγων μηνών. Εστία της υπήρξεν η Αίγυπτος και διεκπεραιωτής της ο μακαρίτης Κάρναβον».
Η μούμια
Στα τέλη Οκτωβρίου του 1925 ο Κάρτερ έχει αποσφραγίζει τη σαρκοφάγο του Τουταγχαμών και φτάνει στο τελευταίο βήμα πριν την αποκάλυψη της μούμιας του Αιγύπτιου Βασιλιά που πέθανε, πιθανότατα από κάποια κληρονομική ασθένεια, περίπου στα 18 του χρόνια.
Ο βρετανός αρχαιολόγος, ανοίγοντας το τελευταίο τμήμα της σαρκοφάγου ανακαλύπτει τη νεκρική μάσκα του Τουταγχαμών. Το εμβληματικότερο εύρημα του όχι μόνο του αρχαίου αιγυπτιακού αλλά και του παγκόσμιου πολιτισμού.
Εν τέλει οι αρχαιολογικές έρευνες στον Τάφο του Τουταγχαμών ολοκληρώθηκαν το 1932.
Παρά την τεράστια επιστημονική και πολιτιστική σημασία του επιτεύγματός του, ο Κάρτερ δεν έλαβε κάποια διάκριση από τις βρετανικές αρχές.
Μετά την ολοκλήρωση της έρευνάς του στον τάφο του Τουταγχαμών, ο Κάρτερ αποσύρθηκε από την Αρχαιολογία. Τους χειμερινούς μήνες συνέχιζε να ζει στην Αίγυπτο και τους θερινούς σε ένα διαμέρισμα στο Λονδίνο, απομονωμένος από τον πολύ κόσμο, έχοντας την παρέα λίγων στενών φίλων.
Πέθανε το 1939, σε ηλικία 64 ετών. Στο μνήμα του είναι σκαλισμένη η φράση «Ω νύχτα, άπλωσε τα φτερά σου γύρω μου όπως τα άφθαρτα αστέρια» καθώς και τη φράση που είναι σκαλισμένη στο αλαβάστρινο «Κύπελλο των Ευχών του Τουταγχαμών»
«Είθε το πνεύμα σου να ζει, να σου στέλνει εκατομμύρια χρόνια, σε εσένα που αγαπάς τις Θήβες, καθισμένος με το πρόσωπο στον βοριά και τα μάτια σου ν’ αντικρίζουν ευτυχία»