Στα «σκληρά δεδομένα» που αποτυπώνουν την εξέλιξη της επιδημίας του κορωνοϊού στη χώρα μας είναι σκυμμένο το επιστημονικό προσωπικό, με τη σκυθρωπότητα στα πρόσωπά τους να εκφράζει την αγωνία τους. Τα τελευταία 24ωρα τα ερωτήματα που διατυπώνονται ξανά και ξανά είναι εάν το δεύτερο lockdown επιβλήθηκε στη χώρα μας καθυστερημένα και γιατί αργεί να αποδώσει.
Ομως, προς το παρόν, οι κρίσιμοι «δείκτες» – δηλαδή, τα ημερήσια κρούσματα, οι εισαγωγές στα νοσοκομεία, ο αριθμός των διασωληνωμένων και οι ανθρώπινες απώλειες – δεν… λειτουργούν ανακουφιστικά, ούτε δίνουν σαφείς απαντήσεις. Σίγουρα όμως δείχνουν ότι είναι νωρίς για επίσημες ανακοινώσεις περί «ξεκλειδώματος» της κοινωνικής και οικονομικής ζωής.
Aλλωστε, η «επίταξη» των πρώτων δύο ιδιωτικών κλινικών στη Θεσσαλονίκη αποκαλύπτει ότι έχει τεθεί ήδη σε εφαρμογή το κυβερνητικό σχέδιο «έκτακτης ανάγκης», ενόσω ο SARS-CoV-2 συνεχίζει να χτυπά ανελέητα τη χώρα. Και προδίδει ότι η υγειονομική ανάκαμψη αργεί. Οι επιστήμονες μιλούν για το «κρίσιμο δεκαήμερο» που θα καθορίσει την πορεία της πανδημίας και κατά συνέπεια την όποια απόφαση για τη σταδιακή άρση της καραντίνας.
Τα δύο σενάρια για την πανδημία
To «σφυροκόπημα» του πανδημικού ιού αποτυπώνεται στα νοσοκομεία: Εκεί όπου περισσότεροι από 4.000 ασθενείς με λοίμωξη Covid-19 αναζητούν ιατροφαρμακευτική φροντίδα. Από αυτούς το 11,1% ήδη έχει παρουσιάσει επιπλοκές, με αποτέλεσμα να βρίσκεται σε μηχανική υποστήριξη αναπνοής.
Η μάχη δε ήδη αποδείχτηκε άνιση για 793 ανθρώπους, οι οποίοι άφησαν την τελευταία τους πνοή σε διάστημα μόλις 20 ημερών – επιβεβαιώνοντας τις μακάβριες προβλέψεις για τη φονική φύση του νέου κορωνοϊού.
Και ενώ το ΕΣΥ – με επίκεντρο τη Βόρεια Ελλάδα και όχι μόνον – βρίσκεται στον πυρήνα της δίνης που προκαλεί ο πανδημικός ιός, οι επιστήμονες προειδοποιούν ότι το κύμα των ασθενών θα συνεχίζει να καταπλακώσει τα νοσοκομεία, καθώς θα είναι το τελευταίο που θα καμφθεί.
Υπό τις ασφυκτικές αυτές συνθήκες, στελέχη του υπουργείου Υγείας δεν απέκλειαν στο «Βήμα» τις επόμενες ημέρες να «στρατευθούν» και άλλες ιδιωτικές δομές στη Βόρεια Ελλάδα αλλά και σε άλλες περιοχές της χώρας – όπως για παράδειγμα στη Λάρισα που «βράζει» – εφόσον προκύψει ανάγκη.
Το καλό σενάριο
Το καλό σενάριο, σύμφωνα με τον καθηγητή Λοιμωξιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, Νίκο Σύψα, προβλέπει ότι «μετά τις πρώτες εβδομάδες του lockdown θα προκύψει σταδιακά σταθεροποίηση. Η ελπίδα είναι να ακολουθήσει μια πτώση της καμπύλης, έστω και μικρή. Και δύο εβδομάδες μετά την πτώση των κρουσμάτων να καταγραφεί και η μείωση στις διασωληνώσεις».
Σήμερα, η θετική αυτή εξέλιξη για την πορεία της χώρας μας δεν επιβεβαιώνεται, ούτε και διαψεύδεται. Οψιμα δεδομένα μαρτυρούν πιθανή σταθεροποίηση στα κρούσματα, παρ’ όλα αυτά το υψηλό επιδημιολογικό φορτίο που καταγράφεται δεν επιτρέπει ακροβασίες σε επίπεδο εκτιμήσεων, λόγω της εύθραυστης κατάστασης.
Στάση αναμονής από τους επιστήμονες
Συνεπώς, οι επιστήμονες τηρούν στάση αναμονής, επιχειρώντας να… διαβάσουν το μέλλον μέσα από αριθμούς που καθρεφτίζουν τη δυναμική του φονικού ιού προ δεκαημέρου. Η κυβέρνηση πάλι, που βρίσκεται μονίμως σε ανοιχτή γραμμή με τους ειδικούς, κάνει λόγο για μια κρίσιμη καμπή προλογίζοντας ότι τα εφετινά Χριστούγεννα θα είναι διαφορετικά.
Και αμφότεροι απεύχονται τα στοιχεία που βρίσκονται καθημερινά στο… μικροσκόπιο τους να μην αποκαλύψουν ότι τελικά επικράτησε το κακό σενάριο. Ποιο είναι αυτό; Οτι το lockdown άργησε, με αποτέλεσμα οι πολίτες να κλειδωθούν στα σπίτια τους μαζί με τον κορωνοϊό, όπως συνέβη την περασμένη άνοιξη στην Ιταλία.
Για άλλους πάλι η απάντηση δεν κρύβεται στην αργοπορία αλλά στη γενική χαλαρότητα. Και επιμένουν ότι μια σημαντική μερίδα του πληθυσμού δεν πείστηκε για την αναγκαιότητα του lockdown, αφήνοντας έτσι ανοιχτή την πόρτα στον SARS-Cov-2.
Αργά αποτελέσματα από το lockdοwn
Σε κάθε περίπτωση, το συμπέρασμα παραμένει το ίδιο: Η αποτελεσματικότητα της εθνικής καραντίνας εξελίσσεται αργά – σε αντίθεση με τις αρχικές προβλέψεις – δεδομένου ότι πρώτα πρέπει να εκτονωθεί το φαινόμενο των (ενδοοικογενειακών κυρίως) μεταδόσεων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την περαιτέρω πίεση που αναμένεται να ασκηθεί στα νοσοκομεία.
Ενδεικτική ήταν άλλωστε η τοποθέτηση της καθηγήτριας Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας και μέλους της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων, Βάνας Παπαευαγγέλου, όταν σημείωνε την περασμένη Παρασκευή ότι παρατηρείται καθυστέρηση στην ύφεση του νέου πανδημικού κύματος, προσθέτοντας ότι το θέμα είναι σύνθετο και πολύπλοκο εξαιτίας και του υψηλού επιδημιολογικού φορτίου.
Και κατέστησε σαφές πως το σύστημα υγείας θα συνεχίσει να πιέζεται για μία με δύο εβδομάδες, προλογίζοντας ότι οι πρώτες ημέρες του Δεκεμβρίου αναμένεται να είναι εξίσου δύσκολες.
Η ίδια δε δεν παρέλειψε να τονίσει για μία ακόμη φορά την ανάγκη αυστηρής τήρησης των περιοριστικών μέτρων. «Εχουμε έναν πραγματικό πόλεμο. Αν έξω έπεφταν σφαίρες, αντί του αόρατου ιού, δεν θα χαλαρώναμε και θα μέναμε όλοι στο σπίτι».
Ανησυχίες από τις αρχές Οκτωβρίου
Για την ιστορία, σημειώνεται ότι στις αρχές του περασμένου Οκτώβρη είχαν διατυπωθεί ανησυχίες σχετικά με την εξέλιξη της επιδημίας – τότε που τα κρούσματα ήταν περί τα 400 σε καθημερινή βάση με τάσεις αργής πλην όμως σταδιακής αύξησης.
Εκείνη την περίοδο διατυπώθηκαν επιστημονικές εισηγήσεις για πρόωρο lockdown, στα πρότυπα του περασμένου Μαρτίου. Εκφράστηκαν όμως και ισχυρές αντιρρήσεις, δεδομένου δε ότι η Αττική – που έως τότε αποτελούσε τη βασική πηγή ανησυχίας – δεν έμοιαζε με ηφαίστειο έτοιμο να ξεσπάσει.
Ο ίδιος διάλογος εξελισσόταν και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο με τις κυβερνήσεις να συγκλίνουν στην άποψη ότι η καραντίνα θα πρέπει να είναι το ύστατο μέτρο.
Στο μεταξύ, όπως αποδείχτηκε (εκτός και εντός των συνόρων), οι επεκτατικές τάσεις του SARs-CoV-2 δεν κάμπτονταν, με αποτέλεσμα στα τέλη του Οκτώβρη οι κοινωνικές και οικονομικές δραστηριότητες να καταστέλλονται σταδιακά. Στην περίπτωση της χώρας μας πάλι, η ανατροπή σημειώθηκε στη Βόρεια Ελλάδα με τους ειδικούς να παραδέχονται ότι αιφνιδιάστηκαν από τη ραγδαία εκθετική αύξηση.
Πυξίδα ο ρεαλισμός
Επιστρέφοντας στο σήμερα, ο καθηγητής Μικροβιολογίας και μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Αλκιβιάδης Βατόπουλος υπογραμμίζει στο «Βήμα» ότι η «πυξίδα» μας οφείλουμε να είναι ο ρεαλισμός. «Πρέπει να συζητηθεί και μάλιστα κατά το δυνατόν πιο γρήγορα η δυνατότητα λήψης περαιτέρω αυστηρότερων μέτρων στο πεδίο της κοινωνικής αποστασιοποίησης, στοχεύοντας σε γρηγορότερα αποτελέσματα στον βαθμό που βλέπουμε ότι δεν αποδίδουν» προσθέτει, εστιάζοντας κυρίως στο υψηλό επιδημιολογικό φορτίο που συνεχίζει να παρουσιάζει η Βόρεια Ελλάδα.
Ο καθηγητής μάλιστα το πρωί της Παρασκευής μιλώντας στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ κατέθεσε τον προβληματισμό του για πολύ σκληρότερα μέτρα, τύπου Γουχάν, προτείνοντας να ξεκινήσει άμεσα αυτή η συζήτηση πριν η κατάσταση χειροτερέψει. «Είναι δύσκολο» είπε «να εφαρμόσουμε στην Ελλάδα το μοντέλο της Κίνας αλλά πρέπει να αναζητήσουμε εκείνα τα μέτρα που θα “κλείσουν τη χώρα” για τουλάχιστον 10-15 μέρες ώστε να λειτουργούμε κάθε μέρα σαν να είναι Κυριακή».